Τρελαίνοντας τον Χόλις Τόμπσον

Τρελαίνοντας τον Χόλις Τόμπσον


Η ιστορία του εφετινού Ολυμπιακού στο μπάσκετ, έτσι όπως η σεζόν εξελίσσεται,  μοιάζει να είναι όμοια με την ιστορία του Χόλις Τόμπσον. Ας θυμηθούμε ορισμένα πράγματα.

Ξαφνικά πέρυσι το καλοκαίρι

Ο Τόμπσον αποκτήθηκε το καλοκαίρι (μετά από σκάουτινγκ…) και ήρθε από το ΝΒΑ. Είχε κάνει ένα καλό πέρασμα από το κολεγιακό μπάσκετ, όπου αγωνίστηκε στο πάντα απαιτητικό Τζορτζτάουν κι έπαιξε για τέσσερα χρόνια στη Φιλαδέλφεια. Πριν έρθει στον Ολυμπιακό, είχε ένα μάλλον σύντομο πέρασμα από τη Νέα Ορλεάνη, όπου αγωνίστηκε μόλις σε 31 ματς. Προφανώς δεν έκανε καταπληκτικά πράγματα, αφού αν τα έκανε, δύσκολα θα ερχόταν στην Ευρώπη. Στον Ολυμπιακό ήρθε μετά βαϊων και κλάδων: αυτός ήταν η πιο σημαντική προσθήκη της ομάδας, ο παίκτης που θα γινόταν ο τρίτος πόλος στο σκοράρισμα, ώστε να μην τα περιμένει όλα ο Ολυμπιακός μονίμως από τον Σπανούλη και τον Πρίντεζη. Μετά την ανάλυση της περσινής χρονιάς που τελείωσε άδοξα, κρίθηκε ότι ένας τέτοιος σκόρερ, που μπορεί να παίζει στο 3 και στο 4, αλλά έχει και το πάντα πολύτιμο μακρινό σουτ, όχι απλά θα αντικαταστήσει επάξια τον Λοτζέσκι, αλλά θα δώσει και τόσες πολλές επιθετικές λύσεις, ώστε η ομάδα δεν θα χρειάζεται ένα περιφερειακό εκτελεστή όπως ο Ερικ Γκρίν, που σημειωτέων με όσους έχουν απομείνει στην Βαλένθια κέρδισε χθες την Χίμκι, που κόντρα στον Ολυμπιακό έμοιαζε υπερομάδα. Το καλοκαίρι ο Τόμσον ήρθε ως ο Αμερικάνος που θα χαλάσει κόσμο, μια βελτιωμένη έκδοση του Εντι Τζόνσον, αφού, όπως λέγανε, μπορούσε να κάνει όσα αυτός, αλλά ήταν νεότερος κι έπαιζε και καλύτερη άμυνα. Διότι, ως γνωστόν, στον Ολυμπιακό, αν δεν παίζεις άμυνα δεν παίζεις γενικά.

Άλλος μέσα άλλος έξω

Ξεκίνησε η σεζόν και μολονότι ο Ολυμπιακός έχτισε ένα σερί από νίκες στην Ευρωλίγκα ο καλός Χόλις δυσκολευόταν. Για την ακρίβεια αυτό που εύκολα έβλεπε κανείς ήταν μια μεγάλη διαφορά απόδοσης εντός και εκτός έδρας – λες και είχαμε να κάνουμε με κάποιον που είχε γεννηθεί στα Καμίνια και εκτός Ελλάδας πρωτοταξίδεψε εικοσιπέντε χρονών. Ο Τόμπσον αρχικά παίζει σταθερά 20 με 23 λεπτά, βάζει εντός έδρας πάνω από 8 πόντους (με την Μάλαγα βάζει 15 και με την Χίμκι 12 χάνοντας μόνο ένα σουτ), αλλά εκτός έδρας προσφέρει λιγότερα: έχει 4 πόντους με την Μακάμπι και 7 με την Μπαρτσελόνα σπάζοντας όμως τα καλάθια, αφού έχει 2 στα 10 εύστοχα σουτ. Για να βρει τρίποντο εκτός έδρας πρέπει να πάει ο Ολυμπιακός στην Πόλη να παίξει με την Φενέρ. Κι εκεί η επιθετική του παραγωγή είναι σχετικά μικρή (9 πόντοι), αλλά τα ποσοστά του άψογα.          

Από το ζενίθ στο ναδίρ

Στο μεταξύ έχει έρθει η πρώτη μεγάλη απογοήτευση: η ήττα από τον ΠΑΟ στο ΣΕΦ. Αυτό είναι μέχρι σήμερα το χειρότερο παιγνίδι του εντός έδρας: παίζει 19 λεπτά και βάζει 1 πόντο. Όμως το επόμενο ματς που κάνει μπροστά στο κοινό της ομάδας είναι το καλύτερο του: εναντίον του Αστέρα σκοράρει 14 πόντους, κλέβει τρεις μπάλες, παίζει 22 λεπτά. Και όλοι λένε ότι σιγά σιγά προσαρμόζεται και ότι τα καλύτερα έρχονται. Αμ δε…

 

Θα περίμενε κανείς (πιστεύω πρώτα από όλα ο ίδιος…) ότι μετά το καλό του ματς με τον Αστέρα θα αντιμετωπιζόταν ως σημαντικός παίκτης – θα έπαιρνε πιο πολλές επιθέσεις και κυρίως περισσότερο χρόνο συμμετοχής. Κι όμως συνέβη ακριβώς το αντίθετο: στα επόμενα τέσσερα ματς ο χρόνος συμμετοχής του Αμερικάνου μειώνεται πολύ, μολονότι μάλιστα ο Ολυμπιακός χάνει παίκτες λόγω τραυματισμών. Ο Τόμσον παίζει 13 λεπτά με την Αρμάνι, 17 με την Βαλένθια και 18 με τη Ρεάλ – που είναι λίγα διότι το ματς πήγε στην παράταση. Σε αυτά τα παιγνίδια δεν παίρνει πιο πολλά από έξι σουτ και φυσικά σκοράρει λίγο: σε τρία ματς έχει σουτάρει 4 φορές για τρίποντο – μια ανά παιγνίδι! Όμως το αποκορύφωμα του παραλογισμού, σε ό,τι έχει να κάνει με την χρησιμοποίησή του, είναι το ματς με την Μπάμπεργκ. Παίζει όλα κι όλα 4 λεπτά, μολονότι ευστοχεί στο μοναδικό σουτ που επιχειρεί! Παρόλα αυτά, αν και εμφανώς στρεσαρισμένος, αφού αμφιβάλω αν καταλαβαίνει τι γίνεται, ο τύπος δεν το βάζει κάτω και δεκαπέντε μέρες αργότερα κάνει στην Κωνσταντινούπολη κόντρα στην Εφές το καλύτερο του ματς εκτός έδρας, έχοντας σε 20 λεπτά 11 πόντους, 5 στα 8 σουτ και 5 υπερπολύτιμα ριμπάουντ. Ιδια στατιστική εικόνα (απλά ένα πόντο λιγότερο, αλλά και 3 ριμπάουντ παραπάνω) έχει και στο Κάουνας, πάλι σε ένα πολύ κλειστό ματς. Τα έβλεπα αυτά κι επειδή στην αρχή της χρονιάς δεν τα έκανε εκτός έδρας τα θεωρούσα μια κάποια πρόοδο – μολονότι το ντεφορμάρισμα του Ολυμπιακού δεν επέτρεπε σε κανένα να τα αναδείξει.   Και φυσικά η συνέχεια είναι χειρότερη: με την Αρμάνι στο ΣΕΦ έπαιξε 11 λεπτά όλα κι όλα, ευστοχώντας στο ένα και μοναδικό σουτ που του δώσανε – είπαν ότι ήταν και τραυματίας. Τόσο (λίγο δηλαδή…) έπαιξε και με την Μπασκόνια και κάπου εκεί νομίζω τον πήρε από κάτω. Ο χρόνος συμμετοχής του και οι προσπάθειές του συνεχώς μειώνονται: στο Βελιγράδι έπαιξε όλα κι όλα 5 λεπτά χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα το άξιο αναφοράς.

Σουτάρει πιο λίγο από όλους

Τα Χριστούγεννα σε ένα εσωτερικό γκάλοπ οι παίκτες του Ολυμπιακού τον ψήφισαν καλύτερο σουτέρ της ομάδας. Πολλοί γέλασαν και δικαίως: ο Τόμπσον στην Ευρωλίγκα έχει σουτάρει σε 20 ματς όλα κι όλα 43 τρίποντα κι έχει ευστοχήσει σε 11. Ο Σπανούλης παίζοντας τα μισά ματς έχει σουτάρει περισσότερα! Ξέρετε πόσα έχει σουτάρει ο Μάντζαρης; 56! Ο Παπανικολάου; 55! Ο Ρόμπερτς; 49. Ακόμα και ο Παπαπέτρου έχει σουτάρει περισσότερα, αλλά τα εύστοχα όλων αυτών δεν τα γράφω γιατί θα κλάψει κόσμος. Αναφέρω όμως ενδεικτικά, για να θυμηθούμε τι σημαίνει σουτέρ σε μια ομάδα κανονική, ότι ο Ρίβερς έχει σουτάρει 103 (!) τρίποντα κι ο Σίγκλετον 70 (!), ενώ στη Ρεάλ ο Ρούντι 69 κι ο Κάρολ 63 – και δεν παίζουν και πολύ.

Η ουσία της ιστορίας είναι ότι ο Χόλις Τόμπσον, η καλύτερη μεταγραφή του καλοκαιριού, ο άνθρωπος που ήρθε για να γίνει τρίτος πόλος στην επίθεση, ο παίκτης που θα άλλαζε τις ισορροπίες κτλ παίζει λίγο, δεν παίρνει προσπάθειες κι ανάθεμα αν υπάρχει ένα κάποιο επιθετικό σύστημα για να αξιοποιηθεί. Σκοράρει μόνο στο πρωτάθλημα, με αντιπάλους κατά κανόνα της πλάκας – στα ντέρμπι και στο πρωτάθλημα την μπάλα την παίρνει σπάνια.

Δυο τινά συμβαίνουν: ή το καλοκαίρι έλεγαν υπερβολές και έφεραν ένα ακόμα μέτριο παίκτη, που στο Βελιγράδι ήταν χειρότερος από τους ξένους του Αστέρα που πληρώνει με δηνάρια, ή έφεραν ένα καλό παίκτη που ήθελε, όμως, εμπιστοσύνη, χρόνο συμμετοχής και κάποιες επιθέσεις χτισμένες πάνω του. Νομίζω ότι καταλάβατε πως είτε ισχύει το πρώτο, είτε το δεύτερο, το πρόβλημα δεν είναι ο καλός και ήσυχος Τόμπσον.

Πολύ φοβάμαι ότι τον τρελάνανε…