Ποια είναι φέτος το καλοκαίρι η κοινή αγάπη των ελληνικών ομάδων που κάνουν πρωταθλητισμό; Τα στοιχήματα. Δεν αναφέρομαι σε αυτά που μπαίνουν για τα ματς και στα οποία ποντάρουν ότι θα έχουμε «1 ημίχρονο 2 τελικό» - μην πάει το μυαλό σας στο πονηρό. Αναφέρομαι στην γενικότερη πολιτική των ελληνικών ομάδων στο μεταγραφικό παζάρι που σιγά σιγά πάει προς το τέλος του. Ολες οι ελληνικές ομάδες κάνουν πολλές κινήσεις που μόνο ως στοιχήματα μπορεί να χαρακτηριστούν.
Με ονόματα και προβλήματα
Θα γίνω πιο σαφής. Στοίχημα – και μεγάλο – είναι η απόκτηση του Λούκα Γιόβιτς από την ΑΕΚ: ο σπουδαίος αυτός φορ έρχεται από τέσσερα πολύ δύσκολα χρόνια, το χω γράψει αναλυτικά, ας μην τα ξαναγράφω: το παληκάρι έπαιξε μισή ώρα με τον Αρη Λεμεσσού και σκόραρε και έπειτα είχε μια εβδομάδα ενοχλήσεις. Ο ΠΑΟ μοιάζει βλέποντας την επιλογή αυτή της ΑΕΚ να αποφάσισε να βάλει κι αυτός δυο στοιχήματα – διαφορετικού ρίσκου βέβαια. Το ένα είναι ο Καλάμπρια: υπήρξε ταλέντο, έφτασε να γίνει αρχηγός στην Μίλαν, αλλά είχε πέρυσι μια καταστροφική σεζόν, καθώς δεν έπιασε ούτε στην Μπολόνια και βρέθηκε χωρίς ομάδα στα μέσα του Αυγούστου καθώς ζητούσε 1 εκατ πριμ μεταγραφής εκτός από μεγάλο συμβόλαιο. Στην πρώτη εμφάνισή του κόντρα στην Σάμσουνσπόρ φρόντισε με την καλή του απόδοση για ένα ημίχρονο να διώξει την όποια αμφιβολία, αλλά εγώ βεβαιότητες ακόμα δεν έχω: θέλω να τον δω – τη θέση την ξέρει - το θέμα είναι οι αντοχές και το κέφι του. Ο ΠΑΟ, μάλλον γιατί αγαπά τις περιπέτειες, έβαλε αμέσως ένα στοίχημα μεγαλύτερο: λέγεται Ρενάτο Σάντσες. Στο βιογραφικό του υπάρχουν ομάδες σπουδαίες (Παρί, Μπενφίκα, Λιλ, Ρόμα, Μπάγερν Μονάχου κτλ), αλλά οι εμφανίσεις του τα τρία τελευταία χρόνια είναι μετρημένες: πέρυσι ξεκίνησε ως βασικός σε μόλις 4 ματς. Η φήμη που τον συνοδεύει είναι ότι ο οργανισμός του δεν του επιτρέπει εξαιτίας επιβαρύνσεων να ξεπερνά γρήγορα ακόμα και μπανάλ τραυματισμούς. Μπάλα φυσικά ξέρει: μιλάμε για ένα ποδοσφαιριστή που το 2017 ήταν από τους καλύτερους στην θέση του στον κόσμο.
Στοιχήματα είναι και οι μικροί
Στοιχήματα ωστόσο βάζουν κι άλλοι κι άλλου τύπου. Ο τρόπος που ο ΠΑΟΚ απέκτησε τον Χρίστο Ζαφείρη πχ είναι κάτι σπάνιο. Όχι γιατί ο ΠΑΟΚ συμφώνησε να πληρώσει στην Σλάβια Πράγας πάνω από 12 εκατ για τον Ελληνα παίκτη (οι τιμές των Ελλήνων είναι στα ύψη) αλλά και γιατί δέχτηκε να τον αποκτήσει την Πρωτοχρονιά, ενώ τον έχει απόλυτη ανάγκη τώρα: ο ΠΑΟΚ στις δυο θέσεις που ο Ζαφείρης μπορεί να βοηθήσει έχει μόνο τον Μεϊτέ, τον Καμαρά και τον Οζντόεφ – τον Ελληνα διεθνή τον χρειάζεται χθες. Αν ένα παίκτη τον έχεις ανάγκη κάνεις ότι μπορείς για να σε βοηθήσει τώρα: εδώ το στοίχημα έχει να κάνει με το πόσο θα αντέξει ο ΠΑΟΚ να κυνηγά στόχους με ένα βασικό παίκτη λιγότερο για μήνες.
Στοίχημα είναι φυσικά και η επιλογή του Ολυμπιακού να ποντάρει σε μικρούς. Ηρθαν ήδη ο Νασιμέντο και ο Σιπιόνι και στο πρώτο ματς κανείς από τους δυο δεν ξεκίνησε στην ενδεκάδα – όχι παράξενο καθώς μιλάμε για παιδιά κάτω από 23 χρόνων. Ερχονται όπως όλα δείχνουν ο Αντίνο και ο Μάτσα κι αποκτήθηκε για να ρθει τον Ιανουάριο και Μανέ. Ο Αντίνο, με το μάτι, είναι παίκτης που θέλει χώρους για να τρέξει και είναι να απορείς που θα τους βρει – ειδικά στο ελληνικό πρωτάθλημα, που είναι και ο αληθινός στόχος του Ολυμπιακού κι ας μιλάνε όλοι για το Τσάμπιονς λιγκ. Ο Βραζιλιάνος πρέπει να φορέσει τα παπούτσια του Κάρμο που πέρυσι έπαιξε πάνω από 30 ματς: μακάρι να κάνω λάθος αλλά το βρίσκω δύσκολο να τον δούμε σε τόσα την πρώτη χρονιά, αν αποκτηθεί. Με τον δε Μανέ υπάρχει κίνδυνος να ρθει και να χρειάζεται προετοιμασία καθώς θα έχει αγωνιστεί σε ένα πρωτάθλημα που θα έχει ολοκληρωθεί. Αλλά για να πω τι πιστεύω βρίσκω πιο πιθανό να βοηθήσει αυτός τον Ολυμπιακό από τους δυο λατινοαμερικάνους: έρχεται από μια ευρωπαϊκή χώρα κι έχει κάνει πρωταθλητισμό.
Δεν είναι παράξενο
Είναι παράξενα τόσα στοιχήματα από ομάδες που μάλιστα θέλουν να κερδίσουν τίτλους; Δεν είναι. Κυρίως είναι υποχρεωτικά. Ο κόσμος στην Ελλάδα δυσκολεύεται να καταλάβει πόσο έχουν αλλάξει οι εποχές, πόσο ψηλά είναι στην Ευρώπη οι τιμές και πόσο περίπλοκο είναι το μεταγραφικό παζάρι για τις ελληνικές ομάδες. Ενας επιθετικός πχ 27 – 28 χρονών, που καλείται στην Εθνική του ομάδα, που έχει αγωνιστεί για 30 ματς στο πρωτάθλημα της χώρας του την τελευταία σεζόν, και έχει βάλει πάνω από 10 γκολ, είναι δύσκολο να αποκτηθεί με λιγότερα από 10 εκατ ευρώ από μια ελληνική ομάδα. Οι ομάδες μας θέλουν να πουλάνε ακριβά και το πετυχαίνουν. Ο Ολυμπιακός πήρε 35 εκατ από την πώληση του Κωστούλα, η ΑΕΚ 17 από αυτή του Λιβάι Γκαρσία, ο ΠΑΟ θέλει πάνω από 20 για τον Ιωαννίδη, ο ΠΑΟΚ πούλησε ακριβά τους Κουλεράκη, Τζίμα, Τζόλη, Γιαννούλη κτλ. Όταν ακριβά πουλάς, ακριβά αγοράζεις: είναι κανόνας. Η δεν αγοράζεις.
Αν δεν βρίσκεις στην Ευρώπη παίκτες στα χρήματα που δίνεις ή που σου ζητάνε, θα ψάξεις στη Λατινική Αμερική. Ο ΠΑΟ περιμένει τον Ταμπόρδα, ο Ολυμπιακός έχει ασχοληθεί με πολλούς ταλαντούχους λατινοαμερικάνους μικρούς ειδικά φέτος. Γιατί μικρούς; Πρώτα από όλα γιατί οι μεγάλοι που έχουν απομείνει στην Αργεντινή ή στην Βραζιλία κάποιο πρόβλημα κουβαλάνε αλλιώς θα ήταν στην Ευρώπη: οι ταλαντούχοι λατινοαμερικάνοι αγοράζονται από ομάδες όπως η Ρεάλ Μαδρίτης και η Σίτυ πριν γίνουν 19 χρονών. Αλλά αυτοί που δεν αγοράζονται από τέτοιες ομάδες κουβαλάνε ερωτηματικά και η προσαρμογή τους στην Ελλάδα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ηρθαν μικροί από την Λατινικοί Αμερική και βοήθησαν παίκτες όπως ο Εσε, ο Μπορέλι, ο Ντούγκλας Αουγκούστα ακόμα κι ο Ορτέγκα που στον Ολυμπιακό δεν έχει παίξει και λίγο. Ηρθαν επίσης μικροί και δεν βοήθησαν ο Λοβέρα, ο Βιτάλ, ο Ζάμπα, ο Νούνιεζ, ο Πουλίδο. Κι άλλοι πολλοί. Οι λατινοαμερικάνοι που στην Ελλάδα απέδωσαν εξαιρετικά ήταν όσοι ήρθαν εδώ πάνω στα 24-25 χρονών (και πάνω) και είχαν περάσει κι από ευρωπαϊκά πρωταθλήματα: ο Πινέδα, ο Γκαλέτι, ο Λίνο κι ο Κοντρέρας, ο Τσόρι – κι άλλοι πολλοί. Που όμως σήμερα θα είχαν πολύ μεγάλα συμβόλαια για τα ελληνικά μας δεδομένα καθώς στο παιγνίδι έχουν μπει οι Σαουδάραβες και οι Αμερικάνοι που τέτοιους παίκτες ψάχνουν. Κάποτε αυτοί στις ευρωπαϊκές ομάδες περίσσευαν: σήμερα όχι πια.
Μεγάλο ρίσκο, διπλό κέρδος
Είναι καλό πως ότι γίνεται φέτος μοιάζει να γίνεται με τις ευλογίες των προπονητών. Ο Νίκολιτς είναι Σέρβος και ξέρει τον Γιόβιτς. Ο Ρουί Βιτόρια έχει ζητήσει προσωπικά τον Ρενάτο Σάντσεθ λέγοντας πως γνωρίζει πως πρέπει να τον προπονήσει και πώς να τον χρησιμοποιήσει. Ο Μεντιλίμπαρ έχουμε καταλάβει πως προτιμά να δουλεύει με παίκτες όπως ο Πιρόλα, ο Κωστούλας και ο Μουζακίτης παρά με Γουίλιαν και Ολιβέιρα. Ο Λουτσέσκου δεν γκρινιάζει για το γεγονός ότι θα αργήσει να έχει τον Ζαφείρη ενώ τον χρειάζεται τώρα. Αλλά και οι ευλογίες των προπονητών είναι κάτι σχετικό: κανείς δεν γνώριζε τον Λαμέλα καλύτερα από τον Αλμέιδα και πέρυσι ο Λουτσέσκου έλεγε πως αν υπάρχει κάποιος να αντικαταστήσει χωρίς πρόβλημα τον Μεϊτέ είναι ο Μπακαγιόκο, αλλά θαύματα δεν γίνονται.
Σε τελική ανάλυση ωστόσο το θέμα με τα στοιχήματα δεν είναι μόνο να τα κερδίσεις (πράγμα δύσκολο) είναι πάντα και η απόδοσή τους: το τι τελικά αληθινά σου μένει. Το να στήσεις στα πόδια του ένα καλό παίκτη που ταλαιπωρείται από τραυματισμούς μπορεί να σε βοηθήσει μέσα στην σεζόν αν αντέχεις το κόστος που η περίσταση απαιτεί: το έκανε ο Ολυμπιακός με τον Ζέλσον. Αλλά αν ο παίκτης δεν είναι δικός σου και είναι δανεικός θα τον βοηθήσεις και θα τον χάσεις. Ενώ αν σου βγει ένας μικρός, το κέρδος είναι διπλό: και έχεις ένα καλό παίκτη και βγάζεις πολλά γιατί η αξία του, ακόμα και στην Ελλάδα, ανεβαίνει.