Το δύσκολο εξωτερικό

Το δύσκολο εξωτερικό


H εβδομάδα ξεκίνησε με την αξιοπρεπέστατη εμφάνιση που έκανε η Εθνική μας απέναντι στην δευτεραθλήτρια κόσμου Γαλλία στο Σταντ Ντε Φράνς. Η ομάδα του Γουστάβο Πογέτ ηττήθηκε με 1-0. Πιο πολύ κι από την εντός προγράμματος ήττα με στεναχώρησε που αυτή φορτώθηκε από όλους σχεδόν στον στόπερ της Εθνικής μας Κωνσταντίνο Μαυροπάνο. Δεν είναι εντελώς άδικο, διότι η εμφάνιση του διεθνούς κεντρικού αμυντικού ήταν κάκιστη – και δεν ήταν η πρώτη κακή του σε ένα σημαντικό ματς. Ο Μαυροπάνος ήταν κακός και στο «ματς – κλειδί» με την Σουηδία τον Οκτώβριο του 2021, όταν εκεί η Εθνική μας χάνοντας με 2-0 απώλεσε κάθε μαθηματική ελπίδα να πάει στα τελικά του Μουντιάλ του Κατάρ. Τότε, στην Στοκχόλμη, είχε κάνει το πέναλτι με το οποίο οι γηπεδούχοι είχαν ανοίξει το σκορ και είχε μπερδευτεί στη φάση που ο Ισακ έκανε το τελικό 2-0. Την περασμένη Δευτέρα έκανε πολλά χειρότερα.

Τι με στεναχωρεί; Ότι από το ματς της Στοκχόλμης έχουν περάσει περίπου δυο χρόνια. Κι ότι ο Μαυροπάνος είναι πλέον 25 χρονών κι όχι 23. Κι ενώ είναι ο καλύτερος Ελληνας κεντρικός αμυντικός αυτό τον καιρό, η βελτίωσή του είναι μικρή. Κι ας αγωνίζεται στο εξωτερικό. Η ίσως επειδή αγωνίζεται στο εξωτερικό.

https://i1.prth.gr/images/1168x656/files/2023-06-19/ellada-galia.jpg

Πως θα μεγαλώσει

Δεν ήθελα να γράψω κάτι για τον Μαυροπάνο μετά το ματς όταν φώναζαν για την εμφάνισή του όλοι γιατί οι φωνές δεν έχουν νόημα: το θέμα είναι να δίνεται και μια εξήγηση για να υπάρχει λίγος προβληματισμός.  Ένα συνηθισμένο λαθάκι που κάνουμε στην Ελλάδα, παρακολουθώντας την πρόοδο των ποδοσφαιριστών, είναι πως την έχουμε σχεδόν ταυτίσει με την συμμετοχή τους σε πρωταθλήματα του εξωτερικού: πιστεύουμε πως όποιος Ελληνας παίκτης φύγει για το εξωτερικό αυτομάτως βελτιώνεται. Είναι αλήθεια πως η συμμετοχή σε ένα ξένο πρωτάθλημα σοβαρότερο από το δικό μας βοηθάει ένα ποδοσφαιριστή να γίνει καλύτερος. Υπό την προϋπόθεση, όμως, να μην χρειάζεται στο εξωτερικό να μάθει τα πάντα. Αν αυτό είναι απαραίτητο, τότε το ποια θα είναι η εξέλιξή του ποδοσφαιριστή συχνά έχει να κάνει με την ομάδα που θα τον μεγαλώσει. Και δεν είναι απαραίτητο πως σε όλες τις ομάδες οι παίκτες γίνονται καλύτεροι. Ανεξάρτητα από το πρωτάθλημα, στο οποίο η ομάδα τους παίρνει μέρος. Δεν ξέρουν όλες οι ομάδες την τέχνη να μεγαλώνουν παίκτες. Οι πιο πολλές τους ρίχνουν στα βαθιά. Κι όποιος αντέξει.  

Πρωταθληματικές εμπειρίες

Οι Ελληνες παίκτες που έκαναν σπουδαίες καριέρες στο εξωτερικό ήταν αυτοί που τα βασικά τα έμαθαν στην Ελλάδα. Στα βασικά δεν συγκαταλέγονται μόνο η τεχνική, η αγωνιστικότητα, η μαχητικότητα, οι αντοχές κτλ, αλλά και πολλά που έχουν να κάνουν  με το χαρακτήρα και την προσωπικότητα. Ο Νίκος Νταμπίζας όταν κάποτε πήγε στην Αγγλία είχε περάσει τέσσερα χρόνια στον Ολυμπιακό όπου «έστρωσε χαρακτήρα»: απαλλαγμένος από την υπερβολική πίεση που είχε γνωρίσει στην Ελλάδα στην Νίουκασλ τα κατάφερε υπέροχα. Ο Στέλιος Γιαννακόπουλος κι ο Βασίλης Τοροσίδης επίσης πήγαν κάποτε ο πρώτος στην Αγγλία κι ο δεύτερος στην Ιταλία κουβαλώντας την νοοτροπία του πρωταθλητή, δηλαδή τη θέληση για δουλειά και νίκες. Αυτό ήταν και το μυστικό του Ανδρέα Σάμαρη που τα κατάφερε στην Μπενφίκα, του Κώστα Μανωλά που έκανε καριέρα στην Ιταλία, αλλά και του Κώστα Τσιμίκα που διόλου δεν απελπίζεται κυνηγώντας το όνειρό του στο Λίβερπουλ: κι αυτός έφτασε εκεί έχοντας περάσει στην Ελλάδα πολλά.

Ηττες διδακτικές

Δεν είναι σχολείο μόνο οι νίκες: σχολείο είναι και οι ήττες. Ο Νίκος Μαχλάς, ο Βασίλης Τσιάρτας, ο Γιώργος Καραγκούνης, ο Κώστας Κατσουράνης, ο Τραϊανός Δέλλας, ο Ζήσης Βρύζας, ο Αγγελος Χαριστέας, ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος, ο Οδυσσέας Βλαχοδήμος στην Ελλάδα δεν αγωνίστηκαν σε ομάδες που κέρδιζαν πρωταθλήματα, αλλά σε ομάδες που κυνηγώντας κάθε χρόνο υπερβάσεις, τους οδήγησαν υποχρεωτικά στο να σκληρύνουν: οι απαιτήσεις που είχαν από αυτούς οι ομάδες τους εξωτερικού στις οποίες αγωνίστηκαν (πολλές μάλιστα ήταν και αληθινά μεγάλες) ήταν παιγνιδάκι σε σχέση με αυτές που είχαν να αντιμετωπίσουν στην Ελλάδα. Μια άλλη κατηγορία παικτών που στο εξωτερικό τα καταφέρνουν είναι αυτοί που πριν ξενιτευτούν έπαιξαν στην Ελλάδα σε πολλές ομάδες ψάχνοντας εμπιστοσύνη. Ο Τάσος Μπακασέτας, ο Μανώλης Σιώπης, ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος κι ο Κώστας Μήτρογλου παλιότερα, βρήκαν σε ομάδες του εξωτερικού καταφύγιο – ένιωσαν την εμπιστοσύνη που στην Ελλάδα τους έλειψε. Αλλά κι αυτοί εδώ πήραν πτυχίο: στο εξωτερικό βρέθηκαν για το μεταπτυχιακό τους.

Η τρίτη κατηγορία

Το πρόβλημα είναι πως αυτές τις διαδρομές που οδηγούν σχεδόν πάντα στην επιτυχία δεν τις κάνουν όλοι. Ο καλός Μαυροπάνος ανήκει σε μια τρίτη κατηγορία παικτών που βρέθηκαν στο εξωτερικό: στην κατηγορία αυτών που έφυγαν από την Ελλάδα σε χρόνο ρεκόρ γιατί εκτιμήθηκαν από τους ξένους τα προσόντα τους. Στην ίδια κατηγορία είναι και παίκτες όπως ο Κυργιάκος Παπαδόπουλος, ο Σωτήρης Νίνης, ο Παναγιώτης Ρέτσος, ο Χρήστος Τζόλης, ο Σωτήρης Αλεξανδρόπουλος κι άλλοι πολλοί. Ολοι τους έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: έφυγαν από την Ελλάδα ως ταλέντα κι έπρεπε στο εξωτερικό να γίνουν πρώτα ποδοσφαιριστές και μετά αστέρια. Ολοι τους είχαν κάτι που όταν ήταν μικροί τους έκανε να ξεχωρίζουν: βρέθηκαν οι πιο πολλοί να λογίζονται ως βασικοί στις ομάδες τους καλά καλά πριν γίνουν είκοσι χρονών. Αλλά έφυγαν πριν κερδίσουν γαλόνια στο πεδίο της μάχης.

https://sportal365images.com/process/smp-images-production/sportal.gr/30012023/ba7a635f-8be2-479c-9e78-f65fbf6a5457.jpg?operations=fit(960:)

Το αίμα καίει, αλλά…

Άλλο είναι τα μπράβο κι άλλο η καταξίωση. Τα μπράβο τα κερδίζεις εύκολα, η καταξίωση, δηλαδή η σιγουριά της προσφοράς, είναι κάτι δυσκολότερο. Αυτοί οι παίκτες έπρεπε να καταξιωθούν σε ομάδες που τους πρόσφεραν συμβόλαια μεγάλα περιμένοντας πολλά: το πράγμα δεν είναι καθόλου απλό, διότι μιλάμε και για πιτσιρικάδες που το αίμα τους καίει και στο ραντεβού με την ωριμότητα μπορεί κομμάτι να αργήσουν. Ο Μαυροπάνος είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση. Επαιξε ένα χρόνο βασικός στον ΠΑΣ Γιάννινα και βρέθηκε στην Αρσεναλ: το άλμα είναι τέτοιο που μπορεί ένα παιδί να πάθει και πολιτισμικό σοκ. Στο Λονδίνο δούλεψε κι έμαθε πολλά, αλλά δεν έκανε πρωταθλητισμό και δεν πιέστηκε. Αν περνούσε από μια μεγάλη ελληνική ομάδα και πάλευε για να κερδίσει θέση στην ενδεκάδα και τίτλους στο γήπεδο, η εξέλιξή του θα ήταν πιο ομαλή. Αλλά από την Αρσεναλ βρέθηκε στην Γερμανία για να παίξει λίγο στην Νυρεμβέργη και πολύ στην Στουτγάρδη που παραμένει μια ιστορική ομάδα, αλλά που στόχο είχε φέτος την παραμονή στην κατηγορία κι έφτασε σε αυτή κερδίζοντας το Αμβούργο στα μπαράζ. Του λείπει όχι η εμπειρία των μεγάλων ματς, αλλά η εμπειρία των κερδισμένων ματς - που είναι κάτι άλλο. Φυσικά και μια κάποια ικανότητα προετοιμασίας για αυτά. Δεν λες πχ ποτε «αν παίξουμε σωστά θα σταματήσουμε τον ΕμΠαπέ και τον Γκριέζμαν». Το κάνεις και μετά το εξηγείς. 

Ο Μαυροπάνος έκανε μια καλή χρονιά σε μια προβληματική ομάδα: του αξίζει πιστεύω μια ομάδα καλύτερη για να εξελιχτεί – πρώτα από όλα για να παίζει σε αυτή για να κερδίζει. Κάπως έτσι θα γίνει και ηγέτης της άμυνας της Εθνικής μας, δηλαδή παίκτης που στα μεγάλα ματς ξεχωρίζει για την προσωπικότητα του κι όχι για τα λάθη του. Γιατί θα ξέρει, χάρη στην ομάδα που θα αγωνιστεί, την ευθύνη να την διαχειρίζεται. Και δεν θα τρομάζει εξαιτίας της. 

(Νέα Σαββατοκύριακο, Ιούνιος του 2023)