Οι μεταγραφές θα ολοκληρωθούν στις 11 Σεπτεμβρίου – μετά θα υπάρξει λίγος χρόνος για να βρει όποια ομάδα ακόμα κάτι ψάχνει κάποιον ελεύθερο παίκτη. Το ψάξιμο άλλωστε δεν έχει τελειώσει. Ο ΠΑΟΚ ψάχνει ένα αμυντικό, η ΑΕΚ ένα δεύτερο φορ, εκτός αν οι Ρώσσοι έχουν δίκιο κι ετοιμάζεται να πουλήσει τον Λιβάι Γκαρσία, οπότε φορ θα χρειαστεί δύο. Ωστόσο ο ΠΑΟΚ, ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟ δήλωσαν τις λίστες με τους παίκτες τους στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Κι αυτό σημαίνει πως, παρά τις ελάχιστες εκκρεμότητες, επιτρέπεται ένας πρώτος απολογισμός.
Το φινάλε των μεταγραφών
Τι συνέβη στο φινάλε των μεταγραφών; Συνέβησαν πολλά και σημαντικά. Ο ΠΑΟΚ πούλησε τον Κουλιεράκη κι έφερε στη θέση του τον Ομάρ Κόλεϊ, ενώ αντικατέστησε τελικά τον Μεϊτέ με τον Τιεμουέ Μπακαγιόκο. Ο Ολυμπιακός πρόσθεσε στο ρόστερ των παικτών που έκανε προετοιμασία πρώτα από όλα τον Κάρμο, τον καλύτερο ποδοσφαιριστή που έχει αυτή την στιγμή και στην συνέχεια δυο έτοιμους έμπειρους παίκτες, δηλαδή τον Γουίλιαν και τον Σέρχιο Ολιβέιρα αφήνοντας κατά μέρους τις περιπτώσεις του Ορτα και του Ποντένσε. Ο Παναθηναϊκός έκλεισε θεαματικά με την προσθήκη του Ουνάχι που αποκτήθηκε δανεικός από την Μαρσέιγ. Ο ΠΑΟ έκανε τις πιο θεαματικές προσθήκες φέτος το καλοκαίρι έχοντας όμως και τις πιο μεγάλες ανάγκες. Σε σχέση με πέρυσι έχασε τους Ακαϊντίν και Ούγκο (ενώ ο Μάγκνουσον και ο Πάλμερ Μπράουν δεν είναι ακόμα έτοιμοι) κι έτσι αποκτήθηκε ο Ινγκασον. Εφυγαν ο Παλάσιος και ο Μπερνάρ και ήρθαν για τις θέσεις τους ο Πελίστρι και ο Τετέ. Δεν έφυγε, αλλά δεν μοιάζει να υπολογίζεται ο Πέρεθ και αποκτήθηκε ο Μαξίμοβιτς όπως ο Μαξ πήρε τη θέση του Χουάνκαρ. Ο έξτρα παίκτης που πέρυσι δεν υπήρχε είναι ο Ουνάχι: κανείς από τους περσινούς χαφ δεν έχει τα δικά του χαρακτηριστικά. Αν οι άλλοι κατά βάση πρόσθεσαν παίκτες στο ρόστερ τους κάνοντας λίγες αντικαταστάσεις σε επίπεδο αρχικής ενδεκάδας (και η ΑΕΚ το ίδιο έκανε), ο ΠΑΟ προχώρησε σε ένα γενικό ρεκτιφιέ έχοντας δυνητικά έξι νέους παίκτες στην βασική του ενδεκάδα και ίσως και για αυτό να δυσκολεύεται τώρα στην αρχή λίγο παραπάνω.
Κάτι παραπάνω χρειάζονταν
Τι μένει μετά το τέλος των μεταγραφών; Η αίσθηση ότι ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ χρειάζονταν κάποιους παίκτες που να έδιναν λίγη μεγαλύτερη σιγουριά για την αξιοπιστία του ρόστερ τους. Ο ΠΑΟΚ πρέπει να βρει ένα στόπερ: το ότι δήλωσε μόλις τρεις κεντρικούς αμυντικούς στην ευρωπαϊκή του λίστα μαρτυρά ό,τι κάποιο λάθος έγινε – το οποίο δεν είναι και μικρό αν υπολογίσουμε το γεγονός ότι έχει χρήματα μετά την πώληση του Κουλιεράκη. Ερωτηματικά κουβαλάνε και ο Μπακαγιόκο και ο Κόλεϊ – ειδικά ο πρώτος δεν στεριώνει πουθενά χρόνια τώρα. Στον Ολυμπιακό, από την άλλη, είναι λάθος να μιλούν για δυο ενδεκάδες (και μάλιστα ισάξιες) όταν είναι πολλοί οι παίκτες των οποίων περιμένουμε να δούμε τόσο την δυνατότητα της προσφοράς (Σέρτζιο Ολιβέιρα, Κοστίνια, Στάμενιτς κτλ) όσο και τις αντοχές και την ανθεκτικότητα τους (Ζέλσον Μάρτινς, Ντάνι Γκαρθία κτλ). Υπάρχουν φυσικά και τα νέα παιδιά, τα οποία όλοι περιμένουν να δουν εν δράσει γνωρίζοντας πως χωρίς την δική του αξιοποίηση οι λύσεις είναι μετρημένες.
Ο ΠΑΟΚ κι ο Ολυμπιακός βάλανε φέτος το καλοκαίρι κάποια ενδιαφέροντα στοιχήματα, αλλά τα στοιχήματα μέχρι να τα κερδίσεις δεν ενθουσιάζουν. Αν δεν τα κερδίσουν (και μάλιστα όλα…) θα έχουν κι αυτοί σύντομα να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα το οποίο απέκτησε ξαφνικά η ΑΕΚ και το οποίο παρά τις πολλές μεταγραφές δυσκολεύεται να ξεπεράσει ο ΠΑΟ. Δηλαδή την γκρίνια των οπαδών. Η εμφάνιση της γκρίνιας μετρά στην διεκδίκηση του πρωταθλήματος πιο πολύ από τα αμιγώς αγωνιστικά προβλήματα. Για τα αγωνιστικά προβλήματα οι προπονητές μπορεί να βρουν λύσεις κάνοντας αλχημείες και να καταπλήξουν: η γκρίνια δεν παλεύεται.
Τι φοβούνται οι ομάδες
Στην Ελλάδα μιλούν όλοι πια πολύ για τοξικότητα. Οι μεγάλες ελληνικές ομάδες δεν έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα με αυτή. Πρόβλημα με την τοξικότητα μπορεί να έχουν άλλοι. Για παράδειγμα όσοι έχουν απομείνει να αγαπούν το ποδόσφαιρο και να το αντιμετωπίζουν ως παιγνίδι. Ή η Πολιτεία που παρακολουθεί τις υπερβολές των ομάδων καταθέτοντας συνήθως την αδυναμία της να παρέμβει. Ή σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και οι άμεσα εμπλεκόμενοι (προπονητές, ποδοσφαιριστές διαιτητές) που μπορεί να βρεθούν στη μέση απερίγραπτων καβγάδων μεταξύ των ΠΑΕ. Η μεταξύ των οπαδών. Καμιά φορά και της ίδιας ομάδας.
Οι μεγάλες ομάδες με το να καβγαδίζουν μεταξύ τους δεν τραβάνε ζόρι. Ανταλλάσσουν ανακοινώσεις και κάνουν και επίδειξη δύναμης. Οι παράγοντες τους μπορούν να τσακώνονται θεματικά αφήνοντας συχνά ένα πλήθος από υπονοούμενα απλά για να δημιουργούν υποψίες για τις επιτυχίες των άλλων, δηλαδή δικαιολογίες για τα λάθη τους. Αυτό που αποκαλούμε τοξικότητα συνήθως συσπειρώνει τους οπαδούς φανατικούς και λιγότερο φανατικούς. Ολοι χαίρονται όταν βρίσκουν αντιπάλους και αντιλαμβάνονται αυτού του είδους τις αντιπαραθέσεις ως μάχες που τους υποχρεώνουν να βγουν στα χαρακώματα. Τι φοβούνται οι ΠΑΕ; Την κριτική αρχικά και την γκρίνια στη συνέχεια.
Κριτική και γκρίνια
Την κριτική δεν την θέλουν γιατί όσο περισσότερο στοιχειοθετημένη είναι τόσο λιγότερο επιτρέπει τις δικαιολογίες, δηλαδή την τοξικότητα. Εκείνο όμως με το οποίο έχουν πραγματικό πρόβλημα είναι γκρίνια έτσι όπως αυτή γίνεται στους καιρούς μας, στους οποίους η φασαρία στα social media είναι περισσότερο διαβρωτική από πρωτοσέλιδα και ρεπορτάζ, από εκπομπές στην τηλεόραση, οι από τοποθετήσεις διαφόρων ακρατών στα ραδιόφωνα που παλιότερα ήταν σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και χρηματοδοτούμενες.
Σήμερα οι ελληνικές μεγάλες ομάδες δεν κάνουν άλλο από το να κοιτάζουν την γράφουν οι οπαδοί. Το κάνουν γιατί το ίδιο κάνουν και οι ποδοσφαιριστές (θυμηθείτε το ξέσπασμα του Ιωαννίδη πέρυσι έξω από το γήπεδο της Λεωφόρου…) αλλά και οι προπονητές ακόμα. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι θέσεις των οπαδών προκαλούν και εξελίξεις: οι πρόεδροι τρέχουν πίσω από τα παλλαϊκά «θέλω». Δεν είναι λίγοι οι εξαιρετικοί προπονητές πχ που έχασαν τη δουλειά τους, γιατί ξεσηκώθηκαν εναντίον τους διαδικτυακά οι πλέον ανόητες σταυροφορίες και δεν είναι λίγοι οι παίκτες που έμειναν στην άκρη επειδή στοχοποιήθηκαν.
Όταν τα πληκτρολόγια παίρνουν φωτιά οι ομάδες αισθάνονται ότι θα καεί το σύμπαν. Πρόκειται φυσικά για υπερβολή: κανείς δεν παθαίνει τίποτα. Αλλά η αδυναμία της διαχείρισης προκαλεί κρίσεις που είναι εξαιρετικά δύσκολο οι ΠΑΕ να τις αντιμετωπίσουν όσους υπεύθυνους επικοινωνίας και αν πληρώνουν για να κάνουν την αποδεδειγμένα καλή δουλειά τους.
Το χαμένο αβαντάζ
Στις τρεις πρώτες αγωνιστικές η ηρεμία έκανε την διαφορά. Ο ΠΑΟΚ και ο Ολυμπιακός έκαναν το 3 στα 3 γιατί δεν είχαν γκρίνιες: στον ΠΑΟΚ ακόμα και ο αποκλεισμός απο το Τσάμπιονς λιγκ πέρασε χωρίς πολλά πολλά γιατί υπάρχει η αύρα του πρωταθλήματος. Πιστεύω ότι φέτος περισσότερο από ποτέ το μεγάλο αβαντάζ για την κατάκτηση του πρωταθλήματος θα το έχει όποιος βρει μπροστά του λιγότερη γκρίνια από τους οπαδούς, δηλαδή λιγότερες κρίσεις. Ξέρετε γιατί; Γιατί οι κατηγορίες για όλους υπάρχουν ήδη! Η σεζόν που θα ζήσουμε είναι σαν ένα είδος λαϊκού δικαστηρίου όπου θα χρειάζεται απλώς μια ήττα για να βγαίνουν στην επικαιρότητα όλα τα προηγούμενα που οι νίκες κρύβουν προσωρινά. Στην ΑΕΚ «Η απώλεια της κατάκτηση του πρωταθλήματος από τον Αλμέιδα» πέρσι και «ο αποκλεισμός από την Νόα». Στον ΠΑΟ «Τα λάθη του Γιάννη Αλαφούζου» γενικώς – όρεξη να χει κανείς. Στον Ολυμπιακό οι παικταράδες που δεν ήρθαν και για τους οποίους υπήρχαν πρωτοσέλιδα όλο το καλοκαίρι και φυσικά η έλλειψη του Φορτούνη του Ποντένσε και του Ορτα. Στον ΠΑΟΚ η μη αντικατάσταση του Κουλιεράκη και το γεγονός ότι η ομάδα έμεινε με τρία στόπερ. Και δύο στόπερ να πάρει ο ΠΑΟΚ τις τελευταίες μέρες των μεταγραφών στην πρώτη στραβή στη Θεσσαλονίκη θα γκρινιάζουν. Και το λέω κι ας μου φαίνεται η διαδικτυακή εξέδρα του ΠΑΟΚ αυτό τον καιρό η πιο ήσυχη από αυτές των άλλων.
Μου ζητάτε αγωνιστικές αξιολογήσεις. Είναι πανεύκολες αλλά καλά καλά δεν έχουν λόγο ύπαρξης πλέον. Πλέον όποιος χάνει κάθεται στο ειδώλιο του κατηγορουμένου. Από τους ίδιους τους οπαδούς του πρώτα από όλα. Κι αυτά τα δικαστήρια είναι τα ματς της χρονιάς καθώς από την έκβασή τους θα κριθούν όλα.