Ολυμπιονίκες μιας χώρας χωρίς αθλητισμό...

Ολυμπιονίκες μιας χώρας χωρίς αθλητισμό...


Οι ανασκοπήσεις επιτυχιών και αποτυχιών της εκάστοτε ελληνικής αποστολής σε Ολυμπιακούς Αγώνες δεν χρειάζονται γιατί όσοι τους αγώνες έχουμε παρακολουθήσει τα θυμόμαστε όλα: είναι προτιμότερο μετά το τέλος των Αγώνων να προβληματιζόμαστε για το τι συμβαίνει στα ελληνικά αθλητικά μας πράγματα. Το τέλος των Αγώνων του Τόκιο μου αφήνει την αίσθηση ότι η Ελλάδα τα πήγε αρκετά καλά, γεγονός κομμάτι ανεξήγητο αν σκεφτεί κανείς ότι στα πέντε χρόνια που ακολούθησαν τους Αγώνες του Ρίο ελάχιστα πράγματα στον αθλητισμό μας βελτιώθηκαν. Το ίδιο ακριβώς είχε συμβεί και μεταξύ των Αγώνων του Λονδίνου και του Ρίο: οι χρηματοδοτήσεις είχαν καταρρεύσει, οι δυσκολίες είχαν μεγαλώσει, η παραγωγή αθλητών ήταν μικρότερη, αλλά στη Βραζιλία η ελληνική αποστολή ήταν καλύτερη και αποτελεσματικότερη από εκείνη του Λονδίνου. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον ελληνικό παράδοξο.

Η φάση της μεγάλης στασιμότητας

Ομολογώ ότι αυτή την τελευταία πενταετία είχα πάντα την βεβαιότητα ότι βρισκόμαστε ως χώρα στα αθλητικά μας σε μια φάση στασιμότητας. Πριν από αυτή τη φάση,  υπήρξε ένα τεράστιο διάστημα φθοράς που ξεκίνησε μετά τη λήξη  των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και το τέλος του μοντέλου του κρατικοεπιδοτούμενου ελληνικού πρωταθλητισμού που είχε ως αποτέλεσμα μετάλλια πολλά, αλλά και σπατάλη απερίγραπτη και φρικτές ιστορίες δυσφήμισης με πρωταγωνιστές φαρμακέμπορους και φαρμακοτρίφτες.

 

Αυτή η φάση της τρέχουσας στασιμότητας στην οποία βρίσκεται ο αθλητισμός μας δεν είναι θεωρία: είναι γεγονός. Τα περισσότερα πρωταθλήματα στα ομαδικά σπορ στην Ελλάδα δεν περνάνε τις καλύτερες μέρες τους. Τα ερασιτεχνικά σωματεία (χτυπημένα και από την πανδημία  που οδήγησε σε περεταίρω μείωση εσόδων) φυτοζωούν ενώ ΚΑΕ και ΠΑΕ ελπίζουν σε κρατικές παρεμβάσεις για να βρουν ακόμα και τηλεοπτικά συμβόλαια. Η εικόνα παρακμής των πιο πολλών εθνικών ομάδων στα ομαδικά σπορ (το πόλο είναι εξαίρεση) γενικώς μας πληγώνει. Η παραγωγή αθλητών ολοένα και μικραίνει και οι ίδιες οι ομοσπονδίες δείχνουν πολλές φορές να ξεχνούν ποια πρέπει να είναι η κύρια προτεραιότητα τους: αντί να καλλιεργούν την αγάπη και την προβολή των σπορ, καταντάνε θέατρα ανόητων παραγοντικών καυγάδων. Δείτε για παράδειγμα τι συμβαίνει σήμερα στην ομοσπονδία Υδατοσφαίρισης. Η Εθνική ανδρών του πόλο γύρισε με το ασημένιο ιστορικό μετάλλιο από το Τόκιο κι ο πρόεδρός της, ο πρώην πρωταθλητής Κυργιάκος Γιαννόπουλος βάζει θέμα συνέχισης της παρουσίας του ομοσπονδιακού προπονητή Θοδωρή Βλάχου στο τιμόνι της, ζητώντας του να φύγει από τον Ολυμπιακό! Δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο στην οποία Εθνική ομάδα να έχει κερδίσει ολυμπιακό μετάλλιο και οι ιθύνοντες της, αντί να δηλώνουν πως δεν θα πειράξουν τίποτα από   τον μηχανισμό της ενόψει των Ολυμπιακών στο Παρίσι, να κάνουν γνωστό, ενώ κρατάνε τα πανηγύρια για την επιτυχία της, πως θα βάλουν στον προπονητή της διλήμματα – πιθανότατα γιατί έχουν πρόβλημα με το σύλλογο στον οποίο εργάζεται.  

Ανώτεροι από τον αθλητισμό μας

Αν κάτι με προβληματίζει μετά το Τόκιο είναι πως γίνεται να υπάρχουν ακόμα ελληνικές αθλητικές επιτυχίες σε ένα περιβάλλον που κυριαρχεί η γκρίνια, η έλλειψη οργάνωσης, η οικονομική δυσπραγία και σε μερικές περιπτώσεις και η έλλειψη σεβασμού στους ίδιους τους αθλητές. Όταν π.χ η ΕΡΤ δεν είχε  δείξει την προσπάθεια του Λευτέρη Πετρούνια στα προκριματικά των κρίκων είχα βρει σε αυτό το ασυγχώρητο λάθος κάτι συμβολικό: ήταν σαν ένας Θεός να αποφάσισε ότι ως χώρα δεν αξίζουμε ένα τόσο μεγάλο αθλητή και για αυτό καλύτερα να μην τον δούμε. Το λέω υπερβάλοντας αλλά όντως υπάρχει ένας εύγλωττος συμβολισμός: οι αθλητές μοιάζουν ανώτεροι από τον αθλητισμό της χώρας. Και δεν μιλάω μόνο για αυτούς που κέρδισαν αυτά τα ιστορικά και βαριά μετάλλια: στο Τόκιο υπήρξαν πολλοί που τα μετάλλια τα πλησίασαν – και η δική τους προσπάθεια υπήρξε το ίδιο συναρπαστική και αξιέπαινη. Η μεγάλη κυρία του ελληνικού στίβου, η Κατερίνα Στεφανίδη, ολοκλήρωσε τον τελικό του επί κοντώ κατακτώντας μια τέταρτη θέση για την οποία χρειάστηκε να κάνει την καλύτερή της εφετινή επίδοση. Τέταρτος στον τελικό των ανδρών στο επί κοντώ ήταν και ο ωραίος Εμμανουήλ Καραλής, που έχει όλο το μέλλον δικό του. Εντυπωσιακά πράγματα έκαναν δυο κωπηλάτισσες, η Μαρία Κυρίδου και η Χριστίνα Μπούρμπου, που για να τρέξουν στην κούρσα του τελικού έκαναν παγκόσμιο ρεκόρ στον προκριματικό! Σπουδαίες εμφανίσεις κι ας μην ανταμείφθηκαν με μετάλλιο έκαναν δυο κολυμβητές μας: ο Κριστιάν Γκολομέεφ που ήταν πέμπτος στο πενηντάρι και ο διάδοχος του μεγάλου Σπύρου Γιαννιώτη, ο Αλκης Κυνηγάκης, που ήταν πέμπτος στα 10 χιλιόμετρα ανοιχτής θάλασσας. Και φυσικά πολλά μπράβο αξίζει και η Αννα Κορακάκη με τις δυο συμμετοχές  στους τελικούς της στη σκοποβολή: οι δυσκολίες της στην προετοιμασία υπήρξαν τεράστιες, όπως και η προσπάθειά της - σε τρία χρόνια στο Παρίσι πιστεύω πως θα την ξαναδούμε στο βάθρο.

Θα μπορούσε να είναι πρώτη

Η ελληνική αποστολή θα μπορούσε να επιστρέψει από το Τόκιο με τα διπλάσια μετάλλια, αν απλά κάποιοι από τους αθλητές μας είχαν λίγη τύχη. Στον πίνακα των χωρών που κερδίζουν μετάλλια ενώ ο αθλητισμός τους υποφέρει από παλιές και νέες ασθένειες, η Ελλάδα θα μπορούσε να είναι πρώτη – αν δεν είναι ήδη.

 

Ψάχνω την εξήγηση για αυτό και καταλήγω σε κάτι απλό: βρισκόμαστε σε μια φάση που το να γίνει κάποιος πρωταθλητής (και να διεκδικήσει μετάλλια σε Ολυμπιακούς ή άλλες ανάλογες μεγάλες διακρίσεις) αποτελεί σχεδόν αποκλειστική οικογενειακή υπόθεση. Μετά το Ρίο πίστευα πως μπορούμε να έχουμε πρωταθλητές αν υπάρξουν καλύτερα χορηγικά προγράμματα, δηλαδή καλύτερη οργάνωση, δηλαδή πιο σωστά ξοδεμένα χρήματα. Μετά το Τόκιο πιστεύω πως στην Ελλάδα πριν από όλα αυτά χρειάζεται κάτι άλλο: γονείς που να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να ασχοληθούν με τον αθλητισμό σε επαγγελματικό επίπεδο και για να εξασφαλίσουν μια καλύτερη ζωή. Συνέβαινε και παλιότερα σίγουρα, αλλά νομίζω πως σήμερα μας έχει μείνει μόνο αυτό: ο ελληνικός πρωταθλητισμός (περισσότερο κι από τον αθλητισμό) είναι κυρίως οικογενειακή υπόθεση. Η Ελλάδα χρωστά και τα μετάλλια του Τόκιο σε μπαμπάδες και μαμάδες που στήριξαν τα παιδιά τους στα δύσκολα επενδύοντας στην πρόοδό τους. Διάβαζα π.χ τον εξ αποστάσεως διάλογο των Παπαναστασίου, του πρώην αρχηγού της Εθνικής Πόλο πατέρα με τον μελλοντικό αρχηγό της ίδια ομάδας γιό, και σκεφτόμουν πως το πόλο είναι χρόνια τώρα οικογενειακή υπόθεση και για αυτό και άντεξε: αδέρφια φτάνουν να παίξουν μαζί στις εθνικές ομάδες, γιοί διαδέχονται πατεράδες, αθλητικές οικογενειακές δυναστείες θεωρούν την πισίνα βασίλειο τους – και πάλι καλά. Όχι τυχαία μπαμπάδες και μαμάδες βρίσκονται πίσω από τον Τσιτσιπά και τη Σάκαρη την ίδια στιγμή που μια και μόνη οικογένεια, η οικογένεια Αντετοκούνμπο, δίνει την ελπίδα πως θα σώσει από την κατρακύλα και το μπάσκετ μας.

Ομοσπονδία αθλητικών οικογενειών

Ο ελληνικός πρωταθλητισμός είναι homemade – κυριολεκτικά. Δεν υπάρχουν ούτε ακαδημίες που βγάζουν πρωταθλητές, ούτε «σχολές», ούτε ομοσπονδίες, ούτε σχολικός αθλητισμός, ούτε πρωταθλήματα, ούτε καν ο πάλαι ποτέ ανταγωνισμός, που βελτιώνει επιδόσεις. Βοηθά ευτυχώς και η αθλητική παγκοσμιοποίηση – η συμμετοχή ταλαντούχων παιδιών σε μεγάλους διεθνείς αγώνες: σκεφτείτε να έπρεπε π.χ ο Πετρούνιας να βελτιωθεί ψάχνοντας αντιπάλους στις ελληνικές διοργανώσεις – θα ήταν αδύνατο.

Ακούω συχνά ιστορίες για υπερβολικούς γονείς που πιέζουν παιδιά, για πατεράδες που είναι κακοί σύμβουλοι, για αδέρφια που παριστάνουν τους μάνατζερ κτλ. Με όλα τα στραβά του πράγματος η οικογένεια είναι το μόνο κύτταρο που αντέχει. Ευτυχώς που  υπάρχουν ακόμα οικογένειες που ενθαρρύνουν το παιδί να πάρει ένα δύσκολο και μοναχικό δρόμο που καμιά φορά μπορεί να οδηγήσει και στο ολυμπιακό βάθρο: αν δεν υπήρχαν φοβάμαι πως δεν θα υπήρχε τίποτα.  

Μετά το Τόκιο ολοένα και περισσότερο πιστεύω πως θα πρεπε να γίνει μια ομοσπονδία οικογενειών αθλητών – ίσως κι ένα Υφυπουργείο. Οι αρμόδιοι του θα ασχολούνται με τις σπάνιες αυτές οικογένειες που παράγουν αθλητές. Το κάνουν ολοένα και περισσότερο μόνες. Με όλους τους υπόλοιπους που με τον ελληνικό αθλητισμό σχετίζονται (πολύ συχνά παρασιτικά) να τους δημιουργούν προβλήματα…