Στην ερώτηση γιατί αξίζει κανείς να παρακολουθεί την κανονική περίοδο της Ευρωλίγκας (ειδικά αν δεν αγαπάει παθολογικά το μπάσκετ) όταν γνωρίζει πως όλα κρίνονται στα play off και το Final4 η απάντηση είναι τα δυο χθεσινά ματς των ελληνικών ομάδων. Ο Ολυμπιακός κέρδισε την Χάποελ Τελ Αβίβ αναγκάζοντάς την στην μόλις δεύτερη εφετινή της ήττα και ο ΠΑΟ έχασε από την Μονακό αδυνατώντας να περάσει το τεστ που του έβαλε κι αυτόν ο Βασίλης Σπανούλης, που μόλις είχε κερδίσει τον Ολυμπιακό στο ΣΕΦ. Δεν είναι τα αποτελέσματα το ζήτημα (που βέβαια κι αυτά παίζουν το ρόλο τους): είναι οι εικόνες αλλά και τα ίδια τα ματς που λένε πολλά.
Ούτε ο Μάλκοβιτς
Ο Ολυμπιακός κέρδισε την Χάποελ Τελ Αβίβ με 62-58 κι από την ώρα που τελείωσε το ματς ακούω ότι ήταν σαν επιστροφή στην δεκαετία του 90 – ίσως όποιοι το βλέπανε στην τηλεόραση να κάνανε και ζάπινγκ περιμένοντας να δουν μια εκπομπή του Βασίλη Λεβέντη ή έστω τα «Παιδιά της νύχτας». Ωστόσο για να είμαστε δίκαιοι με την πραγματικότητα κι εκείνα τα χρόνια ένα τέτοιο ματς δεν πρέπει να υπήρξε. Οι ομάδες του Μάλκοβιτς έπαιζαν αργά, προτιμούσαν στην επίθεση το σετ παιγνίδι και βέβαια έπαιζαν σκληρή άμυνα, αλλά αποκλείεται να είχαν 7 στα 31 τρίποντα όπως ο Ολυμπιακός χθες ή να έβαζαν σε ένα δεκάλεπτο 4 πόντους όπως συνέβη με την ομάδα του Δημήτρη Ιτούδη στο τρίτο.
_220318.jpg?w=880&f=bicubic)
Αυτό που είδαμε στο ΣΕΦ ήταν σχεδόν αχαρακτήριστο! Μαρτυρούσε ωστόσο δυο πράγματα. Το ένα ότι ο Ολυμπιακός είναι εξαιρετικά πιεσμένος από τα ίδια τα προβλήματα της επίθεσής του – σε σημείο που αποφάσισε μανιωδώς να κερδίσει αποκλειστικά με την άμυνά του: τα κατάφερε. Το δεύτερο ότι δυο Ελληνες προπονητές, αν βρεθούν αντιμέτωποι με ομάδες περίπου ισάξιες, γνωρίζονται τόσο καλά που είναι δεδομένο ότι ο ένας θα κάνει δύσκολη την ζωή του άλλου. Ο Ιτούδης έχει αποκτήσει ειδικότητα στον περιορισμό του Βεζένκοφ (με την άμυνα 2+2 που η Χαποελ έπαιξε άψογα) και ο Μπαρτζώκας ειδικά στο δεύτερο ημίχρονο έπαιξε μια άμυνα που έκοψε όλα τα ντράιβ και τα πικ-εν-ρολ των παικτών της Χάποελ: αν ο Μίσιτς δεν είχε βρει δυο τεράστια σουτ στο τέλος οι φιλοξενούμενοι δεν θα είχαν ξεπεράσει τους δέκα πόντους σε κανένα από τα δυο δεκάλεπτα του δεύτερου ημιχρόνου!
Είναι μπάσκετ του 2025 αυτό; Προφανώς και όχι διότι το ματς είναι μια πραγματική εξαίρεση στην διοργάνωση. Αλλά ίσως μελλοντικά (στα play off και στο Final 4 πχ) ακόμα κι αυτή η συνταγή να είναι χρήσιμη: αν δεν μπορείς να παίξεις αλλιώς κάτι πρέπει να κάνεις. Ειδικά ο Ολυμπιακός αν συνεχίσει να σουτάρει έτσι από το τρίποντο, θα πρέπει να βασιστεί στην σκληρή του άμυνα αποκλειστικά, αφού είναι δεδομένο πως αν κάτι δεν αλλάξει θεαματικά και παίκτη να πάρει αυτός δεν θα είναι κάποιος που θα δημιουργεί και θα σκοράρει πολύ.
Τα είπε και ο Βεζένκοφ
Το πρόβλημα στο τρίποντο είναι μεγάλο και γιατί πλέον το ξέρουν οι αντίπαλοί του. Δεν τα λέω μόνο εγώ αυτά (από την αρχή της χρονιάς μάλιστα αφού το καταλαβαίνεις από τα ονόματα των παικτών που υπάρχουν στο ρόστερ) αλλά το περιέγραψε εξαιρετικά ο ίδιος ο Βεζένκοφ μετά το ματς με την Μονακό. «Η Μονακό αποκόβει τα τρίγωνα από το πικ-εν-ρολ και δίνει τα ελεύθερα σουτ σε αυτούς που είναι πιο αδύναμοι σουτέρ» είπε κι έχει δίκιο. Δεν πρέπει να υπάρχει ομάδα στην Ευρωλίγκα που οι αντίπαλοι να παίζουν τόσο προκλητικά under πέντε (!) περιφερειακούς της: τον Γουόκαπ, τον Νιλικίνα, τον Λι, τον Γουορντ και τον ΜακΚίσικ όλοι τους προκαλούν να σουτάρουν! Χθες οι τέσσερις από τους πέντε (ο Λι δεν αγωνίστηκε πάλι) είχαν 1/14 τρίποντα. Το πρόβλημα λύνεται με ένα τρόπο: αν δεν μπορείς, δεν σουτάρεις (τουλάχιστον όχι τόσο πολύ) και ο Γουόκαπ και ο ΜακΚίσικ αυτό το ξέρουν – ο Νιλικινά και ο Γουορντ απλά παρασύρονται.

Βέβαια αυτό που καθιστά για την ώρα το πρόβλημα μεγαλύτερο είναι η αστοχία του Φουρνιέ που αν δεν έβρισκε χθες ένα τρίποντο (στα 7 που δοκίμασε) θα είχε κλείσει μήνα χωρίς εύστοχο τρίποντο στην Ευρωλίγκα. Αν πρόκειται για ζήτημα ντεφορμαρίσματος (ο Γάλλος γύρισε από μικροτραυματισμό) θα λυθεί. Αν τον πείσαμε ότι μπάσκετ είναι να κυλιέσαι στο παρκέ, να πανηγυρίζεις γιατί έμεινε στον αντίπαλο η μπάλα και να κάνεις έξυπνα φάουλ για να σταματήσεις τον αιφνιδιασμό το πρόβλημα θα μεγαλώσει. Περιττό να πω ότι σε ένα μας που ο Ολυμπιακός κέρδισε σκοράροντας 62 πόντους, ο καλύτερος ήταν ο σταθερότατος Μιλουτίνοφ (που αυτή την φορά ο ντεφορμέ Μπαρτζώκας δεν ξέχασε στο τέλος) και φυσικά ο Γουόκαπ που σε ένα μπάσκετ όπου για κάποιο μυστήριο λόγο τα ματς θα έληγαν στους 50 πόντους θα ήταν μονίμως MVP όχι στην Ευρωλίγκα αλλά στο ΝΒΑ.
Από νωρίς στα βάσανα
Τις προάλλες έλεγα ότι ο Ολυμπιακός χάνει φέτος συχνά με τον ίδιο τρόπο: εν μέρει συμβαίνει και με τον ΠΑΟ. Η διαφορά των δυο είναι ότι ο Ολυμπιακός μέχρι τώρα χάνει από ομάδες που έχουν ως στόχο την πρώτη τετράδα, ενώ ο ΠΑΟ χάνει από οποιονδήποτε μπορεί να τον τρέξει και να τον βάλει να κυνηγάει. Από την Μονακό έχασε με 92-84. Αλλά πολύ πιο εύκολα από όσο δείχνει το τελικό σκορ.

Πέρυσι ο ΠΑΟ είχε να επιδείξει στην διάρκεια της σεζόν μια σειρά από καταπληκτικές ανατροπές βασισμένες πολύ στην ταυτόχρονη παρουσία στο παρκέ των τριών περιφερειακών του, δηλαδή του Σλούκα, του Ναν και του Γκραντ. Φέτος (και παρά την προσθήκη του DJ Σόρτς) αυτές οι ανατροπές λείπουν. Χθες η Μονακό έχτισε νωρίς μια διαφορά 12-14 πόντων στο δεύτερο μόλις δεκάλεπτο και ο ΠΑΟ έπρεπε να κάνει πολλά από νωρίς για να επιστρέψει: οι αθλητικοί και αποτελεσματικοί γκαρντ του Σπανούλη (με πρώτο τον αγέραστο Τζέιμς) τον έκαναν να τρέχει στην ανηφόρα και να ασθμαίνει. Η διαφορά αυτή δημιουργήθηκε και εξαιτίας της απόφασης του Αταμάν να παίξει με τους Ναν, Σόρτς και Σλούκα στην ίδια πεντάδα: η αγωνία του Τούρκου να χωρέσει και τους τρεις είναι μεγάλη και στοιχίζει. Ο Τζέιμς κι ο Οκόμπο «χτύπησαν» τους Σόρτς και Σλούκα, ο Ναν έκανε υποχρεωτικά πάλι σχετικά νωρίς φάουλ κι όταν φορτώθηκε με το τρίτο του και ο Γιουρτσεβέν ο Σπανούλης έδωσε εντολή να παίξει και ο Τάις στην επίθεση και η Μονακό ξέφυγε.
Όταν στο δεύτερο ημίχρονο ο Αταμάν δοκίμασε να κοντύνει την ομάδα με τον Οσμάν στο 4, ο Σπανούλης ήταν προετοιμασμένος να πιέσει ακόμα πιο πολύ στην περιφέρεια αφού ο ΠΑΟ κοντά στο καλάθι ήταν χωρίς λύσεις. Απέναντι στο χαμηλό σχήμα του ΠΑΟ ο Σπανούλης έπαιξε χωρίς τον Τζέιμς αλλά με τον Στραζέλ και τέσσερις παίκτες με πόντους στα χέρια τους (Μίροτις, Νέντοβιτς, Οκόμπο, Τάις) και η διαφορά εκτοξεύτηκε πέντε λεπτά πριν το τέλος στο 85-64. Ο ΠΑΟ το μάζεψε κάπως εκμεταλλευόμενος τις επιπολαιότητες του Οκόμπο, αλλά χωρίς ψηλό να κόβει ή έστω να δυσκολεύει τα ντράιβ των αντιπάλων του είναι δύσκολο να παίξει άμυνα: το είδαμε και στην Μπολόνια (που έχασε) αλλά και με την Βιλερμπαν και την Μακάμπι που κέρδισε.
Διπλός θρίαμβος Σπανούλη
Ο Αταμάν περιμένει πάντα στον ΛεΣόρ, προσπαθεί να δώσει λεπτά συμμετοχής στον Γκριγκόνις αλλά διστάζει, του λείπει και ο Χόλμς και με τις υπερωρίες του Χουάντσο δεν λύνονται όλα τα προβλήματα και φυσικά σίγουρα προβληματίζεται και με την ασήμαντη προσφορά του Σορτς (0 πόντους σε 10 λεπτά) όταν μάλιστα αυτός ροκανίζει και τον χρόνο συμμετοχής του Σλούκα που χθες παίζοντας μόλις 19 λεπτά ήταν στην επίθεση από τους καλύτερους με 14π και 3/3 τρίποντα.
Ο Σπανούλης σε τρεις μέρες έδειξε όλες τις αδυναμίες των δύο ελληνικών ομάδων γιατί ξέρει καλά τους προπονητές τους. Τον Αταμάν χθες τον κέρδισε παίζοντας σταθερά με τρεις περιφερειακούς στο τέμπο που ο Τούρκος αγαπάει, δηλαδή παίζοντας καλύτερα. Και ψάχνει και δυο παίκτες ακόμα. Κανείς δεν έχει πει ακόμα την φράση «ο Σπανούλης ξέρει». Αν την ακούσετε να ανησυχείτε.








