Ενας ύμνος στην αδρεναλίνη

Ενας ύμνος στην αδρεναλίνη


Πήγα να δω την ταινία F1, που παίζεται στους κινηματογράφους μας με πρωταγωνιστή τον Μπραντ Πιτ και θέμα την Formula 1 κουβαλώντας όλη την αρνητική προκατάληψη που μπορεί να έχει θεατής στο κεφάλι του. Το ό,τι η ταινία δημιουργήθηκε έπειτα από συνεργασία των παραγωγών με τη FIA, δηλαδή την παγκόσμια ομοσπονδία της Formula 1, δεν μου έλεγε τίποτα. Η παρουσία του επτά φορές παγκόσμιου πρωταθλητή Λουις Χάμιλτον στο τιμ των παραγωγών δεν με εξέπληξε: ο τύπος έχει χρήματα για να κάνει την πλάκα του. Ο Μπραντ Πιτ, που πρωταγωνιστεί στον ρόλο του Σόνι Χέις, ενός βετεράνου οδηγού αγώνων, μου φαινόταν τελείως παράταιρος για το ρόλο. Ο χαρισματικός πρωτοεμφανιζόμενος αντίπαλός του Τζόσουα Πιρς, που υποδύεται ο Ντάμσον Ίντρις, κουβαλούσε, ως ρόλος, όλα τα κλισέ που σε μια τέτοια ταινία δεν αντέχω. Ο Χαβιέ Μπαρδέμ ήμουν βέβαιος πως θα μιμείται κομμάτι τον Αλ Πατσίνο, όπως κάνει από τότε που μεγάλωσε. Στην πραγματικότητα ήθελα απλά να δω πόσο κακό θα ήταν όλο αυτό και ήμουν βέβαιος πως θα είναι κακό γιατί οι Αμερικάνοι όταν ασχολούνται με ιστορίες που έχουν στο επίκεντρο αγωνιστικά αυτοκίνητα είναι συνήθως ηδονοβλεψίες δυστυχημάτων. Πριν καν δω την ταινία είχα αποφασίσει πως είναι φτιαγμένη για αυτούς που έχουν το βίτσιο να παρακολουθούν αγώνες περιμένοντας ένα δυστύχημα. Ήλπιζα τουλάχιστον η ταινία αυτό το βίτσιο να το ικανοποιεί. Και όντως το ικανοποιεί. Αλλά ομολογώ πως χωρίς να έχω αυτό το βίτσιο πέρασα υπέροχα. Και θυμήθηκα μετά από καιρό γιατί το αμερικάνικο σινεμά είναι ωραίο, όπως τα παραμύθια της γιαγιάς, τα κόμικς που μικροί δεν μας άφηναν να διαβάσουμε κι άλλα καταπληκτικά που συναντάς στον αστερισμό της ανεμελιάς.     

https://www.athensvoice.gr/images/1074x600/jpg/files/2025-05-13/f1-brad-pitt-vasiko-trailer.jpg

Fiction και ντοκιμαντέρ

Οι ταινίες με θέμα το αγωνιστικό αυτοκίνητο χωρίζονται σε ταινίες μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ. Στην κάθε κατηγορία έχουμε δει ωραία πράγματα. Το 2013 ο κάπως ακαδημαϊκός, αλλά εξαιρετικά αποδοτικός film maker Ρον Χάουαρντ μας έδωσε το «Rush» που από πολλούς θεωρείται ίσως η καλύτερη ταινία μυθοπλασίας με θέμα την F1. Περιγράφει τη θρυλική κόντρα μεταξύ του Τζέιμς Χάντ και του Νίκι Λάουντα τη σεζόν 1975-76. Η επιτυχία του Rush ήταν νομίζω ο λόγος που είδαμε κάποια χρόνια αργότερα το «Le Mans ’66, Ford vs Ferrari». Το 2019 ο σκηνοθέτης Τζέιμς Μάνγκολντ βρήκε δυο εξαιρετικούς πρωταγωνιστές, τον Κρίστιαν Μπέιλ και τον Ματ Ντέιμον και χάρη στις δικές τους ερμηνείες αναβίωσε μια ιστορική κόντρα δυο μεγάλων εταιριών που σημάδεψε τον οδηγικό μαραθώνιο στο ΛεΜαν το 1966. Η κλασσική και παράξενη αυτή κούρσα ήταν και πηγή έμπνευσης το 1971 για την ταινία «Λε Μαν»: ο Αμερικάνος ηθοποιός και χρηματοδότης της Στιβ Μακ Κουίν την έκανε γιατί ήθελε να υποδυθεί ένα οδηγό αγώνων, καθώς ο ίδιος τους αγώνες τους λάτρευε. Το Χόλυγουντ μας έχει δώσει πολλές ταινίες μυθοπλασίας με θέμα το αυτοκίνητο. Από τις πιο παράξενες το «Talladega Nights: The Ballad of Ricky Bobby» μια ταινία του 2006 που είχε βγει στις αίθουσες με τον ελληνικό τίτλο «Ο ελεεινός ιππότης της ασφάλτου». Είναι κωμωδία, πράγμα που την καθιστά σπάνια, καθώς οι ταινίες με θέμα το αυτοκίνητο δεν αφήνουν περιθώρια ούτε καν για χαμόγελα. Πρωταγωνιστεί ο Γουιλ Φάρελ, αλλά για να γελάσεις πρέπει να είσαι καλός γνώστης του θέματος: η ταινία είναι γεμάτη σπόντες για την τρέλα των κατασκευαστών, των οδηγών αλλά και των θεατών των αγώνων.

  https://carselectric.gr/wp-content/uploads/2023/04/Ayrton-Senna-Protomagia-CarsElectric-1.jpg

Προσωπικά αγαπάω λίγο περισσότερο τέσσερα σπουδαία ντοκιμαντέρ – μάλιστα μπορεί κάποια κάποιος να τα δει στο Netflix. Το πρώτο είναι το «Senna», γυρισμένο το 2010 από τον μετρ του είδους Ασίφ Καπάντια. Εστιάζει όχι μόνο στην αγωνιστική πορεία του Αϊρτον Σένα που έφτασε στην κορυφή του κόσμου σε φουλ ταχύτητα, αλλά και στην ίδια την φιλοσοφία του για τη ζωή. Το δεύτερο ντοκιμαντέρ λέγεται «Schumacher» είναι γυρισμένο το 2011 και είναι ένα πορτρέτο του μεγάλου Γερμανού οδηγού στηριγμένο σε ένα πλούσιο αρχειακό υλικό και στις μαρτυρίες της οικογένειάς του. Ντοκιμαντέρ επιπέδου είναι και το «Williams» που έχει γυριστεί το 2017. Εξιστορεί την ιστορία της οικογένειας Γουίλιαμς, εστιάζοντας κυρίως στον σερ Φράνκ, ενός από τους σημαντικότερους ανθρώπους στην ιστορία της F1 καθώς υπήρξε σπουδαίος οδηγός αλλά και κατασκευαστής. Εντελώς διαφορετικό το επίσης εξαιρετικό «Life on the Limit» του 2013. Εδώ δεν υπάρχει ένα κεντρικός πρωταγωνιστής αλλά πολλοί. Το θέμα του είναι η ίδια η ιστορία της ασφάλειας στη F1. Πρόκειται για μια εντυπωσιακή εξιστόρηση του πως φτάσαμε  από τον καιρό των θανατηφόρων δυστυχημάτων στο σήμερα. Επι της ουσίας εξηγείται το πώς εξελίχθηκε η ίδια η F1. Μέσα σε αυτές τις ταινίες που έχουν ως θέματα αγώνες αυτοκινήτου πρέπει να χωρέσω και το τωρινό «F1».

Η νίκη ως μοναδικό κίνητρο

Ο κόσμος της Formula 1 γοητεύει το Χόλυγουντ περίπου όσο το μποξ. Παραδόξως αυτά τα δυο εντελώς άσχετα μεταξύ τους αθλήματα βασίζονται σε κάτι κοινό: οι πρωταγωνιστές τους μοιάζουν να παίζουν την ζωή τους κορώνα γράμματα. Οι μποξέρ δεν κινδυνεύουν φυσικά όσο οι οδηγοί της F1: οι θάνατοι στο ρινγκ είναι σπανιότατοι – μόνο στην αμερικάνικη σειρά των ταινιών «Ρόκι» μοιάζουν κανόνας. Αλλά το βασικό δεν είναι τι συμβαίνει: είναι η αίσθηση του κινδύνου που ο θεατής νιώθει. Ο μποξέρ, στις πιο πολλές ταινίες, είναι ένας ευάλωτος αθλητής – κάποιος που υποφέρει ακόμα κι όταν κερδίζει. Ο οδηγός της F1 από την μεριά του είναι κάποιος που φλερτάρει διαρκώς με τον θάνατο κάνοντας την ακριβοπληρωμένη δουλειά του. Και στην μια και στην άλλη περίπτωση το σινεμά πουλάει αδρεναλίνη. Η διαφορά είναι ότι οι ιστορίες των κινηματογραφικών μποξέρ είναι μάλλον πιο εντυπωσιακές από αυτές των πραγματικών μποξέρ. Ενώ δεν μπορώ να πω το ίδιο για τους οδηγούς: στην δική τους περίπτωση ισχύει το αντίθετο. Ο κίνδυνος που ακολουθεί τον οδηγό στην πραγματική ζωή δεν συγκρίνεται με τίποτα το fiction. Τουλάχιστον μέχρι κάποια χρόνια πριν: σήμερα οι αυστηρές προδιαγραφές που ισχύουν στην κατασκευή των αυτοκινήτων, αλλά και στην διοργάνωση των Γραν πρι έχουν περιορίσει αρκετά τον κίνδυνο δυστυχημάτων. Το «F1» έρχεται αυτό τον φόβο να τον υπενθυμίσει. Δείχνει ένα παγκόσμιο πρωτάθλημα Formula 1 που φυσικά δεν υπάρχει, αλλά το χρησιμοποιεί ως σκηνικό για να σε βάλει μέσα σε μια ιστορία που ξεχειλίζει από χολιγουντιανή ένταση. Παίζοντας με ένα αγαπημένο θέμα των Αμερικάνων: τη νίκη.

https://www.tanea.gr/wp-content/uploads/2025/03/mprant-pit-formula-1.jpg

Η νίκη στην F1 δεν είναι μόνο μια. Υπάρχει ο ταχύτερος γύρος. Υπάρχει η ικανότητα το να κρατάς τους ταχύτερους πίσω σου. Νίκη μπορεί να είναι το να κάνεις βαθμούς, αλλά και το απλά να τερματίσεις. Νίκη μπορεί να είναι το να βγεις ζωντανός. Κι όσο για την ίδια την νίκη, δηλαδή το να τερματίσεις πρώτος, αυτή μετρά πραγματικά όταν σφηνώνεται στο θυμικό των θεατών ως εποποιία. Πάνω σε αυτά χτίζεται μια ταινία που είναι η επιτομή του αμερικάνικου σινεμά: σχεδόν γουέστερν, σχεδόν θρίλερ, σχεδόν δράμα. Εχει σχέση με την Formula 1; Σχεδόν καμία, αλλά το μυστικό είναι το «σχεδόν». Εχει όσο χρειάζεται να έχει. Όχι για να ικανοποιήσει όσους την Formula 1 την αγαπούν κι ενδεχομένως να φρικάρουν με όσα βλέπουν. Αλλά για να ικανοποιήσει όσους θέλουν να δουν μια ταινία που ενώ κρατά δυόμισι ώρες μοιάζει με βίντεο κλιπ που ολοκληρώθηκε σε ένα πεντάλεπτο. Για να γίνει σουξέ.

Από τα 90’ς

Ο Μπραντ Πιτ ένοιωσα πως προσπαθεί να συμβάλει στην σωτηρία του σινεμά όπως ο Τομ Κρουζ που έκανε τις Επικίνδυνες Αποστολές και το Toπ Γκαν Μάβερικ: όχι τυχαία πήρε για την προσωπική του κατάθεση τον σκηνοθέτη του Κρουζ, τον Τζόζεφ Κοζίνσκι που την δουλειά την ξέρει όσο και ο παραγωγός Τζέρι Μπρουκχάιμερ που μας έρχεται από τα 90s, δηλαδή από εποχές που το σινεμά είχε ήρωες, περιπέτειες, ταινίες με ανατροπές και καλογυαλισμένα καθάρματα. Ο Μπραντ Πιτ δεν χρειάζεται να πηδάει με μηχανές και να κρέμεται από αεροπλάνα. Χρειάζεται απλά να έχει αυτές τις πέντε – έξι ωραίες εκφράσεις με τις οποίες κάνει καριέρα ως διάδοχος του Ρόμπερτ Ρέντφορντ. Αφήνει στην άκρη κάθε είδους σοβαροφάνεια και γκαζώνει. Κάνει κόλπα ζόρικα που τα βλέπεις και λες «αυτά γίνονται μόνο στο σινεμά». Αν σκεφτείς πόσο καιρό έχεις να ακούσεις αυτή την φράση πήγαινε άφοβα το F1 να το δεις. Είναι αδιανόητα ψεύτικο. Κι εξωφρενικά υπέροχο.