Αχ μωρέ Θίθυ...

Αχ μωρέ Θίθυ...


Καθώς το καλοκαίρι περνά χωρίς ακόμα να φύγει, νομίζω πως είναι η κατάλληλη ευκαιρία για να σας μιλήσω για τον καλύτερο φίλο που έκανα φέτος. Ένα τύπο φοβερό, μοναδικό, υπέροχο και αγέρωχο. Το Θανασάκη του Αρκά. Το Θαναθάκη μας, για να τον πω όπως πρέπει.

Ο Αρκάς και τα παιδιά

Στο σύμπαν του Αρκά τα παιδιά είχαν πάντα ρόλο πρωταγωνιστή και άρεσαν γιατί οι χαρακτήρες τους ήταν πάντα κομμάτι σπάνιοι. Ο μικρός σπουργίτης π.χ ήταν κυνικός και σχεδόν βιτριολικός και είχε μια φοβερή ικανότητα να προσγειώνει στην πραγματικότητα τον ρομαντικό και ονειροπόλο πατέρα του. Ο τίτλος των ιστοριών («Χαμηλές πτήσεις») μαρτυρούσε πως ο Αρκάς χρησιμοποιούσε τον μπαμπά σπουργίτι απλά για να κάνει κατανοητό πόσο δίκιο σε όλα είχε ο γιός: το να πετάς χαμηλά, όπως έλεγε κι ο Ντάστιν Χόφμαν σε εκείνη την παλιά ταινία, είναι τρόπος ζωής  - επίθεση κι άμυνα ταυτόχρονα. Αλλά ο μικρός σπουργίτης, με την εύκολη κι έξυπνη ατάκα και την ικανότητα στην ισοπέδωση ήταν ένα κλασσικό «μικρομέγαλο»: ένα από αυτά τα παιδιά που γεννήθηκαν μεγάλα από πατεράδες που αρνούνται να μεγαλώσουν. Σιγά σιγά – το ομολογώ – άρχισα να συμπαθώ περισσότερο τον πατέρα που έμπλεξε μαζί του.

Όταν κάτι χρόνια αργότερα ο Αρκάς χρησιμοποίησε πάλι ένα «παιδί – ήρωα» το έκανε για να μας αφηγηθεί «τα παιδικά χρόνια ενός πρωθυπουργού» κάνοντας άλλους να γελάσουν κι άλλους να θυμώσουν. Η παραβολή είχε πλάκα, αλλά δεν υπήρχε έκπληξη: τα αστεία ήταν ωραία, αλλά τα γνωρίζαμε. Το άλμπουμ είχε τελικά μια επιθεωρησιακή ελαφράδα – ίσως είναι χρήσιμο στους ιστορικούς του μέλλοντος καθώς με ένα τρόπο ιδιαίτερο περιγράφει μια εποχή. Αλλά ο χιούμορ είχε όριο: υπήρχε αρκετός πρωθυπουργός και λίγη παιδικότητα - και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Το καλό ήταν ότι για τον Αρκά τα παιδικά χρόνια έστω κι ενός πρωθυπουργού ήταν μια ωραία προπόνηση. Για να μας δώσει τον απόλυτο ήρωα. Το Θανασάκη – (Θαναθάκη, συγχωρείστε με).

http://www.katiousa.gr/wp-content/uploads/2019/08/69463079_1652697248199764_1587766795635261440_o.jpg

Πως διάβολο μας προέκυψε;

Δεν ξέρω πόσο προγραμματισμένα ή πόσο αυθόρμητα προέκυψε ο συγκεκριμένος απίθανος τύπος στο άλμπουμ του δημιουργού του. Αυτή είναι μια από τις λίγες ερωτήσεις που θα θελα να κάνω στον Αρκά, αν δεν ήταν τόσο μυστικοπαθής και τόσο δύσκολα προσεγγίσιμος. Είχε άραγε εμπνευστεί τον ήρωά μας ή αυτός τον κέρδισε όταν πρωτοεμφανίστηκε στην παρέα της Ρόζας; Το λέω γιατί η αρχή ήταν η Ρόζα – αυτή πρώτη ήρθε να μας ταράξει θυμίζοντάς μας μια σειρά από κλισέ μιας πολιτικής ορθότητας, με τα οποία πολλοί θα ήθελαν να μην γελάμε. Μετά ήρθε ο Αποστόλης, με τα γυαλάκια του και την αλήθεια του, έτοιμος να κάνει ερωτήσεις και να εισπράξει σφαλιάρες και μετά παρουσιάστηκε ο Θανασάκης (σόρυ ο Θαναθάκηθ), μεγαλοπρεπής, σίγουρος για τον εαυτό του και καψούρης τεράστιος.

Οποιος πιστεύει πως η εμφάνισή του ήταν προγραμματισμένη επικαλείται το θέατρο και υποστηρίζει πως ο πρωταγωνιστής πρέπει να κάνει είσοδο κι όχι να βρεθεί στη σκηνή εξ αρχής – ίσως να είναι κι έτσι. Εγώ πάλι (ίσως εξαιτίας της ογκωδέστατης εκτίμησης στον καλοκαιρινό μου φίλο) πιστεύω πως ο Θανασάκης (ναι, ναι ο Θαναθάκηθ) του ξέφυγε του Αρκά: ήρθε, μας γνώρισε, κατάλαβε πόσο ανάγκη τον έχουμε και κατέλαβε το παλκοσένικο επιβάλλοντας στο δημιουργό του την παρουσία του. Κι όταν κατάλαβε με ποιους ακριβώς έχει να κάνει, αποφάσισε να μας τρελάνει κανονικά!

Ποιος είναι τελικά;

Ο Θανασάκης (Θαναθάκηθ, ωχ μωρέ) δεν είναι τρολ, αν κι έχει κάθε καλή διάθεση και για τρολιές. Δεν θα πει πάντα και απαραίτητα την τελική ατάκα: μπορεί απλά να τρώει το παγωτό του κι εσύ να κλαις από τα γέλια στη σκέψη ότι ο παγωτατζής του κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. Δεν είναι ο πιτσιρικάς που γνωρίζει όλα τα μυστικά της ζωής – ίσα ίσα που συχνά πυκνά παρακαλάει όχι μόνο τον Αποστόλη αλλά ακόμα και την αδερφή του, να του εξηγήσει τι είναι το σεξ. Δεν είναι ένας αγχώδης με τη ζωή τύπος που κυκλοφορεί λέγοντας μεγάλες αλήθειες, όπως διάφοροι άλλοι ήρωες του Αρκά κατά καιρούς – από τον τελευταίο κάτοικο της γης στο «Μετά την καταστροφή» μέχρι τον «Προφήτη». Θα λεγα ότι μάλλον προκαλεί άγχος, παρά τραβάει ζόρια ο ίδιος κι αυτό είναι μέρος της γοητείας του.

Πόσο χρονών είναι; Ισως  έξι, ίσως απλά κέρδισε χρόνο: το λέω γιατί σίγουρα πάει σχολείο. Δεν είναι καθόλου μοναχικός, είναι δημοφιλής παρά τα ελαττώματά του κι όπως αρκετοί άλλοι ήρωες του Αρκά έχει πάθη. Αλλά αντίθετα με πολλούς άλλους αυτός ξέρει τι θέλει. Λατρεύει τις τηγανιτές πατάτες. Όταν θα παραγγείλει παγωτό δεν θα το ζητήσει, αλλά θα το περιγράψει με ακρίβεια κριτικού ζωγραφικής. Είναι επίσης νάρκισσος: η φράντζα του είναι κάτι παραπάνω από σήμα κατατεθέν.  Κυρίως λατρεύει τη Σίσυ. Που κανείς δεν έχει δει αλλά όλοι την γνωρίζουμε. Γιατί στις ζωές όλων μας υπήρξε μια Σίσυ που εμείς πεθαίναμε για χάρη της, αλλά αυτή δεν μας έβλεπε.

Είναι αυτή η δυνατότητα ταύτισής μας με τα αισθηματικά του Θανασάκη (Θαναθάκη, το ξέρω…) ο λόγος που τον αγαπάμε; Όχι απαραίτητα. Για αυτό τον συμπονούμε, αλλά η συμπόνοια και η αγάπη δεν είναι το ίδιο πράγμα.

https://s1.neakriti.gr/images/1260x716/files/2020-05-09/arkas.jpg

Για ένα δικό του λόγο

Ο καθένας που τον αγαπάει νομίζω το κάνει για το δικό του λόγο. Άλλος αγαπάει την επιθετικότητα του, άλλος το ότι είναι πνεύμα αντιλογίας, άλλος γουστάρει το τέλειο ντύσιμό του, άλλος το θάρρος του (ακόμα κι όταν αντιμετωπίζει τη μάνα του, την σκληρή κυρία Μαίρη). Μπορεί επίσης να τον αγαπάς για την αφοπλιστική του επιμονή ή γιατί γίνεται υπέροχος όταν νευριάζει ή μπορεί να έχετε τα ίδια γούστα στο φαγητό ή στα παγωτά. Μπορεί επίσης να γουστάρεις την άρθρωσή του – πολλοί θα θέλαμε να μιλάμε όπως αυτός.

Οι λόγοι είναι ατελείωτοι ακριβώς γιατί ο καλοκαιρινός μου ήρωας είναι πολύπλοκος. Δεν είναι ένας ευφυής καταδικασμένος που έχει αποδεχτεί τη μοίρα του κι απλά την κοροϊδεύει (όπως ο Ισοβίτης π,χ), τα χει καλά με τον εαυτό του χωρίς να είναι αυτάρεσκος (όπως το θρυλικό Γουρούνι π.χ), δεν είναι σοφός όπως ο Προφήτης, δεν είναι στο κέντρο του κόσμου του, όπως η Θέκλα (γιατί δεν αναζητά ακόλουθους – εμείς τρέχουμε πίσω του). Δεν αναζητά την προσοχή μας, όπως ο καημένος ο Φεβρουάριος, δεν περιφέρεται «μετά την καταστροφή» στα συντρίμμια του κόσμου και δεν είναι ένας σπουργίτης που βασανίζει με τον τρόπο του τον μπαμπά του. Αλλά ποιος τελικά είναι ο Θανασάκης (Θαναθακηθ, για τους φίλους του;).

 Αχ Θίθυ…

Νομίζω ότι το εξαιρετικό στην περίπτωσή του είναι πως ούτε αυτό δεν μας ενδιαφέρει: μας αρκεί που υπάρχει κι ας μην τον έχουμε δει – όπως συμβαίνει με τον χαρισματικό δημιουργό του. Εμένα τουλάχιστον με έχει κάνει φανατικό του, ακριβώς γιατί απλά μου επιτρέπει να νιώθω μέρος της ζωής του χωρίς να μου κρύβει απολύτως τίποτα. Δεν θέλει να είναι καλός: βασανίζει τη λογοθεραπεύτριά του επίτηδες. Δεν είναι παράδειγμα προς μίμηση: κατέστρεψε τις μπλούζες της Τζένης για ένα γινάτι. Είναι πονηρός, αυθάδης, αλλά ειλικρινής και έτοιμος να σου δείξει κάτι που κανείς άλλος ήρωας του Αρκά δεν σου χει δείξει: ότι πονάει.  

Είχα σκεφτεί να του γράψω ένα γράμμα παρηγοριάς, αλλά δεν το αξίζει. Θα προτιμούσα να βρω εκείνη και να της πω στα ίσια μια μέρα «δεν ξέρεις τι χάνεις καημένη Σίσυ». Θα βρεις ίσως άλλους, αλλά Θίθυ δεν θα σε πει κανείς. Αχ Θίθυ…