Ο Μπλατ με φουστανέλα...

Ο Μπλατ με φουστανέλα...


Εδώ και μήνες σας έχω γράψει ότι με τα αγωνιστικά του μπάσκετ του Ολυμπιακού στο blog δεν θα ξανασχοληθώ γιατί το πράγμα δεν έχει νόημα: έγραφα για την ομάδα του Ντέιβιντ Μπλατ όλο αυτό τον καιρό στη SportDay παρακολουθώντας την επικαιρότητα της γιατί αυτό πρέπει να κάνει κανείς όταν δουλεύει σε μια εφημερίδα. Εδώ τα θέματα είναι συνήθως πιο γενικά και η εκτίμησή μου για τον εφετινό Ολυμπιακό έγινε νωρίς: δεν είχα λόγο να την επαναλαμβάνω διότι απλά θα κούραζα. Ο Ολυμπιακός ήταν εξ αρχής ημιτελής. Του έλειπε ο πέμπτος γκαρντ (που θα πρεπε να είναι και σκόρερ) διότι ο Χένρι δεν αποκτήθηκε τελικά το περασμένο καλοκαίρι. Και του έλειπε κι ένας δεύτερος ψηλός, ικανός να ξεκουράζει τον Μιλουντίνοφ και να τα βάζει με αθλητικούς παίκτες: ίσως να του έλειπαν κι άλλα, αλλά αυτές οι δυο απουσίες χτυπούσαν εξ αρχής τόσο πολύ στο μάτι που είναι να απορείς πως στήθηκε μια ομάδα με τόσο μεγάλες τρύπες. Η έλλειψη αυτή φάνηκε όταν ήρθε ο Γουέμπερ: το γεγονός ότι προστέθηκε στην ομάδα ένας ακόμα γκαρντ κάνει τον ξεκούραστο Αμερικάνο να μοιάζει σούπερμαν, ενώ είναι ένας απλά καλός παίκτης. Στο μεταξύ όμως χάθηκαν ο Στρένλιενς και ο Σπανούλης και το πρόβλημα μεγάλωσε.

Η αδυναμία του κόουτς

Δεν θέλω σήμερα να κάνουμε απολογισμό της σεζόν στην Ευρωλίγκα γιατί θα ήταν σαν κηδεία χωρίς εκλιπόντα: ας περιμένουμε το τέλος της περιπέτειας στην Ευρωλίγκα και θα το κάνουμε κι αυτό, ψύχραιμα και ακριβοδίκαια. Αν σήμερα θέλω κάτι να επισημάνω δεν είναι τους λόγους του διαφαινόμενου ναυαγίου, αλλά την ήττα του καλού προπονητή που λέγεται Ντέιβιντ Μπλατ – και δεν μιλάω για αυτή από την Ζαλγκίρις από την οποία ο Ολυμπιακός δυο χρόνια τώρα χάνει συνέχεια. Αναφέρομαι στην αδυναμία (;) του κόουτς να πείσει την ομάδα να παίξει το μπάσκετ που αγαπάει ο ίδιος και στον συμβιβασμό του με αντιλήψεις και τρόπους παιγνιδιού που απέχουν πολύ από τα δικά του πιστεύω. Αυτό με προβληματίζει πιο πολύ από την αγωνιστική αποτυχία της ομάδας, που λόγω του ημιτελούς ρόστερ ήταν στα μάτια μου αναμενόμενη. Ο Ολυμπιακός θα ήταν δύσκολο να πετύχει: αλλά δεν περίμενα να χάνει παίζοντας σαν να μην έχει προπονητή τον Μπλατ.

Χαίρονται το νέο παιγνίδι

Η μεταμόρφωση του Μπλατ στο χρόνο που βρίσκεται στον Ολυμπιακό είναι ένα από τα πιο οδυνηρά παραδείγματα προπονητικής προσαρμογής που θα έχω να θυμάμαι. Η χρονιά αρχίζει με μια βασική πρόθεση: να παίξει ο Ολυμπιακός ένα άλλο μπάσκετ. Τελειώνει με τον Ολυμπιακό να «μαϊμουδίζει» (ούτε καν να μιμείται) το μπάσκετ της προηγούμενης τετραετίας. Ο Μπλατ μας λέει αρχικά ότι αν φτάνεις στους 90 πόντους δύσκολα κάποιος θα σε κερδίσει, ενώ όταν παίζεις για τους 70 κινδυνεύεις να χάσεις από τον καθένα, διότι σε τόσους όλοι πλέον φτάνουν εύκολα. Εχει απόλυτο δίκιο: άλλωστε αυτό ήταν το πρόβλημα του Ολυμπιακού τα προηγούμενα χρόνια. Η ομάδα ξεκινά και δείχνει πράγματα που είχαμε καιρό να δούμε. Κερδίζει τη Χίμκι και την Μπασκόνια με επιθέσεις άριστα εκτελεσμένες στο τέλος, χάνει από την Φενέρ στο ΣΕΦ γιατί οι διαιτητές αρνούνται στο κρίσιμο σημείο κάποια σφυρίγματα, κερδίζει τη Ρεάλ παίζοντας στο τέμπο της. Εχει και ήττες οδυνηρές, όπως η εντός έδρας με την Αρμάνι που παίζει εκείνο το βράδυ καλύτερα το μπάσκετ που θέλει να παίξει ο Ολυμπιακός του Μπλατ. Αλλά η ιδέα υπάρχει, η αλλαγή φαίνεται, οι νεοφερμένοι προσθέτουν ταχύτητα, ενέργεια και έκρηξη και κάποιοι από τους παλιούς (κυρίως ο Μιλουντίνοφ και ο Στρέλνιεκς) χαίρονται το νέο παιγνίδι. Η πρόβλεψη του Αμερικάνου ότι το Φεβρουάριο η ομάδα θα παίζει 100% το μπάσκετ που αυτός θέλει έχει λογική διότι ο Ολυμπιακός εναλλάσσει πρωταγωνιστές – ο Μπλατ εμφανώς πίστευε ότι όταν θα υπάρξει ένας μεγαλύτερος συντονισμός θα υπάρχουν και περισσότερες λύσεις σε κάθε ματς. Αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ.

Το ματς με την Μπαρτσελόνα

Όταν μια ομάδα έχει ένα νέο προπονητή, κι αυτός κάτι διδάσκει, υπάρχουν στη σεζόν της δυο φάσεις: η πρώτη είναι το διάστημα της διδαχής (όπου ο κόουτς απαιτεί να γίνεται το δικό του και η ομάδα παίζει με λουρί) και ακολουθεί μια δεύτερη φάση, που ξεκινά όταν η ομάδα αρχίζει και λύνεται και κάνει αυτά που έχει μάθει. Στην περίπτωση του Μπλατ υπάρχει κάτι παράξενο: τη στιγμή που η ομάδα άρχισε να μαθαίνει το παιγνίδι του, το εγκατέλειψε! Δεν ξέρω αν το έκανε αυτός ή οι παίκτες του: το πιθανότερο είναι ότι υπήρξε ένας συμβιβασμός. Το βέβαιο είναι ότι ο κόουτς από ένα σημείο κι έπειτα είναι σαν να άλλαξε πλάνο χωρίς λόγο. Κομβικό νομίζω σημείο αυτής της αλλαγής είναι το υπερεκτιμημένο ματς με την Μπαρτσελόνα εκτός έδρας – ίσως η πιο μεγάλη νίκη του Ολυμπιακού φέτος και συγχρόνως στα δικά μου μάτια η καταστροφή του. Ο Ολυμπιακός την 13η αγωνιστική κερδίζει 69-60 στη Βαρκελώνη: δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι θα μπορούσε να έχει δεχτεί και δέκα πόντους λιγότερους. Το κάνει με σκληρή άμυνα και παίζοντας ουσιαστικά με 7 παίκτες. Γιατί αυτό το ματς αποδεικνύεται καταστροφικό; Γιατί είναι αυτό στο οποίο ο Μπλατ μοιάζει να πείστηκε πως η ομάδα προτιμά να παίζει έτσι. Αυτή η προσαρμογή, από ένα σημείο και μετά, γίνεται κανόνας: το πράγμα βγάζει μάτια. Οι ήττες του Ολυμπιακού στο β’ γύρο έρχονται μέσα από τέτοιου είδους μονοδιάστατα ματς.

Ο στόχος είναι σχεδόν πάντα να μην ανοίξει το παιγνίδι, να υπάρχει έλεγχος του ρυθμού, να πάει η μπάλα στον Μιλουντίνοφ και να παίζει η ομάδα στην άμυνα στα κόκκινα. Για να εξυπηρετηθεί αυτό παίζουν πολύ αυτοί που αυτό το παιγνίδι το ξέρουν: ο Ολυμπιακός επί της ουσίας στηρίζεται σε 7, το πολύ 8 παίκτες. Ο Μιλουντίνοφ, ο Πρίντεζης, ο Παπανικολάου, ο Στρέλνιεκς παίζουν 30 λεπτά! Επανεμφανίζεται και ο Μάντζαρης. Μιλάμε πάλι για υποδειγματικές άμυνες, για σκεπτόμενο μπάσκετ, για πίεση στη μπάλα κτλ κτλ. Κι ο Ολυμπιακός επαναλαμβάνει τα ίδια ματς: λίγο τρέξιμο στην αρχή και στο τέλος τσούκου τσούκου μπάσκετ περιμένοντας τον ήρωα της βραδιάς την ώρα που κάθε αντίπαλός του στο τελευταίο δεκάλεπτο τον χτυπάει αλύπητα – τα ματς με την ΤΣΣΚΑ, την Αρμάνι, την Μακάμπι, την Κανάρια είναι ίδια: το χθεσινό είναι η επιτομή αυτής της αντίληψης. Και στο μεταξύ, ακριβώς επειδή έχει μικρύνει το rotation για να εξυπηρετηθεί αυτού του τύπου το παιγνίδι, έρχονται και τραυματισμοί και θλάσεις. Όπως πέρυσι, όπως κάθε χρόνο, που η ομάδα θα στηρίζεται σε 7 – 8 παίκτες.

Το ξέρει καλύτερα

Γιατί ο Μπλατ έπαψε Μπλατ να θυμίζει; Εχω διάφορες εξηγήσει, αλλά τις κρατάω για μένα γιατί είναι εικασίες. Το θέμα είναι ότι ο Ολυμπιακός για να κάνει βήματα προόδου χρειάζεται το μπάσκετ του Μπλατ, όχι να έχει ένα αμερικάνο προπονητή που να παίζει ελληνικό μπάσκετ. Αν είναι έτσι, ας φέρει του χρόνου κάποιον Ελληνα που αυτό που προσπαθεί να παίξει η ομάδα εδώ κι ένα τρίμηνο το ξέρει και καλύτερα: το μπάσκετ της φουστανέλας το έχουμε στο αίμα μας. Τον Μπλατ με φουστανέλα δεν περίμενα να τον δω. Το είδα κι αυτό…