Το παρατήρησα χθες διασχίζοντας την Αθήνα λόγω δουλειάς: στο κέντρο της πόλης ειδικά ξαναεμφανίστηκαν μετά από καιρό οι μεγάλοι πάγκοι με τα λουλούδια – είχα να τους δω μήνες, δεν υπήρχαν ούτε την Πρωτομαγιά. Αναρωτήθηκα τι έγινε ξαφνικά και αν το να αρχίσουμε να αγοράζουμε λουλούδια είναι πάλι της μόδας: ομολογώ ότι πρόκειται για μόδα που βρίσκω υπέροχη, διότι το να προσφέρεις λουλούδια είναι Τέχνη πραγματική. Μου εξήγησαν ότι απλά έφτασε η γιορτή της μητέρας.
Αγνοώ τη γιορτή
Ανήκω σε αυτούς που μεγάλωσαν έχοντας τη δυσκολία να δώσουν πραγματικό νόημα σε αυτή τη γιορτή για πολλούς λόγους. Μητέρα δεν θα γίνω κι ο προβληματισμός «πότε θα γίνω μάνα», εκφρασμένος αριστουργηματικά από τη Δήμητρα Παπαδοπούλου κάποτε, μου φαινόταν κωμικός γιατί δεν με άγγιζε – δεν ξέρω πόσο αστείο υπήρχε στην ερώτηση αυτή τελικά. Η μάνα είναι λειτούργημα, που εκ φύσεως δεν θα μου τύχει να υπηρετήσω. Η γιορτή είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη του πατέρα, που όταν ήμουν μικρός δεν υπήρχε καν – πράγμα που με διαόλιζε. Ελεγα το γνωστό (ότι δηλαδή «εγώ τη μάνα μου τη γιορτάζω κάθε μέρα» - ψέμα τεράστιο) και περνούσα τη γιορτή στο ντούκου πείθοντας τον εαυτό μου ότι πρόκειται για ένα ακόμα πανηγυράκι προσχηματικής κατανάλωσης. Αλλά ένα από τα πολλά που κατάλαβα τον καιρό της πανδημίας είναι ότι δεν είναι ακριβώς έτσι. Αν μια γιορτή είναι απαραίτητη για να αποδοθούν τιμές είναι η δική της.
Το γραψα και το πέταξα
Πριν από λίγο καιρό, όταν είχε εμφανιστεί στους τηλεοπτικούς δείκτες μια μάνα (νομίζω βορειοελλαδίτισσα, αν και δεν έχει καμία σημασία…) η οποία φώναζε ότι δεν θέλει ο κανακάρης της να κάνει self test είχα γράψει ένα κομμάτι από τα δικά μου για την Ελληνίδα μάνα που την περνούσα γενναίες δεκατέσσερις. Κανιβάλιζα τον τρόμο της για το γιό, κορόιδευα την τρέλα της πως όλα γίνονται για να κάνουν οι κακοί κακό στο παιδί της (ειδικά στο παιδί της), έγραφα ότι μάλλον άργησε να κάνει την εμφάνισή της στο ρόλο της εκπροσώπου της κοινωνικής αγανάκτησης και ότι από ρόλους ξέρει καλά αφού την έχουμε απολαύσει ακόμα και ως «μάνα ρέιβερ». Το γραψα, το διάβασα, γέλασα και το πέταξα. Όχι γιατί ήταν κακό. Αλλά γιατί ήταν άδικο. Όχι για τη συγκεκριμένη χριστιανή που εμφανώς από το στρες είχε ρετάρει, αλλά γιατί ήταν άδικο γενικά για τη μάνα. Την ιδιοσυγκρασία της οποίας δεν γνωρίζω και ως εκ τούτου οφείλω τα λόγια μου να τα προσέχω. Διότι τουλάχιστον έχω επίγνωση πως η μάνα, η μαμά, η μητέρα είναι προστατευόμενο είδος. Με τη διαφορά πως, αντί να τη βάλουμε στη γυάλα εμείς και να την προσέχουμε, μας βάζει αυτή.
Ξαφνικά και απροσδόκητα
Τον καιρό της πανδημίας δεν πρέπει να υπήρξε πιο δύσκολος ρόλος από αυτόν της μάνας – το σημειώνω μολονότι μπορώ απλά να το υποπτευθώ κι όχι να καταθέσω την προσωπική μου πείρα. Σκεφτείτε όμως τι έγινε στη ζωή της ξαφνικά.
Ξαφνικά λοιπόν, τον Μάρτιο του 2020, η μάνα κλίνεται στο σπίτι και μαζί της κλίνεται και όλη η οικογένεια. Ως πλάσμα που έχει καταλάβει ότι οικογένεια σημαίνει ευθύνη, η μάνα αναλαμβάνει την οργάνωση της νέας ζωής αποκλειστικά. Εχει όλη τη μέρα σπίτι τα παιδιά της και πρέπει να επιβλέψει και την εκπαίδευσή τους: γίνεται σε πάρα πολλές περιπτώσεις νηπιαγωγός, δασκάλα και καθηγήτρια. Εχει να οργανώσει την οικονομία του σπιτιού σε καινούργια βάση: δεν υπάρχει έξοδος, φαγητό στη δουλειά, διασκέδαση και ξεφάντωμα για κανένα. Βλέπει τα παιδιά της να αντιδρούν στον εγκλεισμό εντελώς διαφορετικά: άλλα κλίνονται πιο πολύ στον εαυτό τους, άλλα δυσανασχετούν, άλλα απλά δεν ακούνε, άλλα βγαίνουν περισσότερο από όσο πρέπει, άλλα λιγότερο. Δεν υπάρχει κανένα βιβλιαράκι με οδηγίες χρήσης για να κοιτάξει τι πρέπει να κάνει. Κινείται εμπειρικά και με βάση αυτό το τρομερό ένστικτο της μητρότητας που κουβαλάει. Εκτός των παιδιών έχει ένα σύζυγο που ανησυχεί για τη δουλειά του, πιθανότατα δυσανασχετεί ή απλά ως άνθρωπος αγχώνεται: η μάνα πρέπει να τον στηρίξει. Κι έχει η ίδια και τα δικά της άγχη, καθώς αν δουλεύει ο χρόνος που είναι απαραίτητο να αφιερώσει στους υπόλοιπους δεν της φτάνει κι αν δεν δουλεύει και πάλι η καθημερινότητα της αλλάζει απότομα κι απροσδόκητα καθώς δεν έχει πιά καθόλου χρόνο για την ίδια.
Διοικεί και οργανώνεται
Μόνη απέναντι στο χάος που προκαλεί ένας ιός που αλλάζει τα πάντα, η μάνα ψάχνει τρόπους προσαρμογής, όχι μόνο για την ίδια, αλλά για όλους. Άλλωστε όλοι πάντα σε αυτή απευθύνονται. «Τι θα φάμε;». «Τι θα κάνουμε;». «Τι θα γίνει;». «Τι κάνεις με τα παιδιά;». «Τι κάνετε στο σπίτι;». Η μάνα γίνεται ο δέκτης όλων των ερωτήσεων – ακόμα κι αυτών για τις οποίες δεν υπάρχουν απαντήσεις. Και συγχρόνως πρέπει να παραμείνει «βράχος». Γιατί με όλους κλεισμένους σπίτι, αν η μάνα λυγίσει, σπίτι δεν υπάρχει.
Στο δεύτερο lockdown νομίζουμε ότι είναι καλύτερα προετοιμασμένη: έτσι μας κάνει να πιστεύουμε με την τρομερή της ψυχραιμία. Αλλά η ψυχούλα της το ξέρει. Ανησυχεί περισσότερο όχι μόνο για τα παιδιά, το σύζυγο, την ζωή της, αλλά και για τη δικιά της μάνα ή τον πατέρα της που δεν μπορεί να βοηθήσει. Καταλαβαίνει ότι η επιστροφή του εφιάλτη μεγαλώνει και τον κίνδυνο. Ανησυχεί με τη χαλαρότητα γιατί τα προβλήματα που αυτή προκαλεί μεταφέρονται σπίτι της. Αλλά τι να κάνει; Τρέχει, διοικεί, οργανώνεται. Θυμόσαστε που λέγανε κάποτε πως οι στατιστικές δείχνουν πως ο ιός χτυπά περισσότερο τους άντρες; Θυμόσαστε που η παρατήρηση αυτή δημιουργούσε απορίες για τη δράση του, αλλά και την αντιμετώπισή του; Κι όμως η απάντηση στο γιατί αυτό συνέβαινε ήταν απλή: η μάνα, οργανωμένη, προσεχτική, ψύχραιμη, πρόσεχε απλά περισσότερο από όλους. Διότι γνώριζε πως ανήκει κι αυτή στους μαχητές της πρώτης γραμμής κι ας μην της το αναγνωρίσαμε θεωρώντας πως για την ίδια αυτή η νέα ζωή δεν ήταν δα και πολύ διαφορετική από την προηγούμενη.
Θηρίο είσαι μάνα…
«Ελα ρε μάνα…» λέμε πάντα και για όλα. Ως απάντηση μπορεί να είναι έκφραση αντίρρησης («έλα ρε μάνα τι είναι αυτά που λες…»), έκφραση συμφωνίας («έλα ρε μάνα, έχεις δίκιο…)», έκφραση ανάγκης για βοήθεια («έλα ρε μάνα και κάνε κάτι…»). Κι αφού το «έλα ρε μάνα…» το λέγαμε και πριν και την ώρα της πανδημίας και θα το λέμε και μετά από δαύτη νομίζουμε πως ο ρόλος της μάνας είναι πάντα ίδιος και δεν βλέπουμε πόσο εκπληκτικά δυσκολότερος υπήρξε ενάμισι χρόνο τώρα όταν αντιμετώπισε τα πάντα σχεδόν μόνη της.
Δεν χρειάζεται να της πάρετε λουλούδια και δώρα. Πείτε της μόνο όπως κάθε μέρα «έλα ρε μάνα…». «Ελα ρε μάνα θηρίο είσαι και ένας Θεός ξέρει πως τα κατάφερες». «Χρόνια πολλά σου, αλλά μην νομίζεις ότι είναι ευχή: όλοι, κατά βάθος, κυρίως για μας αυτό το ευχόμαστε…».