Χωρίς το χαμόγελο της αυταρέσκειας

Χωρίς το χαμόγελο της αυταρέσκειας


Πριν τις ευρωεκλογές και τις εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση, διάφοροι αναλυτές, που ξέρουν, ισχυρίζονταν ότι οι εθνικές εκλογές, όποτε κι αν γίνονταν, θα ήταν εκλογές με κύριο χαρακτηριστικό την τεράστια πόλωση. Η πιο σίγουρη πρόβλεψη ήταν η επιστροφή του δικομματισμού κτλ κτλ. Πιθανότατα αυτό να συμβεί – πόλωση, όμως, εγώ που την έχω ζήσει, δεν βλέπω. Στην εκλογική αναμέτρηση που έχουμε μπροστά μας, πάμε ήσυχα – πιο ήσυχα από ποτέ. Κυρίως γιατί η κυβέρνηση, ζαλισμένη από την ήττα στις ευρωεκλογές, μοιάζει να έχει παραδώσει τα όπλα: κάποιοι μάλιστα από τους υποψήφιους βουλευτές της έχουν αρχίσει να κάνουν αντιπολίτευση (!) στη ΝΔ, που ακόμα δεν ξέρει κανείς να θα έχει αυτοδυναμία και πόσο μεγάλη τελικά θα είναι η νίκη της. Γιατί υπάρχει αυτή η κυβερνητική αδυναμία; Γιατί δεν βγαίνουν οι αριθμοί.    

Μια ιστορία αριθμών

Κάθε εκλογική αναμέτρηση, στο τέλος της, είναι μια ιστορία που αποτυπώνεται με τη δύναμη των αριθμών. Ο ΣΥΡΙΖΑ από τους 1.925.904 ψήφους που πήρε τον Σεπτέμβριο του 2015 έλαβε στις Ευρωεκλογές 1.343.816 – έχασε δηλαδή 600 χιλιάδες περίπου ψηφοφόρους. Η ΝΔ του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, που το Σεπτέμβριο του 2015 είχε πάρει 1.526.205, ψήφους έφτασε τους 1.872.814 ξεπερνώντας και τους 1.718.815 που είχε πάρει τον Ιανουάριο του 2015 με αρχηγό τον κ. Αντώνη Σαμαρά. Με απλά λόγια το εκλογικό αποτέλεσμα διαμορφώθηκε γιατί ο Μητσοτάκης «επαναπάτρισε» στη ΝΔ χιλιάδες ψηφοφόρους της, που δεν την είχαν ψηφίσει το Σεπτέμβριο του 2015, ενώ την είχαν ψηφίσει τον Ιανουάριο.  Κυρίως όμως τη διαφορά την έκαναν οι 600 χιλιάδες που έφυγαν από το ΣΥΡΙΖΑ χωρίς μάλιστα να πάνε στη ΝΔ – θα ήταν άλλωστε και κομμάτι δύσκολο.

 

Καβαλώντας απλά το ρεύμα

Οι όψιμοι υποστηρικτές του πρωθυπουργού μας λέγανε ότι «ο Τσίπρας, μπορεί να έχει ελαττώματα αλλά είναι καλός παίκτης». Συγνώμη αλλά ο καλός παίκτης δεν φαίνεται όταν κερδίζει, αλλά όταν χάνει. Το να καβαλήσεις το ρεύμα του αντιμνημονίου και της αγανάκτησης και να υπόσχεσαι στον Ελληνα ό,τι θέλει να ακούσει (λανθασμένα κατά τη γνώμη μου διότι θα σε ψήφιζε εξαιτίας του θυμού του έτσι κι αλλιώς) δεν συνιστά κάποιου τύπου έξυπνη στρατηγική – είναι απλός πολιτικός καιροσκοπισμός. Το να ανατρέψεις μια κατάσταση που έχει διαμορφωθεί σε βάρος σου χρειάζεται πολιτική ικανότητα – αλλά αυτό απαιτεί κάτι που δεν μοιάζει να υπάρχει, δηλαδή αυτοκριτική.  Μόνο αν αυτό συνέβαινε θα απεδείκνυε ο πρωθυπουργός ότι κατάλαβε τι έγινε στις Ευρωεκλογές – γιατί δηλαδή έφυγαν από το ΣΥΡΙΖΑ πάνω από 600 χιλιάδες ψηφοφόροι.

Τους κέρδισε αυτούς η μεταρρυθμιστική ατζέντα του Μητσοτάκη; Δεν νομίζω. Τον τιμώρησαν για τη Συμφωνία των Πρεσπών; Πιστεύω όχι – λίγοι από όσους ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ το 2015 είχαν τέτοια προβλήματα. Δεν του συγχωρέσαν το τρίτο κι άχρηστο μνημόνιο; Ισως κάποιοι ναι – αλλά και πάλι ήταν λίγοι: το Σεπτέμβριο του 2015 το είχε ήδη υπογράψει. Νομίζω ότι οι πιο πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους έχασαν κάθε διάθεση υποστήριξης της κυβέρνησης παρακολουθώντας την ηθική κυρίως κατρακύλα της. Στον Τσίπρα στοίχισε πολύ το στραπατσάρισμα της εικόνας του: η λατρεία της καρέκλας, η «κυβέρνηση κουρελού», η διγλωσσία του, η «σύσκεψη-παρωδία» ενώ καιγόταν το Μάτι, η ανάγκη του να πουλάει επιτυχίες εκεί που δεν υπάρχουν, η αδυναμία του να πει κάτι που να θυμίζει Αριστερά, ώστε να σβήσει την εικόνα του με τα πούρα στο κότερο. Του στοίχισε επίσης και η υπεράσπιση συμπεριφορών και ανθρώπων που δεν έχουν σχέση με την Αριστερά, την ιστορία και το λόγο της: πληρώθηκαν οι αγκαλιές με τον Καμμένο, ο έρωτας με επιχειρηματίες που η Αριστερά κάποτε κατήγγειλε ως αρχιερείς της διαπλοκής, η κάλυψη του Πολάκη, η φροντίδα των κομματόσκυλων και φυσικά και ο νεποτισμός – όλα αυτά ένα κόσμο της Αριστεράς τον αρρώστησαν.

Ο πρωθυπουργός νόμιζε ότι η δαιμονοποίηση του Μητσοτάκη αρκεί: δεν είχε καταλάβει ότι για πολλούς πρώην ψηφοφόρους του ο αληθινός δαίμονας, αυτός που πούλησε την ψυχή της Αριστεράς στη διαπλοκή και στον αμοραλισμό της εξουσίας, είναι ο ίδιος. Για τη συντριπτική μερίδα του κόσμου που εγκατέλειψε τον ΣΥΡΙΖΑ, είτε αρνούμενος να ψηφίσει, είτε επιλέγοντας κόμματα αριστερότερα, η συνέπεια της Αριστεράς μετρά περισσότερο από την εξουσία – πόσο μάλλον από μια εκλογική νίκη κάποιων που άνετα θα έκαναν κρουαζιέρες με το σκάφος της Παναγοπούλου καπνίζοντας πούρα με τον Πέτρο Κόκκαλη.

Αδέξια και αμήχανα

Οι ευρωεκλογές θα μπορούσαν να αφυπνίσουν τον Πρωθυπουργό: νομίζω το αποτέλεσμά τους απλά τον τρόμαξε. Η προοπτική της νέας ήττας τον έκανε αδέξιο και αμήχανο – ενώ ευκαιρίες για να δείξει ότι κατάλαβε τα λάθη του είχε και πολλές. Μετά τις ευρωεκλογές ο Αλέξης Τσίπρας ανέχτηκε τον Πολάκη να βρίζει την κ. Ελένη Γλυκατζή Αρβελέρ, αντί να τον στείλει σπίτι λέγοντάς του ότι το παράκανε. Κράτησε τη Βουλή  ανοιχτή για να κάνει μετατάξεις, διορισμούς και ρουσφέτια σε ημέτερους «που έχουν τις κατάλληλες γνωριμίες» ζητώντας μετά υποκριτικά συγνώμη. Άλλαξε τον Τζανακόπουλο με την Αχτσιόγλου λες και το θέμα είναι όχι το τι λέει κάποιος, αλλά ποιος μιλάει. Κράτησε στα ψηφοδέλτια τα υπολείμματα των ΑΝΕΛ, την ώρα που ακόμα και ο Πάνος Καμμένος κατάλαβε ότι το τελευταίο που απασχολεί τον κόσμο είναι το μέλλον τους. Κυρίως έχει μια τεράστια αδυναμία να βρει να πει κάτι που θα επιτρέψει στους 600 χιλιάδες που φύγανε να προβληματιστούν για το αν κάνανε λάθος. Ποιος να μιλήσει στους αριστερούς; Ο Τέρενς Κουίκ; Ο Μπίστης και η Μαριλίζα; Η η Παπακώστα;

 

Στο μεταξύ χάθηκαν εντελώς όσα για μέρες μας έλεγε πριν τις ευρωεκλογές. Οι κακοί δημοσκόποι δεν καταγγέλλονται, οι αναφορές στην κακιά Ευρώπη μας τελείωσαν (ίσα ίσα που πανηγυρίζουμε γιατί η Κύπρος είναι μέλος της), κανείς δεν υπερασπίζεται τα επιδόματα και τα πλεονάσματα – μέχρι και για τον Μαρινάκη δεν λέει πια τίποτα! Εχει απομείνει μόνο η δαιμονοποίηση του κακού Μητσοτάκη («του Κούλη που δεν τραβούσε» κτλ), που θα ρθει και θα μας βάλει να δουλεύουμε επτά μέρες και που είναι τόσο κακός, ώστε δένει τις χελώνες, ενώ εμείς ανησυχούμε για τα επεκτατικά σχέδια του Ερτογάν, με τον οποίο πριν κάτι μήνες αγκαλιαζόμασταν.      

Τους κουνάνε το δάχτυλο

Η τωρινή εκλογική αναμέτρηση θέλει πρόγραμμα. Δεν μπορεί να γίνει ούτε με φωνές και ουρλιαχτά, ούτε με αγανάκτηση και καταγγελίες του ΔΝΤ, ούτε με προφητείες συμφορών και υποσχέσεις. Ο ψηφοφόρος θα πάρει αρχές Ιουλίου το εκκαθαριστικό της εφορίας και θα ξαναδεί τι σημαίνει φορομπηχτική πολιτική. Βλέπει τα διόδια της Αττικής οδού να ακριβαίνουν, διαβάζει ότι η ΔΕΗ είναι υπό κατάρρευση, γελάει όταν θυμάται ότι εγκαινιάστηκαν βαγόνια και εκδοτήρια εισιτηρίων, αντιλαμβάνεται πλέον πως χωρίς ανάπτυξη τα παιδιά θα συνεχίσουν να φεύγουν στο εξωτερικό: δεν είναι όνειρό του η ελεημοσύνη του Κράτους. Το ποσοστό της ΝΔ θα ανεβεί κι άλλο και γιατί υπάρχει κόσμος που φοβάται την ακυβερνησία: όσες φορές προέκυψε το κόστος της υπήρξε τελικά μεγάλο.

Θα ήταν ανοιχτό το εκλογικό αποτέλεσμα αν οι 600 χιλιάδες ψηφοφόροι που έφυγαν από το ΣΥΡΙΖΑ έβλεπαν τουλάχιστον λίγη αυτοκριτική. Τώρα απλά βλέπουν κάποιους που τους κουνάνε το δάχτυλο χωρίς το χαμόγελο της αυταρέσκειας. Αυτό μόνο λείπει…