Το ρεζιλίκι των διαιτητών

Το ρεζιλίκι των διαιτητών


Για δεύτερη συνεχόμενη αγωνιστική είχαμε διαμαρτυρίες για το VAR και τον τρόπο που χρησιμοποιείται. Αυτή τη φορά ήταν ο Ολυμπιακός που φώναξε μετά τα όσα είδε να γίνονται στην Λάρισα. Δεν συντάσσομαι με τις φωνές αυτές γιατί το πρόβλημα δεν είναι το VAR: είναι γενικά η διαιτησία. Ο Ολυμπιακός έπρεπε να περιμένει πως μετά το θόρυβο που έγινε για την απόφαση των διαιτητών στο ματς με τον Αστέρα, θα χρησιμοποιούσαν το VAR εναντίον του στην πρώτη ευκαιρία – ίσως προσεχώς γίνουν και χειρότερα. Ο Ολυμπιακός δεν ελέγχει τίποτα – όποιος ελέγχει, οποιαδήποτε εξέλιξη ψάχνει να βρει πως θα την χρησιμοποιήσει. Στην Λάρισα χρησιμοποιήθηκε το VAR για να μην μετρήσει ένα κανονικό γκολ: ο Ελ Αραμπί που σκοράρει καλύπτεται – ακάλυπτος, αλλά άσχετος με τη φάση είναι ο Γκιγιέρμε. Θα δούμε κι άλλα τέτοια διότι ο τρόπος που το VAR χρησιμοποιείται τα επιτρέπει καρά περίσταση.     

   

Το πώς το είδαμε στο Κόπα Αμέρικα

Θα πως δυο πράγματα για το VAR και δεν θα κάνω καμία άλλη αναφορά προσεχώς διότι αν δεν αλλάξουν στην Ελλάδα οι αρχιδιαιτητές που δίνουν τις κατευθύνσεις θα το εξευτελίσουμε το πράγμα. Υπάρχουν στην ιστορία δυο διοργανώσεις που έδειξαν πως το VAR μπορεί να χρησιμοποιηθεί: η μία ήταν το μουντιάλ της Ρωσίας, στο οποίο χρησιμοποιήθηκε υποδειγματικά και η άλλη το Κόπα Αμέρικα που χρησιμοποιήθηκε για να βοηθηθούν οι γηπεδούχοι Βραζιλιάνοι και να καταστραφούν όλοι οι υπόλοιποι.   

Eχω εγκαίρως επισημάνει ότι η χρήση της τεχνολογίας στην διαιτησία των αγώνων θα αλλάξει το σπορ. Oι αλλαγές μπορεί να είναι προς το καλύτερο (αφού θα μειωθούν τα σκληρά μαρκαρίσματα και τα κρατήματα στην περιοχή), μπορεί όμως να είναι και προς το χειρότερο. Το εφετινό Κόπα Αμέρικα μου δημιούργησε αυτή τη βεβαιότητα: ήταν το πρώτο τουρνουά στο οποίο είδαμε να ακυρώνονται γκολ, τα οποία πριν τη χρήση του VAR, θα μετρούσαν κανονικά! Eιδικά στο παιχνίδι της Oυρουγουάης με το Περού, ακυρώθηκαν δυο γκολ, ένα του Καβάνι και ένα του Σουάρες, που για να μην μετρήσουν χρειάστηκε η ομάδα του VAR να μετρήσει το μέγεθος παπουτσιών τους! Οι δυο κυνηγοί συνελήφθησαν σε θέση οφσάιντ μετά από εξονυχιστική ανάλυση των ριπλέι: φανερά στην καμπίνα του VAR ψάχνανε λόγους να ακυρώσουν τα γκολ. Αυτό προκάλεσε φυσικά και απίστευτο εκνευρισμό στην Ουρουγουάη. Αλλά η δουλειά έγινε. Η πρόκριση του ηρωϊκού Περού έδωσε στη Βραζιλία ένα κύπελλο χωρίς αυτή να χρειαστεί να ιδρώσει.

Το δικαίωμα της αμφιβολίας

Το βλέπω στη συνέχεια και στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα: το περίφημο δικαίωμα της αμφιβολίας, που για χρόνια ήταν υπέρ του επιτιθέμενου, έχει αντικατασταθεί από το δικαίωμα των χειριστών του VΑR να αμφιβάλουν για κάθε γκολ που μπαίνει, όταν το θέλουν! Θα θυμόσαστε φαντάζομαι ότι για χρόνια, με οδηγία της η FIFA, ζητούσε σε κάθε οριακή φάση, η αμφιβολία να είναι πάντοτε υπέρ της ομάδας που έκανε επίθεση. Η FIFA υπενθύμιζε στους διαιτητές και τους βοηθούς τους ότι πρέπει να αφήνουν το παιγνίδι και για να υποδεχθεί κάποιος σκόρερ σε θέση οφσάιντ έπρεπε η αξιολόγηση της θέσης του να είναι κάτι εύκολο να το δεις με γυμνό μάτι. Στο εφετινό Κόπα Αμέρικα για πρώτη φορά παρακολουθήσαμε μία διοργάνωση στην οποία αυτό το βασικό (για μια δεκαπενταετία και βάλε) κριτήριο αξιολόγησης μιας επίθεσης πήγε περίπατο! Αυτό σιγά σιγά αρχίζει να γίνεται σε όλα τα πρωταθλήματα. Δεν υπάρχει πλέον κανένα πλεονέκτημα του επιτιθέμενου κι αντιθέτως βλέπουμε να ακυρώνονται γκολ για τα οποία είναι δύσκολο να έχεις άποψη ακόμα και παρακολουθώντας τα ριπλέι! Δεν θα ήταν τόσο μεγάλο πρόβλημα αν οι αξιολογήσεις ήταν για όλους σκληρές: αλλά δεν είναι. Χθες π.χ στην Πορτογαλία στο ματς Πόρτο – Γκιμαράες μέτρησε ένα γκολ των γηπεδούχων που μοιάζει οφσάιντ. Αυτό που εγώ βλέπω ειδικά στην Ελλάδα είναι ότι υπάρχουν φάσεις που μπαίνουν στο μικροσκόπιο και άλλες που περνάνε στο ντούκου. Οποιος δεν ελέγχει τίποτα, πρέπει να το έχει στα υπόψιν του.    

 

Το κριτήριο που ήθελε το αβαντάζ της αμφιβολίας να δίνεται υπέρ του επιτιθέμενου είχε ως συνέπεια να δούμε και κάποια γκολ που δεν έπρεπε να μετρήσουν – είναι αλήθεια. Αλλά ένα γκολ ανοίγει πάντα το παιγνίδι: επιβάλει π.χ σε όποιον το δέχεται να παίξει επιθετικότερα και όχι να αμύνεται διαρκώς, περιμένοντας μέχρι τη λήξη του ματς μήπως βρει μια ευκαιρία από το πουθενά για να σκοράρει. Το γεγονός ότι ο επιθετικός είχε μαζί του το αβαντάζ της αμφιβολίας έκανε τις ομάδες να παίζουν επιθετικότερα για να εκμεταλλευτούν ακόμα και ένα λάθος των διαιτητών – λάθος που είχε να κάνει με τον καταιγιστικό ρυθμό και τη μεγάλη επιθετικότητα. Τώρα ο ρυθμός σταματά κάθε λίγο για να εξεταστούν τα βίντεο και τα γκολ ακυρώνονται μετά από δέκα ριπλέι! Πλέον αναζητούνται υποψίες για να ακυρωθούν γκολ. Το αποτέλεσμα θα είναι οι ομάδες να παίζουν για να κρατήσουν το αβαντάζ στο σκορ κι όχι για να βάλουν δεύτερο γκολ: το έκανε ο Ολυμπιακός στη Λάρισα όταν κατάλαβε τι συνέβαινε. Αλλά η συμπεριφορά αυτή καταστρέφει το θέαμα και το θέαμα στο ποδόσφαιρο είναι πιο σημαντικό από το λάθος του διαιτητή – για μένα τουλάχιστον. Για άλλους το βασικό είναι να κερδίζει όποιος πρέπει και να ταλαιπωρείται όποιος δεν πρέπει να κερδίζει. Κι αυτό το λένε «εξυγίανση».

Μιλάμε για ρεζιλίκια

Παρόλα αυτά είμαι υπέρ του VAR διότι στην Ελλάδα έχει μια χρησιμότητα: μεγαλώνει το ρεζιλίκι των διαιτητών κάνοντας φανερή την ανεπάρκεια τους. Αυτή την αγωνιστική π.χ είδαμε το VAR να διορθώνει στο ΟΑΚΑ τις αποφάσεις του Τζήλου και των συνεργατών του, που ήταν όλες σχεδόν λάθος, ενώ και στη Λάρισα ο Ευαγγέλου αναγκάστηκε από το VAR  να δώσει ένα πέναλτι, γιατί δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς: μόνο που δεν έβαλε τα κλάματα. Οι διαιτητές αυτοί έχασαν (;) φάσεις που έγιναν μπροστά στα μάτια τους: ο Ευαγγέλου είναι στα τρία μέτρα στην ανατροπή του Ελ Αραμπί από τον Μπέρτο, ενώ ο Τζήλος βλέπει μπροστά του τον Κουρμπέλη να κλωτσάει τον Κοροβέση άγαρμπα και δεν τολμά να του βγάλει κάρτα – αφήνω όλα τα υπόλοιπα. Η ανεπάρκεια των διαιτητών, ο φόβος τους, η απόλυτη αδυναμία τους να εκτιμήσουν μια φάση σωστά, η μόνιμη έκφραση «ωχ τώρα τι θα πει ο μεγάλος;» που έχουν στο πρόσωπο είναι λόγος για να πάνε σπίτι κι όχι για να πηγαίνουν κάθε λίγο στο VAR διακόπτοντας τα ματς. Εκτός κι αν αυτές οι ασταμάτητες διακοπές γίνονται βάση σχεδίου – αν είναι ένας τρόπος για να μην μπορεί να παίζει ποδόσφαιρο, όποιος ποδόσφαιρο θέλει να παίζει. Και πάλι όμως για ρεζιλίκια μιλάμε…