Ο Ρεχάγκελ στη χώρα των καρτούν...

Ο Ρεχάγκελ στη χώρα των καρτούν...


Πριν μερικές μέρες πήγα και είδα το ντοκιμαντέρ «King Otto», την ταινία κάποιου Ελληνοαμερικάνου που ακούει στο όνομα Κρίστοφερ Αντρέ Μαρκς και που πιθανότατα ήθελε να κάνει κάτι για να τιμήσει τη γη των προγόνων του. Έπεσε πάνω στην ιστορία του Οττο Ρεχάγκελ και σκέφτηκε πως είναι μάλλον πιο εύκολο να τον βρεις για να μιλήσει – τον Περικλή, τον Μεγαλέξανδρο, τον Κολοκοτρώνη (αν τους έχει ακουστά) θα ήταν μάλλον πιο δύσκολο να τους αναζητήσει. Ο άνθρωπος αποφάσισε από αγάπη στη χώρα καταγωγής του και από ένα είδος πατριωτικού καθήκοντος (το ίδιο που είχα κι εγώ όταν πήγα να δω την ταινία) να κάνει κάτι ωραίο – άλλοι με τα λεφτά που η ταινία κόστισε θα αγόραζαν απλά ένα σπίτι κάπου στο Αιγαίου. Ισως βέβαια αυτή η επιλογή να ήταν καλύτερη διότι θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν διάφορους φίλους τους και να τους δείξουν κάτι από την ομορφιά της Ελλάδας. Το λέω διότι η ταινία που τελικά γύρισε ο Μαρκς στην καλύτερη των περιπτώσεων μπορεί να πεις ότι δείχνει κάτι από την ομορφιά του Γιάννη Τοπαλίδη – δεν ξέρω αν αυτό προσθέτει το παραμικρό, όχι στην ιστορία της χώρας, αλλά στην ιστορία του άμοιρου ποδοσφαίρου της.    

Δεν το είδε κανένας

Κατανοώ τον αναγνώστη που θα αναρωτηθεί για ποιο λόγο πήγα να το δω – η απορία δεν είναι τυχαία και μεγαλώνει από το γεγονός ότι στην αίθουσα είμασταν όλοι κι όλοι τρεις άνθρωποι. Εχουμε να κάνουμε με μια ταινία που μάλλον δεν είδε κανένας και ίσως αυτό με τράβηξε.

Αν το καλοσκεφτείς η εμπορική της αποτυχία είναι κομμάτι ανεξήγητη. Το θέμα ανήκει στο είδος των εθνικών θριάμβων, που λογικά ο κόσμος στην Ελλάδα λατρεύει. Από την κατάκτηση του Euro έχουν περάσει 17 ολόκληρα χρόνια: όσοι είναι 23-24 χρονών (και είναι κοινό που πάει σινεμά) ούτε καν το θυμούνται. Οι μεγαλύτεροι που το έπος το θυμούνται θα μπορούσαν εύκολα να νοσταλγήσουν εκείνες τις μέρες ή να συγκινηθούν. Εντάξει η ταινία δεν θα μπορούσε ποτέ να κόψει τα εισιτήρια που κόβει «ο Ανθρωπος του Θεού», η ταινία για τον Αγιο Νεκτάριο, (ο Ρεχάγκελ δεν έχει αγιάσει, τουλάχιστον ακόμα και παραδόξως αυτό δεν έχει συμβεί ούτε καν με τον Τοπαλίδη…), αλλά κάπως καλύτερα θα μπορούσε να πάει. Γιατί δεν πήγε; Γιατί δεν είναι ούτε καν κακή, ώστε να προκαλέσει μια κάποια περιέργεια. Είναι αδιάφορη, ανεμπνευστή, κατώτερη και της χαμηλότερης των προσδοκιών. Κι αν κάτι δείχνει είναι απλά την περιέργεια με την οποία αντιμετώπισαν οι ξένοι τον θρίαμβο εκείνης της ομάδας. Αλλά υπάρχει άραγε κανείς που αυτό δεν το ξέρει;    

https://www.gazzetta.gr/sites/default/files/styles/article_main_image/public/migrated/2020/07/herr.jpg?itok=Dq4OOYRC

Σακάτεμα από την αρχή

Η βασική αφηγηματική γραμμή της ταινίας είναι απλή: η Ελλάδα δεν θα κατακτούσε το Euro αν δεν υπήρχε ο Ρεχάγκελ. Κάποιος θα έλεγε ότι αυτή η απλοϊκότητα στην προσέγγιση του πράγματος είναι κάτι ικανό να σακατέψει την ταινία από την αρχή – θέλω να πω πως σαφώς θα είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον ένα ντοκιμαντέρ που θα έδειχνε ότι ο Ρεχάγκελ ήταν λίγο τυχερός, διότι για να κάνει το μεγαλύτερο θαύμα όλων των εποχών βρήκε στην Ελλάδα κάποιους εξαιρετικούς παίκτες που τον βοήθησαν. Αλλά αυτό προϋποθέτει να ψάξει ο σκηνοθέτης και οι άνθρωποί του τις ιστορίες του Χαριστέα, του Νικοπολίδη, του Σεϊταρίδη, του Δέλλα, του Ζαγοράκη, του Κατσουράνη και όλων των υπόλοιπων και να εξηγήσει πως προέκυψαν όλοι αυτοί, γιατί ήταν χαρισματικοί, τι έκαναν στις καριέρες τους κτλ. Ολο αυτό θα μπορούσε να δώσει ένα ενδιαφέρον τελικό αποτέλεσμα, αν έβγαζε στην επιφάνεια αληθινά άγνωστες λεπτομέρειες για παίκτες (και ανθρώπους) που πιστεύουμε πως ξέρουμε: τουλάχιστον θα τσάκιζε αυτή μας την βεβαιότητα. Αλλά αυτό προϋποθέτει δουλειά. Ο καλός Κρίστοφερ Μαρκς δεν είναι για τέτοια: αυτός βρήκε ενδιαφέρουσα την ιστορία του Ρεχάγκελ, όπως περίπου η Μarvel αυτή του Iron Man. Μόνο που ο μπαγάσας ούτε αυτή δεν κατάφερε να αφηγηθεί με τρόπο που να την κάνει κομμάτι ενδιαφέρουσα: απογοητεύτηκα απερίγραπτα γιατί ξέρω πολλά περισσότερα για αυτόν από αυτά που είδα και νομίζω το ίδιο ισχύει και για τον καθένα που έχει ζήσει την εποχή.

Στα 82 λεπτά που η ταινία διαρκεί (και που μου φάνηκαν δύο αιώνες…) ο Ρεχάγκελ μοιάζει ένα καρτούν για το οποίο όλοι στη χώρα των καρτούν μιλάνε. Κάποιες ατάκες του (του τύπου «ήμασταν το αουτσάιντερ, αλλά όπως μας διδάσκει η ελληνική ιστορία, οι θεοί κάνουν πάντα τα δικά τους σχέδια») σε κάνουν απλά να χαμογελάς διότι εκφέρονται με μια θεατρικότητα σχεδόν σεφερλική. Αν έλειπαν κι αυτές δεν θα υπήρχε τίποτα, πέρα από την πορεία του Γιάννη Τοπαλίδη προς τη δόξα.

Τι με ενόχλησε πιο πολύ; Όχι τόσο η σχεδόν απόλυτη απουσία αναφορών στους χαρακτήρες των ποδοσφαιριστών, όσο η προσπάθεια εξευτελισμού του μακαρίτη του Αλκέτα Παναγούλια, που προβάλλεται ως ένα είδος Ελληνα κακομοίρη μπροστά στον οποίο ο Ρεχάγκελ είναι ένα είδος πυρηνικού επιστήμονα. Και έτσι να είναι, δεν χρησιμοποιείς με τέτοιο τρόπο ένα άνθρωπο που έχει φύγει από τη ζωή και δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Κι αν θες να διηγηθείς τις αποτυχίες της Εθνικής πριν τον Ρεχάγκελ βρες το θάρρος να εστιάσεις στον άθλιο παραγοντισμό, τις «φαγωμάρες» των παικτών, την ανύπαρκτη οργάνωση.  

https://www.sportday.gr/Image/ad363449-e71c-41f5-87a2-b389adaf361f_rehagel_1806.jpg/1200/0

Μπλα μπλα μπλα

Πίστευα πως 16 χρόνια μετά το θαύμα της Πορτογαλίας όλο και κάτι θα υπήρχε που θα μάθαινα και δεν το ‘ξερα. Η ύπαρξη κάθε αθλητικού ντοκιμαντέρ βασίζεται ακριβώς πάνω σε αυτό, δηλαδή στην θέληση των συντελεστών του να σου αποκαλύψουν στοιχεία της πραγματικότητας των πρωταγωνιστών, που όχι απλά δεν γνωρίζεις, αλλά ούτε καν υποψιάζεσαι. Εχοντας ως βάση ένα συγκεκριμένο γεγονός, ο ντοκιμαντερίστας έρχεται να το σκαλίσει, να το φωτίσει, να στο εξηγήσει: άλλωστε το τι έχει γίνει το γνωρίζεις. Στην Ελλάδα βέβαια τα στόματα δεν ανοίγουν ποτέ μπροστά σε μια κάμερα, οι πρωταγωνιστές συνήθως φοβούνται τα μυστικά τους, οι υπεκφυγές είναι κανόνας και έτσι το μόνο που απομένει είναι το συνηθισμένο βαρετό μπλα μπλα μπλα, που όλοι βαριούνται.

Στο King Otto δεν υπάρχει ούτε καν η στοιχειώδης παρουσίαση της Ελλάδα της εποχής, η τότε αθλητική της πρόοδο και η μετέπειτα κρίση της. Δεν είναι τελικά τυχαίο που δεν το είδε στις αίθουσες άνθρωπος. Εχω καταλάβει πως έτσι όπως ακριβώς υπάρχει και λειτουργεί ένα υπόγειο ταμ ταμ που σαν μαγικός αυλός μας υπνωτίζει και μας σπρώχνει στα σινεμά για να δούμε ωραία πράγματα (ακόμα κι αν αυτά δεν έχουν διαφημιστεί), έτσι ακριβώς λειτουργεί κι ένας παράξενος μηχανισμός που γλυτώνει τον κόσμο από το να χάνει χρόνο με πράγματα αδιάφορα – το λέω γιατί, κατά τα άλλα, από τους εγχώριους κριτικούς το King Otto πήρε καλές σχετικά κριτικές, που δεν έπεισαν όμως σχεδόν κανένα.

Σου πιάνεται το στομάχι

Αν θέλετε να χαρείτε αθλητικά ντοκιμαντέρ δείτε δυο που υπάρχουν στο Netflix αυτό τον καιρό. Το ένα είναι αυτό για τον Σουμάχερ. Σου πιάνεται κομμάτι το στομάχι γνωρίζοντας πως ο άνθρωπος ακόμα παλεύει να κρατηθεί στη ζωή, αλλά η προσωπογραφία του είναι καλοφωτισμένη σαν πίνακας ζωγραφικής του Ντελακρουά στο Λούβρο. Το δεύτερο είναι το ντοκιμαντέρ για τον Μάντι Φις (κάποτε νούμερο 7 στον κόσμο στο τένις): είναι ένα επεισόδιο της σειράς Untold, διαρκεί 1 ώρα κι έχει τον τίτλο Break Point. Eίναι ένα σπάνιο μάθημα ζωής. Παραδόξως χωρίς τη συμμετοχή του Τοπαλίδη…