Τις προηγούμενες μέρες ο προπονητής της Λίβερπουλ Γιούργκεν Κλοπ έδωσε δυο απαντήσεις που είχαν σχέση με τον κωρονοϊό. Η πρώτη ήταν υποδειγματική κι έκανε το γύρο του κόσμου. Η δεύτερη ήταν λιγότερο ψύχραιμη και πέρασε μάλλον ασχολίαστη.
Εκανε το γύρο του κόσμου
Το προπερασμένο Σάββατο ο Κλοπ ρωτήθηκε για το αν πιστεύει πως πρέπει να γίνουν ματς χωρίς θεατές στην Πρέμιερ λιγκ. «Αυτό που δεν μου αρέσει στη ζωή είναι πως για ένα πολύ σοβαρό πράγμα, θεωρείται σημαντική η γνώμη ενός προπονητή ποδοσφαίρου. Δεν είναι σημαντικό τι λένε οι διάσημοι άνθρωποι. Πρέπει να μιλάμε για πράγματα με σοβαρό τρόπο και όχι να μιλούν άνθρωποι που δεν έχουν γνώση της κατάστασης, όπως εγώ. Αυτοί που θα μιλήσουν θα πρέπει να ξέρουν, ώστε να πουν στον κόσμο τί να κάνει για να είναι όλα καλά. Δεν θα πρέπει να μιλάνε οι προπονητές ποδοσφαίρου, δεν το καταλαβαίνω αυτό. Τι είμαι εγώ; Φοράω ένα καπέλο μπέιζμπολ και έχω ξυριστεί άσχημα» είπε ο Γερμανός προπονητής. Η απάντησή του έγινε viral στα social media: προβλήθηκε ως μια σοφή δήλωση ενός μετριοπαθούς ανθρώπου.
Η χαμένη ψυχραιμία
Τρεις μέρες μετά ο Κλοπ, παραμονές του ματς της Λίβερπουλ με την Ατλέτικο Μαδρίτης, έχασε την ψυχραιμία του και σε ερώτηση ενός Αργεντίνου δημοσιογράφου για το αν φοβάται μήπως οι παίκτες του μπορεί να εκτεθούν στον ιό μέσω επαφών κατά την διάρκεια αγώνα, δεν έδωσε μια απάντηση υποδειγματική. Τον κατηγόρησε ότι ταξίδεψε από τη Μαδρίτη στο Λίβερπουλ για να κάνει ανόητες ερωτήσεις και τον ρώτησε αν του αρέσει που οι Ισπανοί διοργανώνουν ματς χωρίς θεατές. Του είπε επίσης ότι το ποδόσφαιρο είναι παιγνίδι και του έκανε και μάθημα για το πώς πρέπει να κάνει τη δουλειά του. «Μου λέτε πως έχουν κλείσει σχολεία και γήπεδα και προφανώς ανησυχείτε για λόγους υγείας, παρ' όλα αυτά, όμως, θεωρήσατε πιο σημαντικό το να ταξιδέψετε ως εδώ για το ποδόσφαιρο. Αυτή είναι η κατάσταση, αυτό είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε όλοι. Εμείς παίζουμε ποδόσφαιρο, δεν μπορούμε να λύσουμε αυτά τα πολύ σοβαρά προβλήματα που αναφέρετε. Η δική σας δουλειά είναι η μεταφορά πληροφοριών και ελπίζω στο εξής να το κάνετε καλύτερα, όχι με ερωτήσεις όπως αυτή που μόλις μου κάνατε. Γιατί με νευριάζετε αυτή τη στιγμή» είπε. Μέσα σε πέντε μέρες είχαμε δυο εκδοχές του Κλοπ: τον σοφό Κλοπ και τον φωνακλά Κλοπ. Μόνο που την προσοχή τράβηξε μόνο ο πρώτος. Και ευτυχώς.
Είναι παράξενο; Όχι. Σε στιγμές δύσκολες ο κόσμος αναζητά ψύχραιμους ανθρώπους για να ταυτιστεί: οι δημοσιογράφοι προβάλουν απόψεις διάσημων που μπορεί να ικανοποιήσουν αυτή ακριβώς την ανάγκη. Αν δεν βρισκόμασταν σε μια κατάσταση πανδημίας και παγκόσμιας αναταραχής θα είχε συμβεί το ανάποδο: θα προβάλανε λίγο πολύ όλοι πολύ περισσότερο την δεύτερη απάντηση και θα μιλούσαν για ένα Κλοπ επιθετικό, ανάγωγο, καλομαθημένο, ίσως αλαζόνα. Φυσικά ο Κλοπ με τα καλά του και τα στραβά του θα ήταν πάντα ο ίδιος.
Τα φίλτρα των δημοσιογράφων
Η επικοινωνιακή δύναμη του αθλητισμού είναι τεράστια, οφείλεται όμως πολύ και στα φίλτρα των δημοσιογράφων. Αυτοί είναι που απομονώνοντας προσεχτικά φράσεις ή συμπεριφορές μπορεί να χτίσουν προφίλ – προβάλλοντας μερικές φορές ακόμα και αυτονόητα πράγματα. Ο Κλοπ είπε ότι κανείς διάσημος δεν μπορεί να λέει πράγματα με βαρύτητα μεγαλύτερη από αυτά που λένε οι ειδικοί. Η δήλωσή του δεν είναι κάποιου τύπου χαρισματική παρατήρηση, είναι όμως χρήσιμη τη δεδομένη στιγμή και προβάλλεται, γιατί αυτός που την έκανε είναι διάσημος. Υποθέτω ότι κάτι ανάλογο έχει πει κάθε λογικός άνθρωπος, αλλά η έλλειψη της διασημότητας του δεν του εξασφαλίζει την ανάλογη προβολή.
Η προβολή των πράξεων είναι κάτι σημαντικό όταν αντιμετωπίζονται συμφορές. Ρχουμε απόλυτη ανάγκη από καλά παραδείγματα και αυτά ο αθλητισμός μας τα προσφέρει ευκολότερα. Μεγάλη ήταν και η προβολή των δηλώσεων του Πεπ Γκουαρντιόλα, που είπε ότι τα ματς χωρίς θεατές δεν έχουν νόημα, αλλά και η προβολή των δηλώσεων του «τρελού» Μάριο Μπαλοτέλι που καλούσε πριν λίγες μέρες τις ιταλικές αρχές να διακόψουν το καμπιονάτο. Στην περίπτωση του Γκουαρντιόλα η δήλωσή του προβλήθηκε ως απόδειξη ενός είδους fair play – o κόσμος έχει ανάγκη να πιστεύει πως ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές κάποιος σκέφτεται τη δικαιοσύνη του παιγνιδιού κι όχι μόνο. Η δήλωση του Μπαλοτέλι απλά χρησιμοποιήθηκε για να γίνει κατανοητό το πόσο δραματικές είναι οι στιγμές που περνά η Ιταλία. Κι αυτή ήταν αυτονόητη αλλά χρήσιμη.
Η μεγάλη βιτρίνα
Τα σπορ παρέχουν μια μεγάλη βιτρίνα. Στην ιστορία αυτή εξ αρχής οι αθλητές και οι προπονητές είναι χρήσιμοι για να περάσουν στην κοινωνία μηνύματα. Μερικές φορές αυτό συμβαίνει και εν αγνοία τους: είναι π.χ εξωφρενικό αυτό που έγινε με τον Κριστιάνο Ρονάλντο πριν δυο μέρες. Μια εφημερίδα στην Πορτογαλία έγραψε ότι ο Πορτογάλος αποφάσισε να παραχωρήσει τα ξενοδοχεία του στις Ισπανικές και στις Πορτογαλικές αρχές για να τα μετατρέψουν σε νοσοκομεία στα οποία θα νοσιλευτεί κόσμος όσο κρατά η πανδημία. Προστέθηκε μάλιστα στο σχετικό ρεπορτάζ ότι ο Κριστιάνο θα πληρώσει όλα τα χρήματα που είναι για αυτό απαραίτητα και θα αναλάβει να καλύψει και το κόστος του προσωπικού. Η είδηση έκανε το γύρο του κόσμου. Την πίστεψα κι εγώ κι έγραψα ένα σχετικό κομμάτι στην εφημερίδα: αποδείχτηκε fake news. Γιατί όμως την πιστέψαμε; Γιατί όλο αυτό θα ήταν ωραίο να γίνει και ζούμε μια στιγμή που έχουμε ανάγκη από καλές ειδήσεις, δηλαδή από ειδήσεις που μπορεί να μεγαλώσουν την πίστη στα θαύματα. Χθες στη Γερμανία έγραψαν ότι ο ιδιοκτήτης της Χόφενχαιμ, ένας από τους πιο μισητούς ανθρώπους στη χώρα, χρηματοδοτεί την έρευνα για το εμβόλιο που όλη η ανθρωπότητα αναζητά. Ισως είναι κι αυτό fake news: η αναπαραγωγή του είναι βέβαιο ότι δημιούργησε κάμποση ανακούφιση.
Η δημοσιογραφία αυτό τον καιρό είναι πιο δύσκολη από ποτέ. Πρέπει να βασίζεται σε λίγη υπερβολή, για να πείθει τους ανθρώπους να κάνουν όσα δεν τους αρέσουν, όπως π.χ να μείνουν σπίτι και από την άλλη πρέπει εκτός από το να ενημερώνει να δημιουργεί και πρότυπα και ιστορίες αισιοδοξίας. Καλά καλά δεν είναι δημοσιογραφία. Αλλά είναι απαραίτητη…