Ο ερχομός του Μπενίτεθ στον ΠΑΟ κάνει επίκαιρη μια παρατήρηση. Ότι η μόδα των Ισπανών προπονητών στην Ευρώπη παραμένει. Είναι μάλιστα ένα από τα λίγα δεδομένα που έχουμε στο ποδόσφαιρο.
Ισπανοί, Ιταλοί, Πορτογάλοι
Η Ρεάλ Μαδρίτης, η Αρσεναλ, η Μάντσεστερ Σίτυ, η Παρί, η Αθλέτικ Μπιλμπάο, ο Ολυμπιακός και η Πάφος που θυμίζω πως έχει τον σχετικά άγνωστο αλλά πάντα Ισπανό Καρσέδο βρίσκονται όλες στο Τσάμπιονς λιγκ έχοντας στον πάγκο τους Ισπανούς προπονητές.
Στην Πρέμιερ λιγκ, που είναι το ακριβότερο πρωτάθλημα της Ευρώπης, οι Ισπανοί προπονητές που δουλεύουν είναι συνολικά τέσσερις: εκτός από τον Ατρέτα (Αρσεναλ) και τον Γκουαρντιόλα (Μάντσεστερ Σίτυ) υπάρχουν και ο Ιραόλα (Μπόρνμουθ) και ο Ουνάι Εμερι (Αστον Βίλα). Δεν είναι πάρα πολλοί αλλά δεν είναι και λίγοι. Τέσσερις είναι και οι Πορτογάλοι: ο Αμορίμ (Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ), ο Νούνο Εσπίριτο Σάντος (Γουεστ Χάμ), ο Μάρκο Σίλβα (Φούλαμ) και ο Βίτορ Περέιρα, αν κι αυτός δεν βλέπω στην Γουλβς να συνεχίζει για πολύ. Υπάρχει εκεί μόνο ένας Ιταλός προπονητής: ο Μαρέσκα στην Τσέλσι. Οι Ιταλοί ωστόσο εξακολουθούν να εξάγουν προπονητές: Ιταλό προπονητή έχει η Ολιμπικ Μαρσέιγ, τον Ντε Ζέρμπι, αλλά και η πρώτη στο πρωτάθλημα της Πορτογαλίας Πόρτο. Ολο και πιο σπάνιοι γίνονται οι Γερμανοί δεν είναι τυχαίο ότι η Μπάγερν Μονάχου έχει τον Γάλλο Κομπανί. Υπάρχουν ωστόσο κάμποσοι ακόμα που δουλεύουν στο εξωτερικό: ο Φλικ στην Μπαρτσελόνα, αλλά και ο Ντάνιελ Φάρκε στην Λιντς κάνουν μάλλον καλή δουλειά. Οι Ισπανοί όμως είναι συνήθως στόχος των πλουσιότερων: για την ακρίβεια όσο πιο ακριβή είναι μια ομάδα τόσο πιθανότερο είναι να έχει Ισπανό προπονητή. Σαφώς παίζει ρόλο ότι την τελευταία δεκαετία πλήθυναν και οι Ισπανοί τεχνικοί διευθυντές: το ένα χέρι νίβει το άλλο κτλ κτλ
 
Δεν πιστεύω ότι αυτό συμβαίνει συμπτωματικά. Είναι αποτέλεσμα της πολλή καλής δουλειάς του Πεπ Γκουαρντιόλα (παντού σχεδόν) αλλά και των επιτυχιών όχι μόνο των Ισπανικών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις αλλά και της Εθνικής Ισπανίας. Μετρά πολύ και ότι οι Ισπανοί προπονητές παντού όπου δουλεύουν δίνουν και ευκαιρίες σε μικρούς και ειδικεύονται στο να τους βοηθούν να εξελίσσονται, ενώ σε πολλές περιπτώσεις επιβλέπουν και την ανάπτυξης των ακαδημιών των συλλόγων οι ίδιοι προσωπικά. Οι Ιταλοί από την μεριά τους εισπράττουν βασικά ακόμα ποσοστά από τις επιτυχίες του Κάρλο Αντσελότι τα προηγούμενα χρόνια. Μοιάζουν προπονητές ικανοί να διαχειρίζονται καλά το ανθρώπινο δυναμικό, προσεχτικοί στο πως ξοδεύουν εκατομμύρια αλλά και καλοί διαχειριστές κρίσιμων αγώνων. Και υπάρχουν πάντα και οι Πορτογάλοι. Συντηρητικοί οι πιο πολύ, επικοινωνιακοί όμως, ικανοί να καταλάβουν πως στο ποδόσφαιρο υπάρχει και η αξιοπρεπής ήττα ως αποτέλεσμα (πράγμα που οι Ισπανοί αγνοούν…) και κυρίως μεγάλοι εργάτες η προσφορά των οποίων αναγνωρίζεται συχνά όταν φύγουν.
Η Μεσόγειος παράγει
Η Μεσόγειος μπορεί να έχει τα οικονομικά προβληματάκια της αλλά συνεχίζει να βγάζει προπονητές. Η επιτυχία των Ισπανών είναι σημαντική αν σκεφτεί κανείς πως σπανίως μιλάνε αγγλικά: όποιοι αποφασίζουν να μάθουν το κάνουν αφού βρουν ένα συμβόλαιο στο εξωτερικό. Το ίδιο συμβαίνει και με τους Ιταλούς, ενώ οι Πορτογάλοι έχουν στο μυαλό τους ότι κάποια στιγμή θα φύγουν από την χώρα τους και για αυτό προετοιμάζονται: άλλωστε οι μόνοι μεγάλοι προορισμοί στην χώρα τους είναι η Μπενφίκα, η Πόρτο και η Σπόρτινγκ Λισαβώνας και δεν χωράνε όλοι σε αυτές.
Τα τελευταία χρόνια έχουν εξαφανιστεί από τους πάγκους μεγάλων ομάδων οι Σέρβοι αλλά και οι Κροάτες: κανείς πχ στην Γιουβέντους δεν θα κλάψει τον Τούντορ που είναι μάλλον να απορείς πως έμεινε εκεί τόσο καιρό. Οι Σέρβοι πληρώνουν μια γενική καθίζηση του ποδοσφαίρου τους – παράγουν μόνο παίκτες που φεύγουν όμως μικροί. Δεν πάει καλά και η Εθνική τους.

Στην Ιταλία οι Ιταλοί παραμένουν μια σταθερή επιλογή: οι ξένοι που περνάνε από το Καμπιονάτο είναι σχετικά λίγοι και αν συμβεί μια ιταλική ομάδα να διαλέξει ξένο προπονητή είναι γιατί έχει περάσει από εκεί ως παίκτης της και έχει υπάρξει συμπαθής. Περιττό να πω πως όλο και πιο λίγοι ξένοι προπονητές δουλεύουν στην Ισπανία και στην Πορτογαλία – τελευταία δεν παίρνουν ευκαιρίες όπως πιο παλιά και οι Αργεντίνοι, ο Σιμεόνε είναι η κλασική εξαίρεση, όπως και ο Σιλαϊδόπουλος στην Ρίο Αβε.
Διακρίνω σιγά σιγά και μια έλλειψη Ολλανδών – και αυτοί δεν είναι στα καλύτερα τους μετά το ρεύμα που δημιούργησε κάποτε ο Λουίς Φαν Γκααλ. Αλλά όλα είναι κύκλοι. Θα επανέρθουν.
Για να γίνουν μόδα οι προπονητές που προέρχονται από μια χώρα χρειάζεται κάποιος να κάνει κάπου σπουδαία πράγματα. Την μόδα των Ισπανών σαφώς και τη μεγάλωσε ο Γκουαρντιόλα: πολλοί προσπάθησαν να βρουν ένα σαν αυτόν, δηλαδή κάποιον που να δουλεύει με την δική του μεθοδικότητα χωρίς απαραίτητα να διδάσκει και το ίδιο ποδόσφαιρο. Παλιότερα ήταν ο Μουρίνιο που απογείωσε την μόδα των Πορτογάλων: ξόδευε καλά τα χρήματα, συνεργαζόταν καλά με διοικήσεις – φυσικά είχε και αποτελέσματα. Ακόμα πιο πριν ο Βενγκέρ έβαλε τους Γάλλους στο χάρτη – σήμερα στη γύρα έχουν απομείνει λίγοι καθώς οι πιο πολλοί δουλεύουν στην Γαλλία. Ο μακαρίτης ο Ερικσον επίσης είχε συμβάλει στο να βρουν δουλειά πολλοί Σκανδιναβοί, που και τώρα έχουν τους θαυμαστές τους. Οσο και να φαίνεται παράξενο η εθνικότητα του προπονητή μετρά για την επιλογή του σε πολλές ομάδες πιο πολύ από το ποδόσφαιρο που αυτός διδάσκει. Το ποδόσφαιρο είναι κομμάτι σύνθετο. Τα κλισέ του τύπου «να πάρουμε ένα Ιταλό γιατί αυτοί ξέρουν από τακτική» ή ένα «Γερμανό γιατί αυτοί ξέρουν από πειθαρχία» λειτουργούν ευκολότερα...

 
        







