Η λατρεία της φασαρίας

Η λατρεία της φασαρίας


Από όλους τους καυγάδες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στο χώρο του ελληνικού αθλητισμού (και όχι μόνο…), ο πλέον ακατανόητος, για να μην πω γελοίος, ήταν αυτός που είχε να κάνει με τα ματς για της Εθνικής Ελλάδας στα προκριματικά του μουντιάλ του μπάσκετ. Τα παιγνίδια αυτά, που κάποιος χιουμορίστας βάφτισε «παράθυρα», μεταφράζοντας μάλλον κάποιο αγγλικό ή αμερικάνικο όρο, έφτασαν να γίνουν εθνικό θέμα, με την ΕΟΚ να απειλεί τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό, τον Υφυπουργό Αθλητισμού να κάνει δηλώσεις συμπαράστασης στο Βασιλακόπουλο, τους δημοσιογράφους να αναρωτιούνται με αγωνία τι θα γίνει κτλ. Τελικά έγινε ό,τι έπρεπε εξ αρχής να γίνει: συγκροτήθηκε μια ομάδα που κέρδισε δύσκολα την Αγγλία, μόνο και μόνο γιατί έκανε κάτι τρέλες στο τέλος, και εύκολα το Ισραήλ. Αυτή η ομάδα θα ξαναπαίξει το Φεβρουάριο τα επόμενα ματς. Και το μόνο που θα μείνει είναι η απορία  για ποιο λόγο έγινε η φασαρία όλων των προηγούμενων ημερών, όταν μάλιστα οι αντίπαλοι (Αγγλοι και Ισραηλινοί) ήταν μάλλον εύκολοι και η δυνατότητα να είναι παρόντες, έστω οι παίκτες του ΠΑΟ στο δεύτερο ματς, υπήρχε από την αρχή. Αν κάποιος απλά κοιτούσε το πρόγραμμα καταλάβαινε ότι ακόμα κι αν οι παίκτες του Ολυμπιακού δεν κατάφερναν να δώσουν το παρών, όπως και συνέβη, η απουσία τους δεν ήταν από αυτές που θα μπορούσαν να στοιχίσουν: ο καυγάς έγινε για το τίποτα.

Ακόμα και ο μεγάλος Γκάλης

Τώρα που η φασαρία πέρασε μπορούμε ψύχραιμα και ωραία να πούμε κάτι για την Εθνική ομάδα, αλλά και για το δικαίωμα που έχουν κερδίσει οι Ελληνες μπασκετμπολίστες να διαλέγουν πότε για αυτή θα παίξουν και κάτω από ποιες προϋποθέσεις. Το να λείψει κάποιος παίκτης από την Εθνική για ένα τουρνουά και στη συνέχει να επανέρθει, είναι κάτι που δεν είναι καθόλου καινούργιο: το έχει κάνει ο μεγάλος Νίκος Γκάλης στα χρόνια της παντοκρατορίας του, όταν δεν έπαιξε στο Παγκόσμιο του ’90, αλλά γύρισε στην Εθνική κι αγωνίστηκε κανονικά στο επόμενο Πανευρωπαϊκό στην Ιταλία βγαίνοντας και πρώτος σκόρερ. Εκτοτε αυτό συνέβη και με άλλους παίκτες που, είτε ζήτησαν να απέχουν για λόγους κούρασης, είτε δεν τους άφησαν οι ομάδες τους να παίξουν στην Εθνική, μολονότι το ήθελαν: η τελευταία περίπτωση είναι αυτή του Γιάννη Αντετοκούνμπο πέρυσι το καλοκαίρι.

Όλα αυτά τα «πήγαινε – έλα» είναι πολύ συνηθισμένα και σε άλλες Εθνικές ομάδες (Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Ρωσία, Σερβία έχουν αντιμετωπίσει συχνά τέτοια γεγονότα) διότι τα τουρνουά είναι πολλά και ασταμάτητα και από τότε που οι Ευρωπαίοι βρίσκουν ομάδες και στο ΝΒΑ, ο αριθμός των αγώνων που δίνουν μεγάλωσε πάρα πολύ. Επιπλέον στην Ελλάδα δόθηκε στους παίκτες και ένα ακόμα δικαίωμα: να ανακοινώνουν το αντίο τους από την ομάδα, όποτε οι ίδιοι θέλουν. Μάλιστα  στο ελληνικό μπάσκετ τα τελευταία χρόνια έχουν χειροκροτηθεί παίκτες που στα τριάντα κάτι τους εγκατέλειψαν την Εθνική. Ούτε η ΕΟΚ τους τιμώρησε, ούτε έβγαλε κανείς κανένα λόγο εναντίον τους: όλοι (με πρώτη από όλους την ομοσπονδία) κατάλαβαν την ανάγκη τους να σταματήσουν και σεβάστηκαν την μεγάλη τους προτεραιότητα, που είναι ο σύλλογός τους. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Δημήτρη Διαμαντίδη που αποχώρησε μετά βαϊων και κλάδων όταν ο ίδιος έκρινε ότι η προτεραιότητα του πρέπει να είναι πλέον ο Παναθηναϊκός: του είπαν σε ευχαριστούμε και κανείς δεν το απείλησε με τιμωρίες, αφού όλοι σεβάστηκαν την προσφορά του και πολύ σωστά έκαναν. Στη συγκεκριμένη ιστορία μια αγωνιστική προτεραιότητα είχαν και οι παίκτες του Ολυμπιακού και του ΠΑΟ: λέγεται Ευρωλίγκα. Δεν πήγαν στη Μύκονο για διακοπές οι παίκτες: παιγνίδια είχαν να παίξουν. Και δεν μπορεί να φταίνε ούτε αυτοί, ούτε οι ομάδες τους για το αν η διαμόρφωση του προγράμματος των προκριματικών του μουντιάλ έγινε άρπα κόλα.

Ένα ατέλειωτο μπλα μπλα

Κανονικά, αν δεν λατρεύαμε τη φασαρία, θέμα δεν θα έπρεπε καν να υπάρχει. Η ΕΟΚ έπρεπε να πει στον προπονητή ότι κάποιοι παίκτες έχουν υποχρεώσεις, και μοιραία θα λείψουν. Όλα μπορούσαν να γίνουν απλά και όμορφα και με αυτό το δεδομένο έπρεπε ο ομοσπονδιακός να προχωρήσει στην δημιουργία της ομάδας που θα αγωνιστεί στα προκριματικά. Δεν χρειαζόταν καθόλου το ατελείωτο μπλα μπλα που προηγήθηκε.

Ολοι μπορούν να προσφέρουν

Υπάρχει ακόμα που καλό είναι να μας μείνει από όλη αυτή την ιστορία. Κάποια στιγμή πρέπει να καταλάβουμε πως ο κάθε αθλητής είναι ένα εν δυνάμει μέλος της Εθνικής ομάδας. Τα τελευταία χρόνια, για λόγους που οι προπονητές γνωρίζουν καλύτερα, έγινε κανόνας η κάθε Εθνική να λειτουργεί ως κλειστό κλαμπ, να αποτελείται δηλαδή από λίγους σχετικά παίκτες. Αυτό είναι μια μέθοδος για την δημιουργία μιας καλής ομάδας, αλλά μην μπερδεύουμε τη μέθοδο με την πραγματικότητα: στην πραγματικότητα διεθνής δεν είναι αυτός που στο μυαλό μας θεωρείται ο καλύτερος, αλλά αυτός που καλείται στην Εθνική. Δικαίωμα να αγωνιστεί στην Εθνική έχει ο καθένας. Τα παιδιά που κλήθηκαν για τα ματς αυτά, από όσο είδα το καταχάρηκαν και ελπίζουν να ξανακληθούν και τον Φεβρουάριο. Ακούω ότι θα είναι άκομψο και αγενές και άδικο αυτοί που πήραν την πρόκριση στα τελικά να μην παίξουν σε αυτά. Πρώτον η φανέλα της Εθνικής δεν είναι ιδιοκτησία κανενός: παίζεις για την ομάδα αυτή όποτε στο ζητάνε, αρκεί να μπορείς και να το θέλεις. Δεύτερον κανένας δεν απαγορεύει στον προπονητή να πάει στα τελικά με την συγκεκριμένη ομάδα, αν και εφόσον κρίνει ότι θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες του. Τα προκριματικά είναι μια αυτοτελής διαδικασία με συγκεκριμένο βαθμό δυσκολίας: κανονικά θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για δοκιμές, ώστε να δούμε, αν πίσω από τους συνήθως βασικούς, υπάρχουν παίκτες που μπορεί να βοηθήσουν. Και φυσικά να χαρούν την συμμετοχή: ο Βασιλόπουλος, ο Αθηναίου, ο Γιαννόπουλος, ο Μαυροειδής, ο Λαρεντζάκης και οι υπόλοιποι πέρασαν υπέροχα.  

Γιατί έγιναν όλα

Εγινε μια ολόκληρη φασαρία για το τίποτα τελικά και το μόνο καλό είναι ότι ξαναείδαμε και τον Γιώργο Βασιλακόπουλο στις επάλξεις, που μετά το Πανευρωπαϊκό είχε χαθεί. Τον άκουσα τις προάλλες να «κελαηδάει» και τον χάρηκα. Βέβαια δεν έχω καταλάβει τι ήθελε να πει: αν αυτός ή κάποιος άλλος δεν θέλουν τους παίκτες του Ολυμπιακού στην Εθνική μπορούν να το πουν χωρίς μισόλογα. Απλά θα δικαιώσουν όσους υποστηρίζουν ότι όλος αυτός ο ανόητος καυγάς που παρακολουθήσαμε καιρό τώρα, έγινε για αυτόν και μόνο το λόγο…