Η δύναμη της συνέπειας

Η δύναμη της συνέπειας


Το Κίεβο είναι μουντό ακόμα κι όταν έχει ήλιο, τα καραβάνια των οπαδών που όλοι περιμένουν δεν έχουν έρθει, αλλά για την πόλη και την ατμόσφαιρα θα σας γράψω αύριο. Σήμερα ας πούμε δυο λόγια για τον παράξενο τελικό που έχουμε μπροστά μας. Στον οποίο η Ρεάλ είναι φαβορί, αλλά η Λίβερπουλ κατεβαίνει με ένα ενθουσιασμό που σπάνια συναντάς.

Οι εκπλήξεις είναι πλέον σπάνιες

Όλα αυτά τα χρόνια που γυρίζω στην Ευρώπη παρακολουθώντας τελικούς ελπίζω κυρίως ένα πράγμα: να μην επαληθευτούν στην διάρκεια του αγώνα οι προβλέψεις – δεν αναφέρομαι στον τελικό νικητή, αλλά στο ίδιο το παιγνίδι. Η υπερπληροφόρηση που έχουμε πλέον για τις μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα να τις παρακολουθούμε τηλεοπτικά σχεδόν κάθε εβδομάδαμ μεγάλωσαν την γνώση μας, αλλά μείωσαν την πιθανότητα να συμβεί κάτι που θα μας εκπλήξει: πλέον γνωρίζουμε γιατί μια ομάδα μπορεί να χάσει ή γιατί μπορεί να κερδίσει. Προφανώς, επειδή μιλάμε για ποδόσφαιρο, το ποιος θα είναι ο τελικός νικητής ευτυχώς δεν είναι πάντα δεδομένο, μολονότι οι εκπλήξεις γίνονται συνεχώς και λιγότερες. Το δεδομένο είναι πλέον η εικόνα του αγώνα.

Στους τελικούς με παρούσα τη Μπαρτσελόνα ήξερες ότι αυτή θα κάνει κατοχή μπάλας, είτε ο αντίπαλος ήταν η σκληροτράχηλη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, είτε η Γιουβέντους – απέμενε να δεις την μεγάλη ενέργεια του Μέσι. Στα ματς της Ρεάλ με την Ατλέτικο γνώριζες ότι, όποιος κι αν ήταν ο προπονητής της Ρεάλ, η Βασίλισσα θα πρέπει να βρει τρόπο ν ανοίξει την άμυνα του Σιμεόνε, αλλά κι ότι ο αντίπαλος θα πίεζε τους μέσους της όσο μπορούσε: στην πραγματικότητα και στις δυο περιπτώσεις όλοι περίμεναν να δουν ένα ισπανικό ντέρμπι κι αυτό είδαν. Υπήρξαν φυσικά και τελικοί πιο προβλέψιμοι: το Μπάγερν – Τσέλσι, επειδή γινόταν στο Μόναχο, γνωρίζαμε ότι θα ήταν ένα μονόλογος των Γερμανών – η Τσέλσι άντεξε.  Οι τελικοί του Μουρίνιο ήταν σαν ταινία, που έχουμε ξαναδεί με άλλους πρωταγωνιστές, αλλά με το ίδιο πάντα σενάριο.

Συνήθως, τέτοια μέρα, ευχόμουν να πέσουμε όλοι έξω στα προγνωστικά και να συμβούν στον τελικό πράγματα που δεν περιμέναμε, ώστε να έχουμε να θυμόμαστε κάτι πέρα από τον τελικό νικητή: αυτό π.χ που έκανε κάποτε η Λίβερπουλ στην Κωνσταντινούπολη με αντίπαλο την Μίλαν παραμένει μοναδικό. Ωστόσο αν ο εφετινός τελικός για μένα έχει ένα έξτρα ενδιαφέρον είναι γιατί για πρώτη φορά μετά από χρόνια θα θελα να επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις, που έχουν να κάνουν με την εικόνα του. Μακάρι να δούμε στο γήπεδο όλα όσα περιμένουμε: θα προκύψει ένα παιγνίδι τόσο θεαματικό, που θα το θυμόμαστε χρόνια!

Χαρίζει ένα παίκτη

Η Λίβερπουλ και η Ρεάλ έπαιξαν φέτος καλό ποδόσφαιρο – δεν ήταν σταθερές, δεν ήταν ανίκητες, αλλά είχαν μια συνέπεια και για αυτό έφτασαν στον τελικό. Η Λίβερπουλ υπηρέτησε όσο καλύτερα μπορούσε ένα απλό επιθετικό σχέδιο: είναι μια ομάδα που παριστάνει ότι αμύνεται, που ηθελημένα αφήνει στον αντίπαλο την μπάλα, που θέλει να τρέξει στις αντεπιθέσεις και για αυτό δίνει στον αντίπαλο γήπεδο. Η τρέλα του Γιούργκεν Κλοπ είναι ότι συχνά χαρίζει ένα παίκτη στη μεσαία γραμμή για να έχει σταθερά τρεις παίκτες στην επίθεση – το μέλημα της Λίβερπουλ είναι να πάει η μπάλα στον Σαλάχ, στον Μανέ και στον Φιρμίνο όσο πιο γρήγορα γίνεται. Αυτό το ποδόσφαιρο των δυναμικών αντεπιθέσεων είναι πολύ γερμανικό κι αρκετά όμορφο, μολονότι μοιάζει ελάχιστα οργανωμένο. Αν όποιος το ξέρει, βρει χώρους, μπορεί να βάλει τσουβάλια γκολ σε ομάδες όπως η Πόρτο, η Μάριμπορ, η Ρόμα, η Σπάρτακ Μόσχας και να διαλύσει ένα βράδυ ακόμα και την σχεδόν αλάνθαστη φέτος Μάντσεστερ Σίτυ, που τις αντεπιθέσεις τις επιτρέπει. Από την άλλη, όποιος την μπάλα την αφήνει στον αντίπαλο περισσότερο από όσο επιτρέπεται, μπορεί να βάλει τρία γκολ στη Σεβίλλη και να μην κερδίσει ή να υποφέρει με τη Ρόμα, που με μόνο όπλο το πάθος, στον δεύτερο ημιτελικό, σου δίνε την εντύπωση ότι μπορεί κι αυτή να κερδίσει με 5-2 τη Λίβερπουλ, μολονότι μάλιστα έχανε στην αρχή του ματς με 0-1 και 1-2. Απλοποιώντας τα πάντα όλοι λένε ότι η Λίβερπουλ έχει προβλήματα στην άμυνα: για μένα δεν είναι θέμα άμυνας, αλλά θέμα νοοτροπίας – αν αφήνεις τον αντίπαλο να παίξει (για να τον χτυπήσεις στην κόντρα) από αντιπάλους που ξέρουν τι να κάνουν με τη μπάλα στα πόδια μπορείς να έχεις πρόβλημα.

Ο καλός Ζινεντίν Ζιντάν

Και η Ρεάλ; Η Ρεάλ νομίζω είναι κοντά στο να σώσει την χρονιά της κερδίζοντας το Τσάμπιονς λιγκ γιατί ο κ. Ζινεντίν Ζιντάν απέδειξε φέτος πως εκτός από καλός διαχειριστής ακριβοπληρωμένων παικτών, είναι και καλός προπονητής. Όταν είδε ότι η επιθετική του Ρεάλ έχει στην άμυνα τρύπες τεράστιες, (που έχουν να κάνουν και με την αδυναμία μέσων, όπως ο Ισκο, ο Μόντριτς, ο Κρος, ο Ασένσιο, ο Λούκας, να καταστρέψουν), πόνταρε στην αγαπημένη του ιταλική συνταγή, παρουσιάζοντας μια ομάδα που στα δύσκολα παιγνίδια με την Παρί, την Γιούβε και την Μπάγερν Μονάχου γύρισε κάποια μέτρα πίσω αφήνοντας τη μπάλα στον αντίπαλο. Νομίζω ότι η Ρεάλ έπαιξε λιγάκι με το μυαλό όλων των αντιπάλων της: η Παρί πίστευε πως έχει απέναντί της μια ομάδα γεμάτη προβλήματα – ο Κριστιάνο την έκανε κομμάτια. Η Γιούβε ήθελε τη ρεβάνς της περσινής ήττας στον τελικό και στο Τορίνο το πλήρωσε: στη ρεβάνς ο Αλέγκρι έδειξε στον Ζιζού πως παίζεται πραγματικά το ιταλικό ποδόσφαιρο, αλλά η Κυρία πλήρωσε μια απροσεξία του Μπενατιά στο 90΄ κι αποκλείστηκε με το πιο συζητημένο πέναλτι της χρονιάς. Η Μπάγερν ήταν καλύτερη και στα δυο ματς, αλλά η Ρεάλ έπαιξε με τα νεύρα της: το βάρος των συνεχόμενων αποκλεισμών των Γερμανών από ισπανικές ομάδες τους λύγισε.

Η Λίβερπουλ ήταν φέτος μια επιθετικότατη ομάδα που προσποιούταν ότι έμενε στην άμυνα, για να τσιμπήσει ο αντίπαλος να βγει μπροστά. Η Ρεάλ ήταν μια ομάδα που για μήνες έψαχνε αμυντική κυρίως ισορροπία, έχοντας όμως τον Ρονάλντο, που, βρίσκοντας γκολ συχνά από το πουθενά, μασκάρευε κάθε αδυναμία. Και στις δυο περιπτώσεις μιλάμε για ομάδες στις οποίες οι επιθετικοί αποδείχτηκαν θαυματουργοί: ο Ρονάλντο και ο Σαλάχ είναι οι δυο πρώτοι σκόρερ της διοργάνωσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις συνήθως λέμε ότι όποιος σταματήσει την επίθεση του άλλου παίρνει το τρόπαιο, αλλά κι αυτό ακόμα δεν είναι παρά ένα κλισέ. Αφού βρισκόμαστε στην ανάγκη να μιλήσουμε έτσι, εγώ λέω ότι το κύπελλο θα το σηκώσει όποιος βάλει ένα γκολ παραπάνω και μακάρι το ματς να λήξει 5-4 κι αυτή τη φορά να επιβεβαιωθούν όλα όσα λέγονται πριν αυτό αρχίσει.

Συνεπής με πολλούς τρόπους

Θα γίνει κάτι τέτοιο; Μπορώ να το ελπίζω, αλλά δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Πέρυσι είχα αποτύχει θεαματικά στην πρόβλεψή του ματς – όχι στην τελική του έκβαση, αφού περίμενα τη νίκη της Ρεάλ. Θεωρούσα ότι ο τελικός με τη Γιούβε θα κριθεί από μια τρομερή ενέργεια γιατί στο γήπεδο υπήρχαν κάμποσοι καλλιτέχνες. Την έκανε ο Μάτζουκιτς, που πέτυχε το γκολ της ζωής του, αλλά το παιγνίδι τελείωσε 4-1 για τη Ρεάλ. Φέτος εύχομαι απλά οι ομάδες να είναι συνεπείς σε όσα μας έδειξαν. Επειδή στο Κίεβο βρίσκομαι στο ίδιο ξενοδοχείο με τη Λίβερπουλ διακρίνω ότι η συνέπειά της είναι συνώνυμο μιας μεγάλης ανεμελιάς: οι τύποι μοιάζουν σαν να έχουν έρθει πενταήμερη με τον Κλοπ στο ρόλο του αγαπημένου καθηγητή – διάλεξαν να μείνουν στο κέντρο της πόλης! Η συνέπεια της Ρεάλ έχει να κάνει με τον Ζιντάν και το μονίμως παγωμένο βλέμμα του. Στη ζωή μπορείς να είσαι συνεπής με πολλούς τρόπους…