Η αντίφαση στην ιστορία του Μπλατ

Η αντίφαση στην ιστορία του Μπλατ


Δεν νομίζω ότι υπήρξε κάποιος που ένιωσε την παραμικρή έκπληξη για το χωρισμό του Ολυμπιακού με τον Ντέιβιντ Μπλατ, που όπως συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις αποχαιρέτισε τον κόσμο με μια προσωπική δήλωση. Η ομάδα του Ολυμπιακού με την Βιλερμπάν έπαιξε σαν να μην είχε προπονητή. Κάποιοι δεν τον άκουγαν καν, κάποιοι άλλοι τον κοιτούσαν με απορία. Στην πραγματικότητα ο Μπλατ, αν είχε τον απαραίτητο σε αυτές τις περιπτώσεις κυνισμό, έπρεπε να φύγει πέρυσι μετά το περίφημο SMS στο Πρίντεζη («δεν υπάρχει σάλιο…), αυτό που έκανε γνωστά τα οικονομικά προβλήματα της ομάδας. Ήταν δεδομένο ότι στη συνέχεια αυτά θα προκαλούσαν δυσκολίες εντός της ομάδας σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπιστούν. Ποιος μπορεί να είναι αυστηρός με παίκτες στους οποίους υπήρχαν οφειλές τεράστιες; Ισως κάποιος Έλληνας προπονητής – σίγουρα όχι ο Μπλατ που θεωρεί αυτονόητο οι παίκτες να πληρώνονται στην ώρα τους. Όταν αυτοί άρχισαν ένας ένας να φεύγουν  (ο Τίμα, ο Τουπάν κτλ) ή να ψάχνουν ομάδες (ο Μάντζαρης, ο Λε Ντέι, ο Γκος) έπρεπε να φύγει κι αυτός. Ισως δεν ήθελε να φύγει και λόγω της ασθένειας του – ίσως ένοιωθε ότι στους αδερφούς Αγγελόπουλους χρωστάει κάτι για τη στήριξη. Όπως και να χει η καριέρα του είχε τελειώσει – αν άρχισε και ποτέ.

Δυο χρόνια αργότερα

Ο Μπλατ ήρθε στον Ολυμπιακό με τουλάχιστον  δυο χρόνια καθυστέρηση. Ο Ολυμπιακός το καλοκαίρι του 2016 βασιζόταν σε έναν κορμό Ελλήνων παικτών. Αλλοι ήταν ακόμα στα ντουζένια τους, (ο Πρίντεζης και ο Σπανούλης π.χ), και άλλοι έπρεπε να εξελιχθούν: ο Παπανικολάου, ο Παπαπέτρου, ο Μάντζαρης έπρεπε να βελτιώσουν κυρίως το επιθετικό τους παιχνίδι, να δουλέψουν δηλαδή με ένα προπονητή που μπορούσε να τους μάθει κάτι παραπάνω από το να παίζουν σκληρή άμυνα, να τρέχουν στον αιφνιδιασμό όποτε το γήπεδο ήταν άδειο και να σουτάρουν για τρίποντο. Ο Μπλατ θα μπορούσε να πάρει αυτό το γκρουπ, να προσθέσει κάποιους ξένους ικανούς να λειτουργήσουν ως πρωταγωνιστές και όχι ως ρολίστες και να μάθει  στην ομάδα να παίζει το επιθετικό αμερικάνικο μπάσκετ που στην Ευρωλίγκα κερδίζει. Το 2016 ο Ολυμπιακός ήταν μια ομάδα που κόστιζε 14-15 εκατ ευρώ και μπορούσε να συντηρηθεί – τώρα το κόστος του πρέπει να είναι μικρότερο.  Δυστυχώς για αυτόν ο Μπλατ ήρθε με καθυστέρηση διετίας. Ηρθε το καλοκαίρι του 2018, όταν ο Σπανούλης είχε πλέον πατήσει τα 36, ο Πρίντεζης ερχόταν από μία σεζόν με δύο τραυματισμούς και οι υπόλοιποι είχαν χάσει χρονιές κερδίζοντας μεγάλα ματς, παραμένοντας ωστόσο στάσιμοι. Κυρίως ήρθε όταν τα χρήματα ήταν (είναι…) λιγότερα.  

Η αλήθεια είναι ότι ο Μπλατ έφερε μαζί του τις ωραίες ιδέες του: εξήγησε π.χ από την πρώτη μέρα ότι μία ομάδα πρέπει να φτάνει τους 90 πόντους «διότι σε αυτή την περίπτωση όποιος θέλει να την κερδίσει πρέπει να βάλει περισσότερους κι αυτό δεν είναι ποτέ εύκολο για κανέναν». Οσο υπήρχε μια κάποια κανονικότητα προσπάθησε να τον αλλάξει τον Ολυμπιακό της άμυνας και της αυταπάρνησης κι αυτό του το αναγνωρίζω και για αυτό θα τον θυμάμαι με συμπάθεια – κυρίως γιατί έχω την υποψία ότι το προσπάθησε κόντρα σε πολλούς, αν όχι και σε όλους. Θα θυμάμαι ότι παρουσίασε πέρσι έναν Ολυμπιακό έτοιμο σε χρόνο ρεκόρ που έκανε νίκες εκτός έδρας σκοράροντας  πολύ, αλλά δεν είχε και κανένα πρόβλημα να παίξει σκληρή άμυνα απέναντι σε επιθετικές μηχανές όπως η Μπαρτσελόνα και η Εφες πχ. Μια ομάδα που κέρδισε τη Ρεάλ στο ΣΕΦ, που έπαιξε στα ίσια την ΤΣΣΚΑ στη Μόσχα, που έχασε από τη διαιτησία με τη Φενέρ που ανταπέδωσε στον ΠΑΟ την ήττα στον πρώτο αγώνα σβήνοντας και την διαφορά. Και που κλάταρε, όχι γιατί είχε πέντε τραυματίες λόγω της υπερπροσπάθειας όπως τα προηγούμενα χρόνια, αλλά γιατί απλά ξέμεινε από χρήματα – πράγμα που έμπλεξε και τον ίδιο τον Μπλατ.

Κάποιος γνώστης της πραγματικότητας

Εχω μεγάλη περιέργεια να δω ποια θα είναι η συνέχεια γιατί θα μας βοηθήσει να γίνουμε σοφότεροι. Εξυπακούεται ότι οι δυσκολίες της στιγμής επιβάλουν να ρθει κάποιος που γνωρίζει την ελληνική πραγματικότητα, που μπορεί δηλαδή να δουλέψει με παίκτες που θα κάνουν υπομονή για να πάρουν τα χρήματα τους και που θα είναι ικανός να ξοδέψει σωστά κάποια λίγα χρήματα για να ολοκληρώσει το παζλ: χωρίς μια – δυο προσθήκες είναι ανώφελο να συζητάμε σοβαρά για βελτίωση της ομάδας. Αν ο άνθρωπος αυτός βρεθεί, θα λυθούν και πολλές απορίες που υπάρχουν στο ξεκίνημα της σεζόν.

Σήμερα κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα τι ακριβώς συμβαίνει με την διάθεση των παικτών που υπάρχουν και την δυνατότητα της προσφοράς τους. Θα δούμε αν αυτοί είχαν πρόβλημα με τον προπονητή τους, αν ο προπονητής δεν τους πίστευε μολονότι αρκετούς τους έφερε ή αν απλά τα παλήκάρια δεν μπορούν. Είναι μια από τις λίγες περιπτώσεις που δεν είναι εύκολο να βγάλεις ένα συμπέρασμα: όσο δεδομένες είναι οι ελλείψεις του Ολυμπιακού, άλλο τόσο δύσκολο είναι να καταλάβεις τι συμβαίνει. Το να μην μπορεί π,χ μια ομάδα να πετύχει ούτε σε φιλικό περισσότερους από 75 πόντους, μολονότι δεδομένα ο προπονητής της ζητάει να τρέξει και να παίξει, δεν το χω ξαναδεί.

Μια παράξενη αντίφαση

Ο Μπλατ φεύγει έχοντας δείξει τι μπορούσε να κάνει και συγχρόνως έχοντας αποτύχει να φτιάξει την ομάδα που ήθελε κι αυτό είναι μια παράξενη αντίφαση. Θα λεγα ότι περισσότερο απέτυχε ο Ολυμπιακός μαζί του, παρά ο ίδιος με τον Ολυμπιακό: ο ίδιος έδειξε πέρυσι στην αρχή της σεζόν ότι η ομάδα του θα μπορούσε να παίξει ένα μπάσκετ περισσότερο μοντέρνο, ακόμα κι αν κάποιες επιλογές παικτών δεν του βγήκαν. Η ομάδα από την άλλη δεν νομίζω ότι του έδωσε φέτος τη δυνατότητα να βρει και να αποκτήσει τους παίκτες που ήθελε: ο Μπλατ όφειλε να προσαρμοστεί σε διαφορετικά δεδομένα και ο συμβιβασμός αυτός είναι ο λόγος που προέκυψε αυτή η χωρίς καμία εσωτερική ισορροπία ομάδα.  Τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω. Διότι ακόμα χειρότερο και από την αποτυχία του προπονητή θα είναι να αποδειχτεί πως οι παίκτες απλά τον εγκατέλειψαν, γιατί προτιμούν την πεπατημένη του ελληνικού μπάσκετ, δηλαδή ένα παιγνίδι που βασίζεται στην άμυνα, στους ηρωϊσμούς και στην απλοποίηση. Και που όπως έχει αποδειχτεί δημιουργεί ήρωες που παίρνουν ωραία συμβόλαια, αλλά δεν είναι πλέον αποτελεσματικό, γιατί όλοι έχουν μάθει να το αντιμετωπίζουν.

Ο Μπλατ υπήρξε ένα χαμένο στοίχημα – κυρίως γιατί είναι ένα στοίχημα που δεν μπήκε στη σωστή στιγμή. Θα δούμε το επόμενο στοίχημα. Το λέω γιατί φοβάμαι πως ο τωρινός Ολυμπιακός του μπάσκετ μόνο στοιχήματα μπορεί να βάλει…