Το κατεστραμμένο Μανχάταν της Ανατολίας

Το κατεστραμμένο Μανχάταν της Ανατολίας


Ο ποδοσφαιριστής Ατσού βγήκε ζωντανός μετά από δυο μέρες παραμονής κάτω από ερείπιά. Ο Ιταλός προπονητής Βιντσέντσο Μοντέλα κάνει εκκλήσεις για διεθνή βοήθεια. Ο τρομακτικός σεισμός στην Τουρκία δεν θα μπορούσε να μην χτυπήσει και τον τουρκικό αθλητισμό: τα πρωταθλήματα σε όλα τα σπορ διακόπηκαν. Κάποιοι ξένοι ποδοσφαιριστές ειδικά, μένουν στην Τουρκία με το ζόρι. Είναι δύσκολο να ζεις με τους σεισμούς. Ειδικά αν είσαι ξένος. Και δεν έχεις καταλάβει που βρίσκεσαι.     

Εθνική Νέων

Δεν έχω πάει στην Αντιόχεια, την πόλη που υπήρξε το επίκεντρο του τρομερού σεισμού, έχω μείνει όμως, στο Γκαζιαντέπ, στην πόλη που σήμερα δεν υπάρχει χώρος για να θάψουν οι άνθρωποι τους νεκρούς τους. Ημουν εκεί πέντε μέρες κάποτε – για την ακρίβεια το 2015 όταν η ποδοσφαιρική Εθνική Νέων με προπονητή τότε τον Κώστα Τσάνα είχε αγωνιστεί για πρώτη φορά στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Είχε δώσει δυο ματς για τον όμιλο στο Γκαζιαντέπ κι ένα στην Τραπεζούντα. Κάποια σημεία της πόλης αυτής, που είναι κοντά στα σύνορα με τη Συρία, τα βλέπα για μήνες στα όνειρά μου ή στους εφιάλτες μου. Μου αρέσει η Τουρκία – κυρίως η ευρωπαϊκή. Είναι ο τόπος που καταλαβαίνεις τις αντιθέσεις μεταξύ Δύσης και Ανατολής καλύτερα από οπουδήποτε. Στην Κωνσταντινούπολη, στην Τραπεζούντα και στις πιο πολλές πόλεις στα δυτικά παράλια οι αντιθέσεις είναι τόσο πολύ ενταγμένες στην εικόνα, ώστε αποκτούν χαρακτηριστικά πίνακα ζωγραφικής του οποίου τις λεπτομέρειες λατρεύεις: στο βάθος της νέας ερντογανικής Τουρκίας όπου βρίσκεται το Χατάι και το Γκαζιαντέπ το είδος των αντιθέσεων, απλά δεν περιγράφεται! Των αντιθέσεων όχι ανάμεσα στη Δύση και στην Ανατολή, αλλά ανάμεσα στο χθες και στο αύριο.

https://pbs.twimg.com/media/DzayZUKWkAI-ahe.jpg

Σταθμός για τους καμηλέρηδες

Το Γκαζιαντέπ που γνώρισα ήταν μια πόλη 1 εκατ 600 χιλιάδων κατοίκων, παλιά όσο και η ιστορία του εμπορίου μεταξύ Περσών και Ελλήνων. Η παρουσία ενός αρχικού οικισμού καταγράφεται στην ελληνιστική περίοδο και υπάρχει (;) ένα μουσείο στην πόλη, όπου μπορεί να δεις μωσαϊκά και αγαλματάκια που σου επιτρέπουν να καταλάβεις ότι Ελληνες και Ρωμαίοι έφτασαν σε αυτά εδώ τα μέρη πιθανότατα μέσω Κύπρου, ήδη από το 150 π.χ. Στις επιγραφές του μουσείου διαβάζεις ότι υπήρχε μια πόλη στην περιοχή που αναφέρεται ως Kings Landing, πράγμα που είχε πλάκα γιατί παραπέμπει στους Λάνιστερ του Game of Thrones. Ωστόσο το παράξενο Γκαζιαντέπ, περικυκλωμένο από την τουρκική έρημο, δεν μπορεί να ήταν χώρα βασιλιάδων ποτέ: η χρησιμότητα του ήταν ότι λειτουργούσε σαν σταθμός για τους καμηλέρηδες της ερήμου που πηγαίνοντας προς τα παράλια, έβρισκαν εδώ καταφύγιο.

Είναι να απορείς τι είδους οικονομία αναπτύχθηκε σε αυτό τον περίεργο ξερότοπο ώστε να κρατήσει σε αυτά τα μέρη πάνω από 1,5 εκατομμύρια ψυχές – φυσικά υπάρχει εκεί και μια τεράστια κουρδική κοινότητα. Πιθανότατα λίγη κτηνοτροφία και λίγη γεωργία αρκούσαν μέχρι μετά τον β΄ παγκόσμιο πόλεμο, όταν και  ξεκίνησε ένα είδος βιομηχανικής ανάπτυξης, που ο Θεός να την πει έτσι. Η περιοχή έγινε γνωστή για τα ασημικά της και τα φιστίκια της κι αργότερα για τη μαζική παραγωγή μπακλαβά. Και μετά ήρθε ο Ερτογάν.

Οι θηριώδεις πολυκατοικίες

Το κόμμα του Ερτογάν (πρωτο)κέρδισε το Δήμο της πόλης, πριν αυτός ξεκινήσει την πορεία προς την Κωνσταντινούπολη. Το Χαράι συνολικά υπήρξε τόπος εκτόξευσης του ερτογανισμού.  Όταν έγινε πρωθυπουργός (ή «νέος Σουλτάνος»), αυτή η περιοχή υπήρξε μια από τις πρώτες του προτεραιότητες. Στην επαρχεία δημιουργήθηκαν δυο τεχνητές λίμνες: η εκτροπή των υδάτων τους με φράγματα έδωσε μια δυνατότητα για νέες καλλιέργειες – το Γκαζιαντέπ βρέθηκε ξαφνικά να παράγει ελιές. Προέκυψε μια άνθηση της κτηνοτροφίας και ξαφνικά άρχισαν να εμφανίζονται στην περιοχή τα πρώτα σοβαρά εργοστάσια. Και στην τρίτη τετραετία του Ερτογάν ξεκίνησε το θαύμα της οικοδομής: το Γκαζιαντέπ και όλες οι τριγύρω πόλεις (το Καχραμάνμαρας και το Αντίγιαμαν και το Χατάι και η Αντιόχεια και η Μαλάτια) μεγάλωσαν υπερβολικά. Ειδικά στο Γκαζιαντέπ προέκυψε στα δυτικά προάστεια της πόλης ένα νέο κομμάτι με θηριώδεις πολυκατοικίες 30 και 40 ορόφων.

https://www.hilton.com/im/en/GZTCCHX/391349/gztcchx-hbh-gaziantep-exterior.jpg?impolicy=crop&cw=5000&ch=2653&gravity=NorthWest&xposition=0&yposition=52&rw=800&rh=427

Όταν ήμουν εγώ εκεί ακόμα δεν είχαν ολοκληρωθεί: τις έβλεπες να υψώνονται στο Νιούρνταγ και στο Ισλάχιγε στη μέση του πουθενά. Ηταν σαφές ότι η πρόθεση ήταν να μεταφερθεί σε αυτό το καινούργιο κομμάτι, που έχει μια ψευτοαμερικάνικη αισθητική, ολόκληρη η φτωχή παλιά πόλη. Γιατί αυτό ήταν κυρίως το Γκαζιαντέπ: μια φτωχή πόλη. Στην περιφέρεια της έβλεπες δεκάδες χιλιάδες χαμόσπιτα στα οποία στεγάζονται οικογένειες που έχουν 5 και 8 παιδιά. Ζούσαν σε μονοκατοικίες με ταράτσες στις οποίες υπήρχε ένας θερμοσίφωνας και μια δορυφορική κεραία – τα σημάδια της ερτογανικής ανάπτυξης.   Καταλάβαινες ωστόσο ότι η όποια μετάλλαξη της πόλης συνέβαινε με μια ταχύτητα εξωπραγματική. Αυτό το απίστευτο κομμάτι νέας πόλης, που γεννιόταν με σκοπό να γίνει ένα είδος «Μανχάταν των φτωχών στην Ανατολία», καταλάβαινες πως δεν βασιζόταν σε σοβαρά πολεοδομικά σχέδια: τίποτα δεν φαινόταν να υπακούει σε κανόνες. Αν λέμε ότι στην Αθήνα υπήρξε κάποτε «άναρχη οικοδομική ανάπτυξη», ό,τι εκεί συνέβαινε καταλάβαινες ότι ήταν κάτι χειρότερο. Τσιμέντο και γυαλί. Αρπα κόλλα.  

Στο άγαλμα του Κεμάλ

Είχα συμπαθήσει αρκετά το φτωχό κομμάτι της πόλης κι όχι γιατί ως τουρίστας αγαπάω το φολκλόρ: συνήθως με αφήνει αδιάδορο. Αλλά το Γκαζιαντέπ, των υπαίθριων αγορών, των τσιγκενέ μαχαλάδων και των χωμάτινων σοκακιών έδινε τη μάχη της επιβίωσής του ενώ η γλυκιά μυρωδιά των μπακλαβάδων του, με φυστικία της περιοχής, σου έφτιαχνε τη διάθεση. Δίπλα σε αυτό υπήρχε κι ένα Γκαζιαντέπ, ας πούμε ευρωπαϊκό – ένα συμπαθητικά άχρωμο κομμάτι της πόλης περίπου 300 χιλιάδων κατοίκων: στην πλατεία του κέντρου του δεσπόζει, όχι τυχαία, το άγαλμα του Κεμάλ. Δεν ήταν μια όμορφη πόλη αυτό το κομμάτι του Γκαζιαντέπ, αλλά έχει τα καφέ και τα εστιατόρια του, τα πάρκα του και τα τζαμιά του, τους εμπορικούς του δρόμους, το γήπεδό του, ακόμα και μια σειρά από μαγαζιά που έδιναν την αίσθηση μιας κάποιας νυχτερινής ζωής – πράγμα άξιο αναφοράς σε μια πόλη, στην οποία η κατανάλωση αλκοόλ δημοσίως μετά τις 10,30 το βράδυ απαγορευόταν. Η πόλη ήταν κομμένη στα τρία πραγματικά. Υπήρχε το Γκαζιαντέπ των μαχαλάδων, το Γκαζιαντέπ των αστών και το Γκαζιαντεπ των πολυκατοικιών. Ενοιωθες τότε ότι αυτό το τρίτο κομμάτι της πόλης μεγάλωνε ασταμάτητα και ότι θα κατάπινε τα άλλα δυο γιατί μεταφέρονταν σε αυτό άνθρωποι κατά χιλιάδες. Που το έβλεπαν σαν μια ευκαιρία να γίνει η ζωή τους διαφορετική. Και ήταν φανατικά με τον Ερτογάν.

https://www.sport24.gr/img/2284/9929648/650000/we1200/1200/90978.jpg

Μόνο θλίψη

Θυμάμαι τις μέρες που ήμουν εκεί διάφορα τηλεοπτικά κανάλια να μεταδίδουν τις ομιλίες του Ερτογάν. Υπήρχε κόσμος, πολύς κόσμος, που μαζεύονταν μπροστά σε μαγαζιά που πουλάνε τηλεοράσεις για να ακούν τα διαγγέλματα: ήταν κόσμος κατά βάση φτωχός που έχει την προσδοκία να αποκτήσει το πολυπόθητο διαμέρισμα στην «πολυκατοικία – τέρας» που υψωνόταν ταχύτατα στην περιφέρεια, κόσμος που ονειρευόταν πως θα φύγει από το χαμόσπιτο που αντί για σκεπή έχει ένα ηλιακό θερμοσίφωνα και μια δορυφορική κεραία. Αυτόν τον κόσμο τον παρακολουθούσε με αγωνία ένας άλλος κόσμος, που αισθανόταν ότι σε λίγο καιρό μπορεί και το δικό του κομμάτι της πόλης να είναι συνώνυμο της παρακμής – γερασμένο κατάλοιπο μιας εποχής που η Τουρκία ονειρεύονταν να γίνει Ευρώπη και η οποία για τον Ερτογάν και τους πιστούς του τελείωσε. Σήμερα ήρθε ο σεισμός και τα τρία κομμάτια του Γκαζιαντέπ τα ισοπέδωσε. Οι πολυκατοικίες ήταν χάρτινες. Τα κουρδικά και τα τούρκικα χαμόσπιτα δεν άντεξαν. Και όσοι ζούνε στο παραδοσιακό κομμάτι της πόλης, που οδηγούνταν στην παρακμή, ώστε να μην μείνει τίποτα στην περιοχή που να θυμίζει παλιά Τουρκιά, λογικά ψάχνουν χώρο για να θάψουν τους νεκρούς τους.

Το αόρατο χέρι της μοίρας έβαλε τέλος στους εσωτερικούς ανταγωνισμούς της πόλης που ήταν και οι εσωτερικοί ανταγωνισμοί της ίδιας της Τουρκίας. Αφήνοντας μόνο ένα γοερό κλάμα.

(Νέα Σαββατοκύριακο Φεβρουάριος του 2023)