Το φάρμακο του ρατσισμού

Το φάρμακο του ρατσισμού


Στην απίθανη χώρα που λέγεται Ελλάδα θα το ζούσαμε και αυτό: την χώρα να καμαρώνει για τα κατορθώματα του Γιάννη Αντετοκούνμπο στο μαγικό κόσμο του ΝΒΑ την ίδια στιγμή που ο συνωστισμός μεταναστών στα νησιά προκαλεί θυελλώδεις αντιδράσεις, που μερικές φορές αγγίζουν τα όρια της ξενοφοβίας. Είμαστε ξανά μπροστά στη γνωστή ιστορία των δυο Ελλάδων; Δεν θα το λεγα. Τι πιστεύω; Πως όλα αυτά, μοιραία συνδέονται, αρκεί να μπορούμε να δούμε τον κρυμμένο μαγικό ιστό.

Στην κορυφή του βουνού

Είναι ρατσιστής και ξενόφοβος ο μέσος Ελληνας; Ας μην βιαστούμε να δώσουμε την απάντηση. Προσωπικά για χρόνια πίστευα πως όχι, γιατί ο Ελληνας είναι συνηθισμένος να ταξιδεύει, συχνά διαλέγει ή υποχρεώνεται να ζει στο εξωτερικό, μαθαίνει εύκολα ξένες γλώσσες, δεν είναι θρησκόληπτος και κάνει εύκολα φίλους. Εχοντας γεμίσει την υφήλιο ελληνικές κοινότητες μου ήταν δύσκολο να φανταστώ ότι μπορεί στην Ελλάδα να έχουμε ρατσιστικά κρούσματα ή να γίνουμε ξαφνικά όλοι ξενόφοβοι – χρησιμοποιώ επίτηδες το πρώτο πληθυντικό για να μην (αυτό)εξαιρεθώ από χαρακτηρισμούς εύκολους μόνο όταν απευθύνονται σε τρίτους. Το αν είσαι ρατσιστής δεν μπορείς να το ξέρεις παρά μόνο αν βρεθείς σε μια πόλη που ζουν άνθρωποι από πολλές διαφορετικές εθνότητες – αν ζεις στην κορυφή του βουνού μόνος, λογικά δεν έχεις τέτοιους προβληματισμούς. Ομοίως είναι εύκολο, όταν ζεις κάπου που μετανάστες δεν υπάρχουν, να κουνάς το δάχτυλο σε όσους ζώντας με αυτούς δυσκολεύονται: μπορείς να το κάνεις, υπενθυμίζοντας κάποιες ανθρωπιστικές αρχές, αλλά πάντα θεωρητικολογείς. Στην Ελλάδα (και παντού…) η πολλή θεωρία φούντωσε τη ρατσιστική συμπεριφορά όσων αντιμετωπίζουν προβλήματα από την έκρηξη της μετανάστευσης. Και υπάρχουν δυστυχώς στην Ελλάδα πλέον και πολλοί τέτοιοι και ειδικά στα εντελώς απροετοίμαστα να δεχτούν μετανάστες ελληνικά νησιά του Βόρειου Αιγαίου.

Δεν ήταν μεγάλο ανάχωμα

Τα νησιά του Βόρειου Αιγαίου, η Χίος και η Μυτιλήνη κυρίως, είχαν πάντα μια δυνατή Αριστερά. Αποδείχτηκε ότι αυτό το γεγονός δεν λειτούργησε ως μεγάλο ανάχωμα, όταν δημιουργήθηκαν τα hot spot, οι μετανάστες άρχισαν εκεί να μπλοκάρονται και η ξενοφοβία ξεκίνησε. Η αρχική γλυκιά διάθεση των κατοίκων να δεχτεί κόσμο που προσπαθεί να γλυτώσει από την κόλαση, έχω την εντύπωση ότι παραχώρησε τη θέση της στην κόπωση: το επόμενο στάδιο είναι ν’ αρχίσει να μεγαλώνει πολύ η ξενοφοβία. Ο ρατσισμός ακολουθεί, σαν ένα είδος βουβού θυμού. Είναι αρρώστια που σπανίως έχει γιατρειά. Το νοιώθεις πως μπορεί και να φουντώσει και σαν βλαπτικός ιός ν αρχίσει να μεταδίδεται. Αλλωστε, όπως μου έλεγε πρόσφατα κι ένας φίλος που γνωρίζει πολύ καλά το προσφυγικό, «το πιο μεγάλο hot spot είναι η ίδια η Αθήνα, αφού σε αυτή στεγάζονται πλέον πάνω από είκοσι χιλιάδες άνθρωποι που μας ήρθαν από την Τουρκία κι εδώ εγκλωβίστηκαν τον τελευταίο μόνο χρόνο». Κι εκεί που σε πιάνει κατάθλιψη, ίσως και τρόμος καθώς σκέφτεσαι πόσο άσχημα μπορεί ν αρχίσει να αντιδρά η απαίδευτη σε αυτές τις νέες πραγματικότητες κοινωνία μας, έρχεται η ιστορία του Γιάννη Αντετοκούνμπο σαν φάρμακο δραστικό. Αναγκαίο.

Νοιώθουν ότι στην Ελλάδα χρωστάνε

Ο Αντετοκούνμπο και τα επίσης σπουδαία αδέρφια του είναι παιδιά μεταναστών που βρήκαν στην Ελλάδα καταφύγιο, όνειρα, ευκαιρία για επιτυχία και εν τέλει και μια πατρίδα. Ο Γιάννης και τα αδέρφια του είναι παιδιά που νοιώθουν ότι στην Ελλάδα χρωστάνε. Ο Γιάννης καλά καλά πριν παίξει στην Εθνική μας και γίνει η μεγάλη ελπίδα της, αποδέχτηκε το ρόλο του Ελληνα πρεσβευτή στο ΝΒΑ: έγινε ο Greek Freak από τις πρώτες κιόλας εκεί εμφανίσεις του. Κάθε φορά που είναι μέσα στα top 10 των καλύτερων φάσεων του ΝΒΑ, κάθε φορά που ο Λεμπρόν Τζέιμς χειροκροτάει τα κατορθώματα του, κάθε φορά που ένας αμερικάνος οπαδός σηκώνει ένα πλακάτ με το όνομά του, η Ελλάδα διαφημίζεται κι όποιος από εδώ τον παρακολουθεί δεν μπορεί παρά να φουσκώνει από υπερηφάνεια – αναφέρομαι στους λογικούς ανθρώπους. Είναι πολύ βασικό και συγχρόνως παρήγορο ότι τα κατορθώματα του Γιάννη ασκούν καταλυτική γοητεία κυρίως σε νέους ανθρώπους, που μπορεί να καταλάβουν την δυσκολία των όσων έχει πετύχει και κυρίως που θα θυμούνται πάντα την ιστορία του. Ο Αντετοκούνμπο είναι ένα σπάνιο παράδειγμα ελληνικής επιτυχίας και είναι σίγουρα παιδί του ελληνικού μπάσκετ: οι αμερικάνοι διάκριναν το ταλέντο του και τον εξέλιξαν, αλλά εδώ τον βρήκαν έτοιμο να γίνει αστέρι. Την ίδια στιγμή είναι κι ένα ζωντανό παράδειγμα πως κάθε μετανάστης, που εδώ καταλήγει ή εγκλωβίζεται, μπορεί να προσφέρει πολλά κι ας μην είναι πάνω από δυο μέτρα, χαρισματικός και πάντα γελαστός όπως ο Γιάννης. Μπορεί, αν του φερθούμε σωστά κι όπως στην περίπτωση του Γιάννη ανακαλύψουμε κι ενθαρρύνουμε τη δεξιότητα του, αύριο να έχουμε Αντετοκούνμπο στην Ιατρική, στη Φυσική, στην έρευνα, ή ακόμα πιο εύκολα να έχουμε στην κοινωνία μας την ίδια πολλούς Αντετοκούνμπο, δηλαδή πολλούς ανθρώπους χαρισματικούς, δουλευταράδες, ικανούς και εν τέλει Ελληνες εξ υιοθεσίας. Με άλλο χρώμα δέρματος, αλλά με την αγάπη που έχει για τούτο τον τόπο ο Γιάννης.

Δικαιώματα και υποχρεώσεις

Κάποιος θα αντιτείνει πως στην Ελλάδα δεν υπάρχουν όμως δουλειές, πως πολλοί από τους μετανάστες αρνούνται να αποδεχθούν τις δικές μας συνήθειες, πως ο Γιάννης και η οικογένεια του είχαν μια υψηλή ικανότητα προσαρμοστικότητας ενώ υπάρχουν περιπτώσεις σαφώς πιο δύσκολες – όλα αυτά τα ακούω και προσεχτικά. Αλλά ακριβώς επειδή η κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή είναι λάθος όλοι να τσουβαλιάζονται ή να περιθωριοποιούνται. Σε τελική ανάλυση υπάρχει ένας και μόνος απόλυτα σωστός οδηγός συνύπαρξης: ο σεβασμός των νόμων. Για όλα ευτυχώς υπάρχει μια νομοθετική πρόβλεψη και με βάση το νόμο όλοι έχουμε και δικαιώματα και υποχρεώσεις. Αν απλά το έχουμε αυτό στα υπόψην μας, κι αν υπάρχει βέβαια και μια Πολιτεία που το νόμο μπορεί να τον εφαρμόζει, όλες μα όλες οι δυσκολίες συνύπαρξης με τον καιρό θα ξεπεραστούν: σε τελική ανάλυση αφήστε με να πιστεύω πως η επιτυχία του Γιάννη Αντετοκούνμπο, γιγάντια και μαγική σαν παραμύθι, είναι ένα καλό σημάδι της μοίρας, πρώτα από όλα στην ίδια την Ελλάδα, που το μεταναστευτικό το αντιμετωπίζει συχνά με πανικό. Εγώ έτσι το βλέπω.

Κάθε καλάθι του Γιάννη, κάθε ασίστ, κάθε τάπα του, κάθε νίκη του, κάθε αποθέωσή του, είναι ένα μήνυμα κόντρα στον πανικό, στο φόβο, στο ρατσισμό. Ο Αντετοκούνμπο δεν είναι θεωρεία: είναι πραγματικότητα. Ο Γιάννης απλώνει το σκούρο χέρι του στη γέρική αυτή χώρα και της λέει «κρατήσου και μη φοβάσαι». Και της χαμογελάει…