Το ελληνικό καλοκαίρι, μια καραντίνα...

Το ελληνικό καλοκαίρι, μια καραντίνα...


Η νεαρή ρεπόρτερ του τηλεοπτικού σταθμού ρωτούσε αυτούς που ήταν έτοιμοι να μπουν στο πλοίο με μια αγωνία στα μάτια που θα ζήλευαν και οι μεγάλοι Έλληνες ηθοποιοί. «Που πάτε;». «Πόσες μέρες θα λείψετε;». «Σκεφτήκατε να ματαιώσετε το ταξίδι σας;». Όσοι τηρούσαν ευλαβικά τις αποστάσεις στην ουρά απαντούσαν όπως τα παιδάκια που έχουν διαβάσει το μάθημά τους και δεν φοβούνται την δασκάλα. «Πάρο για παρασκευοσαββατοκύριακο». «Σαντορίνη για μια εβδομάδα». «Τήνο. Βρήκαμε φέτος ένα σπίτι και θα μείνουμε όλο το καλοκαίρι εκεί». Ήταν όλοι Έλληνες. Και ήταν όλοι κανονικοί τουρίστες. Κι ας μην φορούσαν σανδάλια όπως οι Γερμανοί, ας μην φώναζαν κυνηγώντας τα παιδιά τους όπως οι Ιταλοί, ας μην έπιναν μπύρες όπως οι Εγγλέζοι. Είχαν το χαμόγελο και τη ματιά του ανθρώπου που ξέρει από καλοκαίρια.

 

Σκεφτόμουν πριν λίγες μέρες τι θα είχε συμβεί αν η πανδημία μας έβρισκε καλοκαιριάτικα. Η κυβέρνηση θα άκουγε τους λοιμοξιολόγους και θα έκλεινε τα πάντα. Θα μέναμε στα σπίτια μας και για να βγούμε θα στέλναμε sms. Δεν θα πηγαίναμε στη δουλειά, θα εργαζόμασταν από το σπίτι και θα παρακολουθούσαμε τρομαγμένοι τα δελτία ειδήσεων. Ο Τσιόρδας και ο Χαρδαλιάς θα έκαναν κάθε απόγευμα την ενημέρωση. Θα πηγαίναμε για ψώνια με μάσκες. Και θα αυτοκτονούσαμε ομαδικά γιατί το ελληνικό καλοκαίρι σπίτι δεν μπορείς να μείνεις ακόμα κι όταν είσαι υποχρεωμένος από επιστήμονες και κυβερνήτες. Αν με το στανιό το κάνεις, ενώ έχεις άδεια, σχέδια, κάποια χρήματα και φίλους που κάπου σε περιμένουν, ακόμα κι αν δειλιάσεις να αυτοκτονήσεις πηδώντας από το μπαλκόνι, θα πεθάνεις από κατάθλιψη. Γιατί το ελληνικό καλοκαίρι δεν μπορείς να μην το ζήσεις.  Η για να το πω διαφορετικά, δεν υπάρχει νόημα στη ζωή χωρίς ελληνικό καλοκαίρι.

Αν η καραντίνα μας προέκυπτε Ιούλιο κι Αύγουστο γιατί αυτός ο σατανικός ιός δυνάμωνε από τη ζέστη, η Ελλάδα θα ήταν η πρώτη χώρα στον κόσμο που θα είχε περισσότερους θανάτους από αυτοκτονίες παρά θύματα του κορωνοϊού. Θα ήταν επίσης οι πρώτη που θα χρειαζόταν Μονάδες Εντατικής Θεραπείας για καταθλιπτικούς: αν μας απαγόρευαν να ζήσουμε έστω για λίγο το καλοκαίρι, οι περισσότεροι θα παίρναμε χάπια. Οποια βρίσκαμε μπροστά μας.  

Το ελληνικό καλοκαίρι δεν είναι τρεις μήνες που περνούν και χάνονται, αλλά μια ολόκληρη εμπειρία ζωής. Είναι το καταπραϋντικό που έχεις ανάγκη για να αντέξεις όλες τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου. Είναι το φάρμακο που σε κρατά ζωντανό γιατί το περιμένεις. Είναι σαν θεραπεία που κάνεις προγραμματισμένα και που λειτουργεί πάντα χαρίζοντας σου το είδος της απαραίτητης ανανέωσης που δεν μπορείς να βρεις πουθενά αλλού. Το καλοκαίρι δεν μπορεί να μας το στερήσει κανένας κορωνοϊός, όσο ασταμάτητος, δολοφονικός, ανθεκτικός και επικίνδυνος κι αν είναι.

 

«Μπορεί να υπάρξει Ανοιξη χωρίς Πάσχα, αλλά όχι Ελλάδα χωρίς καλοκαίρι» λέει η σοφή Ελένη Γλυκατζη Αρβελέρ. Στην καραντίνα χάσαμε ένα Πάσχα και μια Πρωτομαγιά - χάσαμε δηλαδή μεταξύ άλλων τη δυνατότητα να γυρίσουμε στα χωριά μας, να χαρούμε σε αυτά τον ερχομό της άνοιξης, να νοιώσουμε αυτή την υπέροχη στιγμή που το τοπίο αλλάζει και η γη μεταμορφώνεται. Αντέξαμε γιατί όλα αυτά είναι κατά βάση εικόνες: κουβαλάμε μέσα μας πολλές από αυτές και καταφέρουμε να τις ανασύρουμε και κομμάτι να παρηγορηθούμε. Ακούγαμε στα σποτάκια της πολιτικής προστασίας ότι «κάτι αλήθεια συμβαίνει εδώ, κάτι μυστικό» και νιώθαμε πως είμαστε μέρος μιας γιγάντιας αλλαγής πρώτα από όλα της χώρας: κοινωνοί και μπροστάρηδες σε μια διαδικασία εσωτερικής μεταμόρφωσης – μας έλειψε το «Η ζωή εν τάφω» και το «Χριστός Ανέστη», αλλά είχαμε τη βεβαιότητα πως θα τα ακούσουμε εκεί που πρέπει την επόμενη χρονιά, αρκεί να συμπεριφερθούμε με ωριμότητα και να ξεπεράσουμε το σκόπελο. Οι εικόνες από τους άδειους δρόμους μας σόκαραν ίσως, αλλά μας έδειχναν και τον προορισμό: έπρεπε να βγούμε από την καραντίνα για να τους ξαναγεμίσουμε και πιστεύαμε πως θα τα καταφέρουμε – δεν είναι και δύσκολο. Αλλά όλο αυτό το σχήμα αντίστασης στα βαθιά μας θέλω και προσμονής για κάτι που θα μας βοηθήσει να ξαναβρούμε την χαμένη μας κανονικότητα, καλοκαιριάτικα δεν θα μπορούσε ποτέ να λειτουργήσει γιατί δεν μπορείς να ζήσεις το ελληνικό καλοκαίρι ξεθάβοντας αναμνήσεις και προσδοκώντας τις μέρες που θα ρθουν: το καλοκαίρι μας υπάρχει γιατί αλλάζει την ψυχοσύνθεσή μας, γιατί έρχεται να μας δώσει οξυγόνο και δύναμη, γιατί μας το χρωστά ο Θεός. Και δεν υπάρχει Θεός τόσο σκληρός και ανελέητος που θα μπορούσε να μας το στερήσει.

   

Η καραντίνα στάθηκε αιτία για να προκύψει μια έξαρση ψυχικών νοσημάτων χωρίς προηγούμενο και το βλέπουμε και στην κοινωνική ζωή της χώρας. Οι καρδιές των ανθρώπων σκλήραιναν από απανθρωπιά, οι πιο αδύναμοι χαρακτήρες στάθηκε αδύνατο να τιθασεύσουν εμμονές και φοβίες, πολλοί από αυτούς που φλέρταραν με ψυχασθένειες απέκτησαν μια μόνιμη σχέση μαζί τους. Αυξήθηκαν τα εγκλήματα, είδαμε κοπέλες να πετάνε βιτριόλι, είχαμε απαγωγές παιδιών – δεν μιλάω για χωρισμούς και διαζύγια. Ο κόσμος έχει ανάγκη να ξαναβρεί τη χαμένη του γαλήνη, να κολυμπήσει στην μακαριότητα του ελληνικού καλοκαιριού, να το νιώσει σαν ένα είδος ιαματικού νερού που γιατρεύει τις πληγές – κυρίως αυτές της ψυχής. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ψάχνει κονδύλια για να αντιμετωπίσει την ανεργία, να στηρίξει τις επιχειρήσεις, να αντιμετωπίσει την έφεση που έρχεται καλπάζοντας. Αν οι οικονομολόγοι είχαν την ικανότητα να δουν τον κόσμο όπως πρέπει, θα εισηγούνταν ένα μήνα παράταση του ελληνικού καλοκαιριού – με όλα τα έξοδα πληρωμένα για όσους το χαίρονται.Με αποστάσεις, μάσκες στα πλοία, αραιά τις ξαπλώστρες: δεν τρέχει τίποτα! Μόνο αυτό το μέτρο θα βοηθούσε κάποιους να αντιμετωπίσουν τις πληγές της καραντίνας, (ξαναανακαλύπτοντας χαρές της ζωής που στο μίξερ του εγκλεισμού κονιορτοποιήθηκαν), αλλά και όλους να γεμίσουν ενέργεια και δύναμη για να αναμετρηθούν με μια επόμενη. Αν κάθε χρόνο θέλαμε αυτές τις λίγες ευλογημένες μέρες ξεκούρασης για να φορτίσουμε τις μπαταρίες μας, φέτος η φόρτιση δεν αρκεί: υπάρχει ανάγκη για ολικό σέρβις.

Το ελληνικό καλοκαίρι είναι κι αυτό μια καραντίνα. Δεν στέλνεις sms για να βγεις, αλλά χάνεις την αίσθηση του χρόνου. Δεν περνάς υποχρεωτικά πολλές ώρες με αυτούς που αγαπάς, αλλά το κάνεις γιατί το γουστάρεις. Δεν παρακολουθείς τις εξαγγελίες των λοιμοξιολόγων, αλλά νοιάζεσαι για τις εξαγγελίες των μετεωρολόγων. Δεν τηλεεργάζεσαι, αλλά αισθάνεσαι ότι τηλεμεταφέρεσαι σε ένα κόσμο καλύτερο. Πάλι μπορείς να τραγουδάς ότι «κάτι αλήθεια συμβαίνει εδώ», αλλά αυτή τη φορά δίνοντας έμφαση στα στιχάκια που μιλούν για το «πλούσιο και παράξενο, τοπίου του βυθού».

Το ελληνικό καλοκαίρι είναι κι αυτό μια καραντίνα. Απλά δεν θες να τελειώσει ποτέ…   

(ΒΗΜΑγκαζίνο Ιούνιος 2020)