Ο Παναθηναϊκός κέρδισε τον Ολυμπιακό με 77-71 στο βαθμολογικά αδιάφορο τρίτο ντέρμπι του ελληνικού πρωταθλήματος και θα ολοκληρώσει την κανονική περίοδο πρώτος έχοντας γράψει ένα 3-0 σε βάρος του αιώνιου αντιπάλου του, αποτέλεσμα και του γεγονότος ότι έδωσε τα δυο από αυτά τα τρία ματς την έδρα του. Για να είμαι ειλικρινής περίμενα ότι η επικράτησή του θα ήταν πιο εύκολη για ένα απλό λόγο: ο Παναθηναϊκός, που επί της ουσίας δημιουργήθηκε τον περασμένο Αύγουστο, βρίσκεται ως ομάδα σε μια εξελικτική διαδικασία και ως εκ τούτου έχει ανάγκη από νίκες καθώς πάντα ψάχνει σιγουριά κι αυτοπεποίθηση. Μετά από δυο σημαντικές ήττες από τον Ολυμπιακό (μια για την Ευρωλίγκα που τελικά δεν του στοίχισε τίποτα και μια στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδος που τον πόνεσε) περίμενα ότι θα κέρδιζε το συγκεκριμένο ματς για να θυμίσει στον αντίπαλό του την πρόοδό του. Ο Ολυμπιακός, που για να φτάσει σε μια νίκη πρέπει να παίξει μια άμυνα που μόνο αυτός ξέρει, είναι κυρίως ομάδα κινήτρων: του αρέσει να αντιδρά παρά να επιβάλει – αυτό το έκανε πέρυσι όταν είχε και τους παίκτες να το κάνει. Δεν πίστευα πως θα πάει στο ΟΑΚΑ να «σκοτωθεί» για μια νίκη που θα έδινε απλά μόνο χαρά στους οπαδούς του. Αλλά όταν βρέθηκε στο -17 αντέδρασε, γιατί αυτό το ξέρει, κι αυτή η αντίδραση μας έδωσε, αν μη τι άλλο, ένα ματς μεγάλης έντασης. Που χάρη στον Ολυμπιακό και την μεγάλη του προσπάθεια δεν πέρασε εντελώς αδιάφορο.
Το κέφι του Σλούκα
Ο ΠΑΟ κέρδισε γιατί ο Αταμάν στην εσωτερική του ιεραρχία έχει καιρό τώρα πρώτο τον Κώστα Σλούκα. Η σχέση τους εξελίσσεται όπως άλλωστε και ο ΠΑΟ. Ο Σλούκας τον τελευταίο καιρό προσφέρει στον ΠΑΟ δυο πράγματα που ο Αταμάν έχει ανάγκη: το πρώτο να μπαίνει η ομάδα του στο ματς με τον καλύτερο δυνατό τρόπο – ο ΠΑΟ δεν αγαπάει το να κυνηγάει το σκορ. Το δεύτερο που ο Σλούκας εξασφαλίζει είναι η καλύτερη διαχείριση της μπάλας στο τέλος σε ματς που θα κριθούν στο τελευταίο λεπτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι χάρη σε αυτόν θα τα κερδίζει όλα: σημαίνει όμως ότι χάρη στην παρουσία του θα έχει πάντα την καλύτερη δυνατή κυκλοφορία της μπάλας και την καλύτερη δυνατή επιλογή. Ενίοτε όπως χθες την κάνει ο ίδιος: η σταυρωτή ντρίπλα και το τρίποντο με το οποίο τελειώνει το ματς είναι η υπογραφή του – μια κίνηση ρεπερτορίου (και καριέρας) που πληρώνεται ακριβά.
Ο Σλούκας με κάτι τέτοιες αποφάσεις δείχνει πόσο απλό σπορ παραμένει το μπάσκετ όταν βέβαια έχεις τους κατάλληλους παίκτες. Το ό,τι πολλοί προσπαθούν να το κάνουν πολύ σύνθετο έχει να κάνει με το γεγονός ότι όταν λείπουν οι ηγέτες αφθονούν οι πωλήσεις μαγικών συνταγών: είναι κατανοητό γιατί κάτι πρέπει να κάνεις. Αλλά ένα ματς που κρίνεται στο τέλος συνήθως το κερδίζει όποιος έχει περιφερειακούς με προσωπικότητα και παίκτες που δεν κρύβονται από την ευθύνη. Ο Σλούκας έχει αστοχήσει και σε τέτοια σουτ: στο προηγούμενο ματς με τον Ολυμπιακό στο ΣΕΦ πάλι ένα δικό του σουτ στο φινάλε στριφογύρισε στον κύλινδρο της στεφάνης και δεν μπήκε. Αλλά αυτό καθόλου δεν τον απότρεψε από το να πάρει το χθεσινό: ίσα ίσα που φάνηκε πως έψαχνε την στιγμή. Προηγουμένως, στην αρχή του ματς, με ένα σαρωτικό προσωπικό ξεκίνημα, μοιράζοντας ασίστ σε όλους, είχε δώσει την δυνατότητα στον ΠΑΟ να ξεφύγει νωρίς, όπως και στο Βελιγράδι με τον Αστέρα και στην Μπολόνια με την Βίρτους: το χθεσινό ματς σε πολλά έμοιαζε με αυτά. Μέτρησε στην έκβασή του και το ρίσκο του Αταμάν να μην ξεκινήσει τον ΛεΣόρτ, που αυτή τη φορά είχε δυνάμεις στο δεύτερο ημίχρονο, αλλά και η απόφασή του να μην δίνει κανείς βοήθειες στην αντιμετώπιση του Φαλ γεγονός που δημιούργησε μια άμυνα με πέντε «ένας εναντίον ενός», πράγμα που οδήγησε τους περιφερειακούς του Ολυμπιακού σε πολλές διεισδύσεις αλλά και σε δύσκολα σουτ.
Το σουτ μοιάζει πρόβλημα
Και πάλι στον Ολυμπιακό, πλην του Κάναν, κανείς δεν σούταρε αξιόπιστα κι ενόψει των ματς με την Μπάρτσα αυτό είναι πρόβλημα: με 7 στα 30 τρίποντα (και 4 από ένα και μόνο παίκτη) είναι δύσκολο να κερδίσει ματς ο Ολυμπιακός που ειδικεύεται στο γύρισμα της μπάλας και ζει λατρεύοντας την έξτρα πάσα.
Ο Μπαρτζώκας ήταν αυτή τη φορά σκασμένος στο τέλος και φάνηκε και στις δηλώσεις του γιατί έχασε ένα ματς με τον τρόπο που δεν ήθελε. Η επιστροφή του Ολυμπιακού από το -17 θα έπρεπε να διαλύσει το μυαλό των παικτών του ΠΑΟ και γιατί δεν έγινε χάρη στο επιθετικό κρεσέντο ενός και μόνο παίκτη. Ο Ολυμπιακός για να γυρίσει το ματς έκανε και καλή δουλειά στην άμυνα (κυριαρχώντας στα ριμπάουντ), πίεσε τον ΠΑΟ με πολλούς παίκτες (έπαιξαν συνολικά 10 παίκτες και αρκετά), είχε ένα κάποιο επιθετικό πλουραλισμό, αλλά στο τέλος εγκλωβίστηκε από μια επιλογή που δεν του βγήκε: η χρησιμοποίηση του ΜακΚίσικ, του Λαρεντζάκη και του Γκος έγινε για να πάρει ο Ολυμπιακός το πέμπτο φάουλ από τους Ναν, Σλούκα και Χουάντσο, που φορτώθηκαν νωρίς με 4, αλλά έτσι ο Ολυμπιακός έγινε πολύ προβλέψιμος και δεν κινούσε την μπάλα στην επίθεση όπου στο τέλος η μόνη αξιόπιστη λύση ήταν ο Φαλ που όμως δεν κερδίζει ματς με σουτ στο φινάλε: αυτό είναι δουλειά άλλων.
Ο Μπαρτζώκας είδε να συμβαίνουν πολλά που περίμενε αλλά δεν φάνηκε να έχει λύσεις. Στα τάιμ άουτ προειδοποιούσε για το γεγονός ότι ο Ναν θα κρατήσει πολύ την μπάλα, αλλά ο Αμερικάνος έβαλε τελικά 17 πόντους. Ο κόουτς σε όλο το ματς δεν μπορούσε να λύσει το πρόβλημα του Ολυμπιακού στο «4» καθώς ο Μήτογλου με 16 πόντους και ο Ερνάν Γκόμεθ με 11 έκαναν τις αδυναμίες του Πίτερς στην άμυνα να φαίνονται τεράστιες: ο Ολυμπιακός παίζει άμυνα με αλλαγές, ο Μήτογλου έιαξε πολύ στο πέντε αλλά υπάρχει και η αριθμητική των θέσεων. Ο Ολυμπιακός για πέμπτο στη σειρά ματς αγκομαχεί να ξεπεράσει τους 70 πόντους κι αν δεν λύσει αυτό κυρίως το πρόβλημα με την Μπαρτσελόνα θα έχει πρόβλημα. Όπως και με τον ΠΑΟ στα ματς των play off του πρωταθλήματος: δεν θα γίνουν στα Δυο Αοράκια, αλλά σε έδρες πραγματικές που προκαλούν άγχος, εκνευρισμούς, αλλά και ενθουσιασμούς. Και απαιτούν να υπάρχουν παίκτες με καθαρό μυαλό στην επίθεση: η άμυνα δεν αρκεί από μόνη της. Χθες ο Ολυμπιακός είχε λιγότερες ασίστ, πολύ περισσότερα λάθη, ελάχιστα κλεψίματα. Βέβαια έχει μέταλλο πρωταθλητή, είναι ομάδα τριετίας και ξέρει να μένει ζωντανός και στις μέτριες βραδιές του. Κι έδειξε και χθες πως το ΟΑΚΑ όπου τελικά θα παιχτεί το πρωτάθλημα δεν τον τρομάζει.
Αυτοί που βγαίνουν
Ο Αταμάν δεν είχε τον Γκραντ και τον Κώστα Αντετοκούνμπο, αλλά έχει μάθει στην ομάδα του να παίζει με απουσίες. Κάθε φορά που κάποιος λείπει κάποιοι πρέπει να βγουν λίγο πιο πολύ μπροστά. Αυτό που τον κατηγορούν οι ειδήμονες, το μικρό rotation δηλαδή, είναι το βασικό όπλο του: στο μπάσκετ δεν χρειάζονται πολλοί παίκτες, χρειάζονται οι κατάλληλοι παίκτες. Και φυσικά αυτοί που βγαίνουν πάντα μπροστά στα δύσκολα. Όπως κάνει σε κάθε ομάδα που παίζει χρόνια τώρα ο Κώστας Σλούκας.