Με τον εφετινό τελικό του Τσάμπιονς λιγκ συμβαίνει κάτι περίεργο: το ζευγάρι είναι κομμάτι παράδοξο αλλά όχι οι ομάδες που το αποτελούν.
Θα το εξηγήσω. Φτάνουν σ’ αυτόν δύο ομάδες, η Παρί Σεν Ζερμέν και η Ιντερ, η συμμετοχή των οποίων σε αυτόν δεν έχει τίποτα το παράξενο. Χωρίς να συγκαταλέγονται στα πολύ μεγάλα φαβορί για την κατάκτηση της διοργάνωσης όταν αυτή φέτος ξεκίνησε, οι δύο ομάδες έχουν αγωνιστεί σε τελικό σχετικά πρόσφατα: η Ιντερ το 2023 στην Κωνσταντινούπολη όταν και έχασε από την Μάντσεστερ Σίτι και η Παρί το 2020, όταν και ηττήθηκε από την Μπάγερν Μονάχου. Αυτό που είναι σπάνιο δεν είναι η παρουσία τους σε έναν τελικό, αλλά η συνύπαρξη τους. Το ματς Ίντερ – Παρί, ως τελικό, το έβλεπαν ελάχιστοι. Γι’ αυτό και κεντρικά πρόσωπα στο συγκεκριμένο απρόβλεπτο τελικό μοιάζουν οι δύο προπονητές. Ο Λουίς Ενρίκε που παρουσιάζει φέτος μία ειδικά μετά τον Ιανουάριο εξαιρετική Παρί και ο Σιμόνε Ιντζάγκι που απέδειξε ότι η παρουσία του με την Ίντερ στον προ διετίας τελικό της Πόλης δεν ήταν τυχαία. Και οι δυο στο Μόναχο έχουν την δεύτερη ευκαιρία τους.
Ο Λουίς Ενρίκε είναι η περίπτωση του προπονητή στον οποίο η μοίρα δίνει μία ευκαιρία να μπει στο κλαμπ των πολύ μεγάλων, αυτών δηλαδή που έχουν κερδίσει την συγκεκριμένη διοργάνωση περισσότερο από μία φορά - και στη συγκεκριμένη περίπτωση και με δύο διαφορετικές ομάδες. Ο Λουίς Ενρίκε έχει κερδίσει το Τσάμπιονς λιγκ με την Μπαρτσελόνα το 2015 στο Βερολίνο χωρίς ωστόσο να λάβει τότε τα μπράβο και τους επαίνους που του άξιζαν. Όλοι έβλεπαν εκείνη την Μπαρτσελόνα ως συνέχεια της ομάδας που δημιούργησε ο Πεπ Γκουαρδιόλα, κυρίως γιατί είχε το ίδιο στυλ παιγνιδιού με εκείνη. Kι όλοι θεωρούσαν μυστικό της επιτυχίας της την ταυτόχρονη παρουσία τριών καταπληκτικών επιθετικών όπως ο Σουάρες, ο Νεϊμάρ και φυσικά ο Μέσι. Η δουλειά του Ενρίκε, στο μυαλό των περισσότερων, ήταν απλά να έχει αυτούς τους τρεις σε καλή κατάσταση.
Μετά τον ΕμΠαπέ
Στη συνέχεια της καριέρας του μετά από εκείνο το κερδισμένο Τσάμπιονς λιγκ ο Λουίς Ενρικε έκανε λίγα. Εφυγε από την Μπαρτσελόνα το 2017 μετά από μια αποτυχημένη σεζόν. Ανέλαβε την Εθνική Ισπανίας με την οποία δεν έκανε τίποτα το σημαντικό. Στο μεταξύ έχασε και την κόρη του – μαζί ίσως και το κέφι του: το χτύπημα ήταν μεγάλο. Ήταν τυχερός που οι Καταριανοί ιδιοκτήτες της Παρί τον φώναξαν το καλοκαίρι του 2023 για να του δώσουν την ευκαιρία να δουλέψει σε μια ομάδα που ξεκινά κάθε σεζόν έχοντας συνήθως στο τσεπάκι το πρωτάθλημα Γαλλίας.
Ο Λουίς Ενρίκε είχε ανάγκη από επιτυχίες και στον πάγκο της Παρί επέστρεψε σ΄ αυτές. Όμως οι κατακτήσεις πρωταθλημάτων στους Παριζιάνους δεν αρκούν. Μετά τον περσινό αποκλεισμό από την Μπορούσια Ντόρτμουντ στον ημιτελικό του Τσάμπιονς λιγκ η παραμονή του Λουίς Ενρίκε στο Παρίσι έμοιαζε δύσκολη. Όμως προέκυψε η αποχώρηση του σταρ της ομάδας Κίλιαν ΕμΠαπε που διάλεξε την Ρεάλ Μαδρίτης. Οι Καταριανοί ιδιοκτήτες έκριναν ότι η φυγή του ΕμΠάπε μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο από έναν προπονητή που την ομάδα την γνωρίζει και ο Λουίς Ενρίκε κέρδισε χρόνο. Τον αξιοποίησε εξαιρετικά. Απέκτησε στη θέση του αποχωρίσαντος σταρ, όχι έναν ποδοσφαιριστή ανάλογου διαμετρήματος, αλλά τον νεαρό ταλαντούχο Ντούε τον οποίο κανείς δεν συνέκρινε με τον ΕμΠαπε. Το ρόλο του ΕμΠαπέ ο Λουίς Ενρίκε τον έδωσε στον πολυσυζητημένο Ντεμπελέ, που η Παρί είχε αποκτήσει ένα χρόνο πριν από την Μπαρτσελόνα πληρώνοντας πάνω από 70 εκατομμύρια. Ο Ενρίκε κατάφερε να ξυπνήσει τον εγωισμό του Ντεμπέλε: τον έπεισε ότι αυτός πρέπει να γίνει ο ηγέτης της ομάδας και τον χρησιμοποίησε σ’ ένα ελεύθερο ρόλο στην κορυφή της επίθεσης: όταν τον είδε να σκοράρει κατά ρυπάς (έχει ξεπεράσει τα 33 γκολ στη σεζόν) έτριβε τα χέρια του. Και όταν τον Ιανουάριο οι Καταριανοί ιδιοκτήτες έκαναν δεκτό το αίτημα του να αγοράσουν όχι έναν σέντερ φορ, όπως η ομάδα έμοιαζε να έχει ανάγκη, αλλά τον Γεωργιανό εξτρέμ της Νάπολι Χβίτσα Κβαρατσκέλια το παζλ ολοκληρώθηκε.
Τελικός δικός του
Στην εφετινή Παρί ο Λουίς Ενρίκε δεν έχει Μέσι, Νεϊμάρ, Σουάρες. Αλλά μετά τον Ιανουάριο και αφού έφτασε στην κατάκτηση του γαλλικού πρωταθλήματος σε χρόνο ρεκόρ η ομάδα του απέκλεισε στο Τσάμπιονς λιγκ τρεις αγγλικές ομάδες: την Λίβερπουλ, την Αστον Βίλα και την Άρσεναλ. Ο ίδιος έδειξε τις ικανότητες του στην δημιουργία μιας Παρί χωρίς τον ΕμΠαπέ, αφήνοντας μάλιστα κατά μέρους το ισπανικό τίκι τάκα football, που του χάρισε τους θριάμβους τον καιρό που προπονούσε την Μπαρτσελόνα. Η εφετινή PSG μπορεί να περιμένει, δεν χρειάζεται να κάνει μανιώδη κατοχή μπάλας για να σκοράρει, ξέρει να παίζει αντεπιθέσεις: η ταχύτητα των κυνηγών και οι συνεργασίες τους είναι το σήμα κατατεθέν κι όχι οι χιλιάδες πάσες. Δείχνοντας εμπράκτως ότι ως προπονητής ξέρει να χτίζει ομάδες ο Λουίς Ενρίκε οδήγησε την Παρί στον τελικό του Μονάχου, την ώρα που χωρίς αυτόν η Μπαρτσελόνα σε αντίστοιχο τελικό δεν έχει αξιωθεί να φτάσει.
h
Δύο χρόνια μετά την Πόλη
Ο Σιμόνε Ιντζάγκι θα έχει στο Μόναχο την δεύτερη ευκαιρία σε δύο χρόνια να κερδίσει το Τσάμπιονς λιγκ – αλλά αυτός την μοίρα του την άλλαξε μόνος του. Και πάλι η Ιντερ του κατεβαίνει στον τελικό χωρίς την ετικέτα του φαβορί όπως και στην Κωνσταντινούπολη κόντρα στην Σίτυ. Δεν θα μπορούσε να την έχει αυτή την ετικέτα καθώς κοστίζει τα μισά χρήματα από την ομάδα της Παρί ενώ στην League phace του Τσάμπιονς λιγκ δεν βρισκόταν ούτε μεταξύ των 15 ακριβότερων ομάδων! Ο Σιμόνε Ιτζάκι ως ποδοσφαιριστής υπήρξε ο αδερφός ενός διάσημου μεγάλου σέντερ φορ του Πίπο Ιντζάκι που σκόραρε ασταμάτητα και με τη φανέλα της Γιουβέντους και με τη φανέλα της Μίλαν. Ο Σιμόνε ήταν κι αυτός σέντερ φόρ με άλλα όμως χαρακτηριστικά. Δεν βασιζόταν στο ένστικτο και την ταχύτητα του όπως ο λαοφιλής Πίπο αλλά στο μυαλό του- αυτό χρησιμοποιεί και ως προπονητής. Γνωρίζοντας καλά το υλικό που έχει στα χέρια του εδώ και χρόνια έχει χτίσει μια Ιντερ που ξέρει να παίζει καλή άμυνα, έχει μεγάλη μαχητικότητα και ξεκάθαρη ιεραρχία, αλλά σκοράρει και εύκολα – ειδικά στις στημένες φάσεις και στις αντεπιθέσεις. Προχώρησε στην διοργάνωση με όπλο την άμυνα καθώς σε όλη την πρώτη φάση δεν δεχόταν γκολ και στον ημιτελικό πέτυχε το απόλυτο κατόρθωμα αποκλείοντας την Μπαρτσελόνα από την οποία δέχτηκε έξι γκολ σε δύο ματς αλλά σημείωσε ένα παραπάνω.
Η Ιντερ έχει έμπειρα παιδιά, παίρνει γκολ από πολλούς παίκτες, έχει πίστη. Δεν έχει βέβαια πολυτέλειες στον πάγκο της και γι’ αυτό και έχασε το πρωτάθλημα Ιταλίας από την Νάπολι: η κούραση του Τσάμπιονς λιγκ πληρώθηκε ακριβά. Αυτή η απώλεια μοιάζει πρόβλημα. Αλλά κι όταν πήγε στην Βαρκελώνη κι έφερε το 3-3 με την Μπαρτσελόνα είχαν προηγηθεί τρεις ήττες στην Ιταλία (από την Μίλαν για το κύπελλο, την Μπολόνια και την Ρόμα για το πρωτάθλημα): θέλω να πω ότι αν υπάρχει μια ομάδα που ξέρει να αντιδρά είναι αυτή.
Σεασμός σε όλους
Απόψε το βράδυ το κύπελλο θα το σηκώσει ή ο Λουίς Ενρίκε ή ο Σιμόνε Ιντζάγκι. Ο Λουίς Ενρίκε επέστρεψε από την προσωπική του κόλαση. Ο Σιμόνε Ιντζάγκι φτάνει για δεύτερη φορά σε τρία χρόνια σε τελικό αποδεικνύοντας ότι είναι εξαιρετικά ικανός. Ο,τι και να γίνει και οι δυο προπονητές έχουν αποδείξει ότι είναι καλύτεροι από αυτό που ο κόσμος πίστευε. Όποιος κερδίσει θα εισπράξει το χειροκρότημα ως μεγάλος δημιουργός. Αλλά σεβασμός και στον ηττημένο.