Μην πετάξεις τίποτα…

Μην πετάξεις τίποτα…


Οι εφημερίδες έδιναν χρόνια τώρα πολλά και διάφορα, αλλά εγώ ομολογώ ότι δεν θυμάμαι γιατί τα μάζευα. Καλά καλά δεν θυμάμαι και πότε η μόδα πρωτοξεκίνησε: μιλάω για την μόδα των προσφορών. Αρχικά οι εφημερίδες έδιναν κουπόνια για ηλεκτρικές συσκευές, κάποια στιγμή κινητά τηλέφωνα, μετά μεγάλα δώρα («πλούσια» που λένε και στα τηλεπαιγνίδια…) όπως αυτοκίνητα και μηχανές – μια εφημερίδα, πολλά χρόνια πριν. έδινε δώρο στους αναγνώστες της ένα μύλο (!) μετά από κλήρωση, όχι από τους μικρούς με τους οποίους τρίβουμε το πιπέρι, αλλά ένα κανονικό ανεμόμυλο, ένα οικοδόμημα ογδόντα περίπου τετραγωνικών, που ένας Θεός ξέρει τι το έκανε αυτός που το κέρδισε. Μετά όλα αυτά πήγαν στην άκρη και οι εφημερίδες άρχισαν να δίνουν DVD με ταινίες και βιβλία, πολλά βιβλία. Τα οποία μάζευα και εξακολουθώ να μαζεύω. Χωρίς ποτέ μέχρι τώρα να τα δω ή να τα διαβάσω. Και μετά ήρθε η πανδημία και η καραντίνα. Κι όλα γίναν χρήσιμα.        

Παρόλο που η ζωή μου είναι μια συνεχής και ατελείωτη ανακατωσούρα ανήκω στην κατηγορία των πρακτικών ανθρώπων. Όταν οικειοθελώς κλειστήκαμε σπίτι το πρώτο που έκανα ήταν να οργανώσω την ημέρα μου. Στα απαραίτητα της ημέρας έβαλα ένα δίωρο το βράδυ, αφιερωμένο στις τηλεοπτικές σειρές που μας κατακλύζουν. Το να παρακολουθείς μια σειρά, έχοντας άπλετο χρόνο, χωρίς προσκλήσεις για να βγεις έξω και να χωρίς να έχεις στο μυαλό σου τι ώρα πρέπει να φύγεις το επόμενο πρωί, μου φάνηκε απολαυστικό. Αλλά κάθε τηλεοπτική σειρά παραμένει δημιούργημα για την τηλεόραση κι όταν έχεις δει προηγουμένως την ενημέρωση του κ. Σωτήρη Τσιόδρα και το δελτίο ειδήσεων του MEGA, πόση τηλεόραση ν αντέξεις; Την πρώτη κιόλας εβδομάδα οι σειρές μου φαινόταν καταπιεστικά επαναλαμβανόμενες και (άδικα) όμοιες. Αν τηλεόραση έπρεπε να δω χρειαζόμουν κάτι άλλο: όχι παρακολούθηση, αλλά προβολή. Κάτι που να θυμίζει τις χαμένες (εξαιτίας της πανδημίας) βραδιές στα σινεμά. Αρχισα να ψάχνω ταινίες στο Netflix και στην συνδρομητική, αλλά ήταν όλες καινούργιες: τις είχα δει πρόσφατα και στο μυαλό μου ήταν καταγεγραμμένες οι λεπτομέρειές τους - ομολογώ ότι όχι, δεν είχα όρεξη για επαναλήψεις. Και τότε θυμήθηκα τα DVD με τα οποία ήταν γεμάτη μια από τις βιβλιοθήκες μου. Και η καραντίνα ομόρφυνε από την γοητεία του κλασσικού.     

 

Δίνανε διάφορα για χρόνια οι εφημερίδες κι από μια στιγμή κι έπειτα δεν υπήρχε και κανένα κριτήριο στις προσφορές: η λογική «του DVD να είναι κι ό,τι να ναι» πρέπει να κυριάρχησε για μια γεμάτη πενταετία. Πριν όμως από αυτή, ειδικά τα Νέα και το Bήμα, πρόσφεραν καταπληκτικές ταινίες – μικρούς θησαυρούς που διάλεξαν σίγουρα άνθρωποι με καλό κινηματογραφικό γούστο. Στο ξεχασμένο video club του σπιτιού μου ξαναβρήκα το «Γατόπαρδο» και το «Αμαρκορντ». Το «Κάποτε στην Αμερική» και το «Κάποτε στη Δύση». Μια δεκάδα από ταινίες του Χίτσκοκ. Ολους τους Νονούς και όλα τα Star Wars. Περιπέτειες του Κερκ Ντάγκλας, αλλά και κωμωδίες του Γούντι Αλεν, από εκείνες που έκανε παλιά όταν ήθελε ο κόσμος που παρακολουθεί τις ταινίες του να διασκεδάζει κι όχι να καταλαβαίνει την αξία του ψυχοθεραπευτή. Βρήκα το «Run» του Κουροσάβα και το «Μπάρι Λίντον» του Κιούπρικ και ανακάλυψα ότι έχω δυο φορές την θρυλική τριλογία των «Εντιμότατων φίλων μου». Βρήκα ακόμα και ταινίες ελληνικές, κυρίως του νέου ελληνικού κινηματογράφου που, πριν γεράσει, κάτι μας άφησε για να θυμόμαστε τα νιάτα του. Και βρήκα κι άλλες πολλές που όχι μόνο δεν είχα δει, αλλά είχα ξεχάσει πως υπήρξαν. Ομολογώ πως για μέρες μετρούσα τις ώρες για να πάει η ώρα 9.30 μμ. Να κλείσω τηλέφωνα και κουρτίνες και να χαθώ στις κινηματογραφικές ιστορίες που περίμεναν καρτερικά να ασχοληθώ επιτέλους μαζί τους.

Μετά από δυο εβδομάδες κι αφού ο χρόνος είχε οργανωθεί άψογα, σειρά πήραν τα ξεχασμένα βιβλία. Δεν είχα προλάβει να πάρω κάτι καινούργιο γιατί κλείστηκα άρον άρον. Είχα ένα δυο μισοτελειωμένα που ήταν σαν σχέσεις που  κούρασαν: δεν μου κανε κέφι να ξανασχοληθώ. Αλλά είχα κι αυτά των εφημερίδων με τα οποία φλέρταρα κάποτε χωρίς το πράγμα να προχωρήσει: ευκαιρία ήταν! Τα περισσότερα από τα βιβλία που προσφέρουν οι εφημερίδες είναι μικρά σε μέγεθος, δεν σε τρομάζουν με τον όγκο τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχουν ενδιαφέρον. Μια σειρά των Νέων για τον εμφύλιο είναι καταπληκτική. Δυο τουλάχιστον βιβλία, που έδωσε πριν χρόνια το Βήμα για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, θα έπρεπε να γίνονται μάθημα στα σχολεία. Υπέροχοι και οι Αρχαίοι: στην ιστορία του Θουκυδίδη ανακάλυψα ότι η συμβουλή των  γιατρών της εποχής στους Αθηναίους τον καιρό του λιμού (εξαιτίας του οποίου χάσαμε και τον Περικλή) ήταν να μείνουν όλοι σπίτι. Δεν τους άκουσαν.

 

Την τέταρτη πλέον εβδομάδα άρχισα να σκαλίζω τις αντζέντες μου, όπως ακριβώς έκανα με τις κασετίνες των DVD και τις βιβλιοθήκες μου. Σε αυτές άρχισα να βρίσκω ονόματα και τηλέφωνα ανθρώπων με τους οποίους είχα καιρό να βρεθώ – όπως και τα DVD και τα βιβλία μου αποδείχτηκε ότι κι αυτοί με περίμεναν. Είναι άνθρωποι που υπήρχαν και συγχρόνως απουσίαζαν από τη ζωή μου. Φίλοι παλιοί, αγάπες περασμένες, γνωστοί με τους οποίους χαθήκαμε. Επειδή τα τηλέφωνα των περισσότερων ήταν απενεργοποιημένα, απευθύνθηκα  για χάρη τους στη μεγάλη μαρτυριάρα που λέγεται facebook. Μερικούς τους βρήκα, τους ρώτησα τι κάνουν, μιλήσαμε για τις οικογένειες και τις δουλειές τους, τα παιδιά τους, την καραντίνα. Είχαν να μου πουν πολλά και είχα να τους πω λίγα. Πιθανότατα θα ξαναχαθούμε, αλλά τουλάχιστον δώσαμε ένα μικρό νόημα στις βαρετές μέρες μας. Και καταλάβαμε ότι στη ζωή δεν πρέπει να πετάς τίποτα. Ούτε DVD, ούτε βιβλία, ούτε φυσικά ανθρώπους.

Ενώ η καραντίνα τελειώνει έχω την αίσθηση ότι κάποιοι (πιστεύω ότι είμαστε λίγο, αν και θα θελα να είμαστε πολλοί), αντί να κλειστούμε μέσα, ουσιαστικά ανοιχτήκαμε. Ψάξαμε ανθρώπους, ενδιαφερθήκαμε για φίλους, καταλάβαμε ότι όλα υπάρχουν στη ζωή μας για κάποιο λόγο. DVD, βιβλία κι αναμνήσεις δεν πιάνουν τόπο χωρίς λόγο. Υπάρχουν γιατί κάποια στιγμή (που ούτε καν μπορείς να φανταστείς…) όλα γίνονται απαραίτητα. Εσύ νομίζεις ότι δεν τα χρειάζεσαι, αυτά απλά σε περιμένουν. Ισως σου χρειαστούν και στην επόμενη.

(Βημαgazino Απρίλιος του 2020)