Στις 30 Μαϊου, ημέρα Παρασκευή, στον πρώτο τελικό του εφετινού πρωταθλήματος μπάσκετ ο Ολυμπιακός κάνει ένα από τα χειρότερα παιγνίδια του στην σεζόν χάνει από τον ΠΑΟ στο κατάμεστο ΟΑΚΑ με 80-68 και μοιάζει δύσκολο να είναι ανταγωνιστικός στην συνέχεια καθώς έχει προηγηθεί η αποτυχία του στο Final 4 του Αμπου Ντάμπι – αποτυχία που ως οργανισμός μοιάζει δύσκολο να διαχειρισθεί. Δυο παίκτες του έχουν πει αντίο στην ομάδα, ο Γκος και ο Ράιτ. Ο ΜακΚίσικ έχει δηλώσει ότι θέλει να σταματήσει το μπάσκετ. Ο Μιλουτίνοφ υπενθύμιζε σε κάθε ευκαιρία ότι δεν του έχει γίνει πρόταση ανανέωσης συμβολαίου. Ο Ντόρσεϊ γκρίνιαζε για τον τρόπο (μη) χρησιμοποίησής του. Ουδείς γνώριζε ποιο μπορεί να είναι το μέλλον παικτών όπως ο Βιλντόζα κι ο Σέιμπεν Λι. Εμοιαζε στον αέρα και ο προπονητής της ομάδας Γιώργος Μπαρτζώκας που για πρώτη φορά βρέθηκε στην δύνη της κριτικής. Δέκα μέρες αργότερα ο Ολυμπιακός γιορτάζει την κατάκτηση του πρωταθλήματος έχοντας επικρατήσει του ΠΑΟ με ένα θεαματικότατο 85-71 στο ΣΕΦ με το οποίο έφτασε τις τρεις σερί νίκες. Στο μεταξύ έχει χάσει μετά τον Γουίλιαμς Γκος και τον Φαλ και τον Βεζένκοφ που στο τελευταίο και κρισιμότερο ματς έχει αγωνιστεί μόλις 15 λεπτά προσφέροντας όλους κι όλους 2 πόντους. Όλα αυτά συνιστούν ένα σπάνιο κατόρθωμα και μια ωραία διδακτική ιστορία.
Δεν πήρε αποφάσεις ο Γιαννακόπουλος
Επειδή αγαπάμε τις απλοποιήσεις ένα συμπέρασμα το έχουμε βγάλει όλοι ήδη: τον Ολυμπιακό ξύπνησε με την συμπεριφορά του ο ιδιοκτήτης του ΠΑΟ κ. Δημήτρης Γιαννακόπουλος που με προσωπικές παρεμβάσεις άλλαξε σε βάρος της ομάδας του τα δεδομένα των τελικών. Η αλήθεια είναι πως ο Γιαννακόπουλος έκανε πολλά λάθη, αλλά ούτε κοουτσάρισε τον Ολυμπιακό, ούτε πήρε αποφάσεις που αποδείχτηκαν καθοριστικές: ο Ολυμπιακός πήρε το πρωτάθλημα πρώτα πρώτα γιατί έδειξε τις αρετές του. Κι όπως αποδείχτηκε είχε πολλές.
Πυξίδα και χαρακτήρας
Στην διάρκεια μιας σεζόν μια ομάδα που διεκδικεί τίτλους κάνει δυο πράγματα. Το πρώτο είναι να επιβάλει το παιγνίδι της – χρειάζεται προφανώς να έχει ένα παιγνίδι και να το υπηρετήσει και σωστά. Ο Ολυμπιακός του Γιώργου Μπαρτζώκα ποτέ δεν είχε έλλειψη παιγνιδιού. Ισως το παιγνίδι αυτό να δημιουργεί απορίες για την αποτελεσματικότητα του στην Ευρωλίγκα, ίσως να χρειάζεται κάποιους καλύτερες εκφραστές, αλλά πάντα υπάρχει. Το μπάσκετ του Μπαρτζώκα χρειάστηκε στην ομάδα στην τελική ευθεία: ήταν κάτι παραπάνω από σανίδα σωτηρίας – έγινε η πυξίδα της ομάδας κυρίως στο δεύτερο ημίχρονο στο ματς του ΟΑΚΑ όταν και ήρθε η νίκη που άνοιξε το δρόμο στον τελικό θρίαμβο.
Το δεύτερο που κάνει μια ομάδα στην διάρκεια μιας σεζόν όταν θέλει τίτλους είναι να αποκτήσει αυτό που λέμε χαρακτήρα. Αυτό έρχεται συνήθως όταν οι παίκτες και ο προπονητής καλούνται να αντιμετωπίσουν καταστάσεις δύσκολες – είτε λόγω απουσιών, αλλά είτε και λόγω καλών αντιπάλων. Οι καλοί αντίπαλοι απαιτούν μελέτη και προσαρμογή, οι απουσίες επιβάλουν plan b, διαφοροποιήσεις στην στρατηγική, επιλογή των κατάλληλων πρωταγωνιστών. Ο Ολυμπιακός φέτος όλα αυτά τα χρειάστηκε στην διάρκεια της σεζόν. Ξεκίνησε και τελείωσε την κανονική περίοδο στην Ευρωλίγκα με λαβωμένους τους Φαλ και Μιλουτίνοφ, ενώ έχασε και τον Ράιτ κι άφησε τον Πετρούσεφ να φύγει. Εχασε για καιρό τον Γουόκαπ, είχε σε πολλά ματς έξω τον Γκος, δεν πήρε όσα περίμενε από τον Ντόρσεϊ. Αλλά όλες αυτές οι δυσκολίες είχαν ένα αποτέλεσμα πολύ σημαντικό: η ομάδα απόκτησε τρόπους προσαρμογής απέναντι σε διαφορετικές δυσκολίες. Κέρδισε ματς με διαφορετικούς τρόπους, βασίστηκε στην στρατηγική προετοιμασία κι όχι απλά στην εφαρμογή του παιγνιδιού και πορεύτηκε με την βεβαιότητα πως κανείς δεν είναι αναντικατάστατος.
Κάπως έτσι στα τρία κρίσιμα ματς της σειράς των τελικών η απουσία του Γκος καλύφθηκε κυρίως από τον Ντόρσεϊ, που βρήκε τα λεπτά συμμετοχής που έψαχνε σε πεντάδες που του επέτρεπαν να πάρει αυτός αποφάσεις, κάπως έτσι δεν φάνηκε η απουσία του Φαλ (και γιατί ο Μιλουτίνοφ πήρε πιο πολύ χρόνο και γιατί ο Ολυμπιακός είχε μάθει να παίζει και χωρίς σέντερ) και κάπως έτσι ο Ολυμπιακός άντεξε να βγάλει το τέταρτο και σημαντικότερο ματς ουσιαστικά χωρίς τον Βεζένκοφ. Εδώ το πράγμα ήταν μάλλον πιο απλό: απόντος του Σάσα ξαναείδαμε στο παρκέ για μεγάλα διαστήματα τον Ολυμπιακό της περσινής χρονιάς – αυτόν που απέτυχε μεν αλλά που πάλεψε και στην Ελλάδα και στην Ευρωλίγκα διεκδικώντας τα πάντα. Ο Μπαρτζώκας χρειάστηκε φέτος να εμφανίσει κατά περίσταση διάφορες ομάδες του Ολυμπιακού: στα τρία τελευταία ματς οι πεντάδες που βρήκε ήταν οι καταλληλότερες. Φάνηκε σε αυτά τα ματς το πλεονέκτημα του Ολυμπιακού να δουλεύει με τον ίδιο προπονητή για χρόνια: κάθε προηγούμενη επιτυχία και αποτυχία ήταν για τον ίδιο διδακτική. Και οι απουσίες είχαν ως αποτέλεσμα να πάνε στην άκρη και κάμποσες εμμονές: για δεύτερο σερί ματς στο ΣΕΦ ο Ολυμπιακός κερδίζει τον ΠΑΟ με λίγες ασίστ (χθες μόλις 14), λίγα τρίποντα (χθες μόλις 10 εκ των οποίων δυο ενώ το ματς έχει λήξει), αλλά με πολλές προσωπικές ενέργειες και κυρίως με πολύ νεύρο. Κι άμυνα φυσικά.
Οι περσινοί πρωταγωνιστές και ο Ντόρσεϊ
Στο χθεσινό κρίσιμο ματς οι πρωταγωνιστές ήταν οι παίκτες του περσινού Ολυμπιακού που έχασαν ένα πρωτάθλημα στο οποίο ήταν δυο νίκες μπροστά. Την διαφορά την κάνουν ο Μιλουτίνοφ, που βγάζει όλο το ματς παίζοντας πολύ προσεχτικά για να μην φορτωθεί με φάουλ, ο Παπανικολάου με την τεράστια προσφορά στην άμυνα, ο Γουόκαπ που είναι επίσης αμυντικός ογκόλιθος σε μια βραδιά που αυτό κυρίως είναι απαραίτητο, ο Πίτερς που για ένα βράδυ χρειάστηκε να αφήσει τα σουτ κατά μέρους και να σηκώσει μανίκια για να παίξει αγκωνιές και φυσικά ο πυραυλοκίνητος ΜακΚίσικ που στο ημίχρονο του αγώνα δηλώνει στην κάμερα της ΕΡΤ πως θα πάρει την μπάλα θα σκοράρει και θα λύσει όλα τα προβλήματα. Σε αυτούς προστέθηκαν ο Ντόρσεϊ, που το παιγνίδι τους το ξέρει καλά κι ο Φουρνιέ που στο δεύτερο ημίχρονο πήρε πρωτοβουλίες: όλοι αυτοί απέδειξαν πως στο ΣΕΦ μπορούν να λυγίσουν οποιαδήποτε ομάδα όποιο πρόβλημα κι αν προκύψει γιατί θαύματα έχουν κάνει πολλές φορές με την δύναμη της ομαδικότητας τους και φυσικά και με το γκάζι του κόσμου που τους συμπαραστέκεται.
Το τελευταίο ματς της σεζόν δεν είναι παιγνίδι στο οποίο μετρά η στατιστική: είναι ματς καρδιάς. Στις τρεις νίκες που έδωσαν στον Ολυμπιακό το πρωτάθλημα διακρίνεις τα τρία χαρακτηριστικά που έχουν οι ομάδες που βγαίνουν πρωταθλήτριες. Υπάρχει αντίδραση, υπάρχει οργανωμένο παιγνίδι και υπάρχει και προσαρμογή στον αντίπαλο ώστε να χτυπηθούν οι αδυναμίες του. Φυσικά υπάρχει και κάτι άλλο: ένας τεράστιος επαγγελματισμός. Οι περιπτώσεις του Ντόρσεϊ, του Μιλουτίνοφ αλλά και του Γουόκαπ και του ΜακΚίσικ είναι ενδεικτικές: και οι τέσσερεις χρησιμοποίησαν τα ματς ως ευκαιρίες για να δείξουν τι μπορούν να δώσουν. Αυτός ο επαγγελματισμός προκύπτει χάρη στο υγιές πλαίσιο λειτουργίας αυτής της ομάδας κι αυτό είναι παράσημο και για τον Μπαρτζώκα και για τους Αγγελόπουλους και για όλη την εταιρία. Αν οι τέσσερις αυτοί παίκτες τα είχαν παρατήσει ψάχνοντας την επόμενη ομάδα τους κανένα πρωτάθλημα δεν θα είχε κερδηθεί. Για αυτό και η προσφορά των τεσσάρων δεν αποτυπώνεται σε αριθμούς. Είναι τεράστια.
Πέρυσι και φέτος
Γιατί ο Ολυμπιακός τα κατάφερε φέτος σε μια αντικειμενικά πιο δύσκολη συνθήκη; Γιατί πέρσι η ομάδα είχε φορτωθεί το σταυρό του μαρτυρίου να αποδείξει πως δεν έγινε κανένα λάθος, πως όλα κύλησαν βάση σχεδίου, πως απλά πληρώθηκε στο Final 4 ένα κακό ματς κτλ κτλ. Φέτος ο Ολυμπιακός τα κατάφερε γιατί χτυπημένος από λογιών λογιών ατυχίες έπρεπε να δείξει ότι είναι αληθινή ομάδα. Να το δείξει στον Γιαννακόπουλο που μιλούσε για νίκες με 3-0, αλλά και να το δείξει σε όσους κριτίκαραν πολύ (και σε πολλές περιπτώσεις ισοπεδωτικά) τους πάντες μετά το Αμπου Ντάμπι και φυσικά μετά την ήττα από τον ΠΑΟ στον πρώτο τελικό. Η κριτική πάντα βοηθά. Τα ωσανά εν τοις υψίστης κάνουν κακό. Όπως και ο παραλογισμός των απαιτήσεων που απλά μεγαλώνει το στρες. Οσα έγιναν τις δέκα τελευταίες μέρες είναι εξαιρετικά διδακτικά. Για όλους μας.