Οι ελληνικές ομάδες επέτρεψαν στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις με δυο ήττες. Ο Ολυμπιακός έχασε με 2-1 από την Αταλάντα και ο ΠΑΟΚ με 1-0 από την Μίντιλαντ. Κανονικά θα πρεπε να μιλάμε για τις πολλές πιθανότητες που έχουν να προκριθούν: τα σκορ είναι από αυτά που λες ότι ανατρέπονται. Αλλά έχω την εντύπωση πως πιο πολύ υπάρχει η αίσθηση μια χαμένης ευκαιρίας, παρά η αισιοδοξία για πρόκριση. Κυρίως γιατί δεν είναι δεδομένο ότι οι δυο ελληνικές ομάδες μπορεί να αλλάξουν πολύ μέσα σε μια μόνο εβδομάδα και η απόσταση από την ήττα στη νίκη είναι μεγάλη.
Το τρικ στην αρχή
Όταν έγινε γνωστή η ενδεκάδα με την οποία ο Πέδρο Μαρτίνς θα κατέβαζε τον Ολυμπιακό στη μάχη του Μπέργκαμο ένα σημαντικό ποσοστό των οπαδών του πιστεύω πως σκέφτηκε πως τρελάθηκε. Κι όμως αυτή η αρχική ενδεκάδα του Μαρτίνς, (αποτέλεσμα σίγουρα μιας αγάπης για το ρίσκο, αλλά και μιας έμπνευσης που βασίζεται σε δεδομένα που έχουν να κάνουν και με τα εργομετρικά των παικτών που δεν γνωρίζουμε…), στάθηκε αιτία για να δούμε στο ξεκίνημα του ματς ένα πολύ καλό Ολυμπιακό: τον καλύτερο το 2022.
Η ενδεκάδα δεν έμοιαζε απλά λειτουργική, αλλά πρέπουσα. Οι τρεις στόπερ ήταν αρμονικοί και άψογοι: ο Μανωλάς κι ο Σισέ κάλυπταν μάλιστα και τους Λαλά και Ρέαπτσουκ ενώ Σωκράτης έδειξε στον Μουριέλ όλη την πείρα ενενήντα και πλέον ευρωπαϊκών αγώνων του. Ο Εμβιλά έμοιαζε ένας γίγαντας στη μεσαία γραμμή κι ο Αγκιμπού δίπλα του σου ‘δίνε την εντύπωση πως παρακολουθείς την βραδιά που ένα παιδάκι γίνεται άντρας. Ο Τικίνιο βρήκε ένα σούπερ γκολ κι «έτρεχε» τα τρία βαριά στόπερ της Αταλάντα, ενώ ο Μασούρας ήταν έτοιμος να βγει στην κόντρα και ο Ονιεκούρου ήταν άλυτο μυστήριο για τους γηπεδούχους αφού έβγαινε με τη μπάλα στα πόδια κατά μέτωπο παίζοντας παντού: στο 30΄είχε την ευκαιρία για το 0-2 που την σπατάλησε λόγω τσαπατσουλιάς, αλλά την έφτιαξε μόνος.
Ο Γκασπερίνι που έριξε στο ματς τους τέσσερις βασικούς που δεν ξεκίνησε κόντρα στην Γιούβε (Μέλε, Πεσίνα, Πάσαλιτς και Μαλινόφσκι) δεν περίμενε σίγουρα ένα Ολυμπιακό με τόσους επιθετικούς. Αλλά είχε στο μυαλό του τι θα έκανε, αν το ματς δεν πήγαινε όπως ήθελε. Κι αυτό φάνηκε.
Τρέξιμο για μισή ώρα
Το εξαιρετικό ξεκίνημα του Ολυμπιακού βασιζόταν σε ένα σχέδιο που απαιτεί ενέργεια και τρέξιμο. Ο Ολυμπιακός άφηνε χώρους περιμένοντας λίγο για να χτυπήσει στην κόντρα καθώς παίκτες όπως ο Αγκιμπού, ο Ονιεκούρου και ο Μασούρας σε αυτό είναι καλοί. Ηταν επίσης προσεχτικός στις μικρές λεπτομέρειες. Δεν έκανε build up, πίεζε τον Μαλινόφσκι ενώ άφηνε τον Ντε Ρον, δεν επέτρεψε στον Μέλε να αναπνεύσει και έπαιζε γρήγορα και πολύ από τη μεριά του Τολόι. Αλλά για να λειτουργήσει το πράγμα χρειαζόταν να φτάνουν όλοι πρώτοι στη μπάλα, να μην κλειστεί η ομάδα και να τρομάζουν οι κυνηγοί συχνά την άμυνα της Αταλάντα. ώστε να μην ανεβαίνει και να μην υπάρχει πίεση. Όλα αυτά άρχισαν να λείπουν μετά το 30΄κι ο Γκασπερίνι το είδε. Κι επειδή σωστά εκτίμησε ότι οι δυνάμεις του Ολυμπιακού θα ήταν ακόμα λιγότερες στην επανάληψη άλλαξε πολλά. Εριξε στο ματς δυο ακόμα παίκτες που είναι καλοί με τη μπάλα (τον Μπογκά και τον Κοπμάιμερς, αντί του Μουριέλ και του Πεσίνα), έπαιξε χωρίς φορ (τον παρίστανε ο Πάσαλιτς που δυσκόλεψε τον Σωκράτη στο δεύτερο ημίχρονο) και βρέθηκε στο γήπεδο με έξι τουλάχιστον χαφ, αναγκάζοντας τον Ολυμπιακό που δεν μπορούσε να κρατήσει μπάλα, να στρατοπεδεύσει στην περιοχή του παραχωρώντας κόρνερ ασταμάτητα.
Στο 12ο (που ήταν ανύπαρκτο) η Αταλάντα ισοφάρισε. Στο 13ο έκανε την ανατροπή: σκόραρε δυο φορές ο Τζιμσίτι. Μπορούμε να ψάξουμε τις φάσεις για να βρούμε λάθη (έκανε ένα ο Ρέαπτσουκ) ή άτυχες στιγμές (η μπάλα στο δεύτερο γκολ βρίσκει στον Αγκιμπού). Αλλά αν μια ομάδα επιπέδου χτυπήσει 13 κόρνερ σε 65 λεπτά (ένα κάθε 4 λεπτά!) δυο γκολ θα τα βρει: εκτός αν έχει τους χειρότερους εκτελεστές στον κόσμο.
Άργησε να παρέμβει
Δεν είναι από αυτούς που πιστεύουν πως ένας προπονητής πρέπει αμέσως να απαντά σε κάτι που κάνει ο αντίπαλος του: οι καλές ομάδες οφείλουν να προσαρμόζονται σε κάθε συνθήκη. Αλλά η εικόνα του ματς λέει πως ο Μαρτίνς, που αιφνιδίασε στην αρχή, στο δεύτερο ημίχρονο άργησε να παρέμβει, παρά τις συσκέψεις στον πάγκο. Όταν αποφάσισε να αλλάξει τον Μασούρα με τον Μαντί Καμαρά και να ρίξει στο ματς τον Ελ Αραμπί αντί του κουρασμένου Τικίνιο, η ζημιά είχε γίνει.
Καταλαβαίνω γιατί ο κόουτς άργησε: στο δεύτερο ημίχρονο η πίεση ήταν μεγάλη κι ο Ολυμπιακός έμοιαζε να έχει ανάγκη δέκα φρέσκους παίκτες. Ο Μαρτίνς φοβόταν μήπως άθελά του δώσει στην Αταλάντα κι άλλα μέτρα: ήθελε ο Ολυμπιακός να βγει πιο μπροστά. Αλλά δεν ήθελε όπως στην Τούμπα πχ να χαλάσει το 3-4-3 και να παίξει με ένα χαφ παραπάνω (γιατί η άμυνα λειτουργούσε) και δεν ήθελε να βγάλει κάποιο κυνηγό γιατί φοβόταν πως η ομάδα του θα το δει ως εντολή μεγαλύτερης υποχώρησης.
Όπως και να χει το ματς λέει πως έπρεπε να παρέμβει πιο γρήγορα. Ο Μαντί ειδικά ήταν εξαιρετικός και ο Ολυμπιακός με το πέρασμά του ισορρόπησε το ματς: θα μπορούσε να ισοφαρίσει με τον Αγκιμπού, αλλά και με τον Εμβιλά και είχε ευκαιρίες χωρίς μάλιστα να κρατήσει πολύ τη μπάλα. Για να έχει ελπίδες στη ρεβάνς πρέπει να το κάνει πολύ περισσότερο. Και φυσικά να έχει το ρυθμό του πρώτου μισάωρου για μια ώρα τουλάχιστον.
Θέληση αλλά όχι πολλά
Για να προκριθεί πρέπει να μεταμορφωθεί προς το καλύτερο κι ο ΠΑΟΚ, απλά η δική του αποστολή είναι ευκολότερη και το ξέραμε. Αντίθετα με τον Πέδρο Μαρτίνς ο Ρασβάν Λουτσέσκου δεν έκανε τίποτα το παράξενο: θα λεγα δεν πήρε το παραμικρό ρίσκο παρουσιάζοντας ωστόσο ένα ΠΑΟΚ χωρίς τον Κούρτις (που είχε ίωση), τον Βιερίνια και τον Μπίσεσβαρ – Βιερίνια και Μπίσεσβαρ μπήκαν στο δεύτερο ημίχρονο και νομίζω αν ξεκινούσαν θα ήταν για τον ΠΑΟΚ καλύτερα καθώς ο μεν Μπίσεσβαρ θα βοηθούσε οργανωτικά ο δε Βιερίνια θα έπαιζε στη θέση του Σιντκλεϊ ή θα τον βοηθούσε στην άμυνα.
Ο ΠΑΟΚ έπαιξε κάτι σαν 4-3-3 στην αρχή (με Μίτριτσα, Ζίφκοβιτς, Ακπομ στην επίθεση), έχασε την πρώτη ευκαιρία του ματς με τον Ζίφκοβιτς, αλλά βρέθηκε πίσω στο σκορ στο 19΄γιατί οι Δανοί χτύπησαν τον Σίντκλεϊ που ακάλυπτος είχε προβλήματα. Το κακό για τον ΠΑΟΚ είναι ότι παρά τη θέληση που κατέθεσαν οι παίκτες του δεν κατάφερε να αποδράσει με μια ισοπαλία και δεν έκανε και μεγάλες ευκαιρίες: στο δεύτερο ημίχρονο ο Ζίφκοβιτς εγκλωβίστηκε, οι πολλές στημένες φάσεις ήταν κακοχτυπημένες και παρά τις αδυναμίες των Δανών να κρατήσουν τη μπάλα οι χαφ του Λουτσέσκου δεν ήταν επικίνδυνοι. Κυρίως όμως δεν φάνηκε απέναντι στους Δανούς η φρεσκάδα του.
Μαχητικοί αλλά ανέτοιμοι
Ο ΠΑΟΚ έχασε μετά από 14 ματς, αλλά δεν έμοιαζε ομάδα που τρέχει ένα τέτοιο σερί. Το καλό είναι ότι γλύτωσε το δεύτερο γκολ χάρη στον Πασχαλάκη, αλλά και γιατί στο 88’ ο Τσαρλς σημάδεψε το δοκάρι σε μια από τις λιγοστές επιθέσεις των γηπεδούχων, που ήταν μαχητικοί αλλά ανέτοιμοι: όχι τυχαία ο προπονητής τους, ο Μπο Χένρικσεν, έκανε τέσσερις αλλαγές στο 70΄ κι ενώ η ομάδα του κέρδιζε! Το τελικό 0-1 ανατρέπεται, αλλά μόνο αν ο ΠΑΟΚ ανεβάσει στη ρεβάνς την αγωνιστική του ένταση. Είδα διάθεση κι αυτό είναι σημαντικό – η πρόκριση μοιάζει να ενδιαφέρει την ομάδα του Λουτσέσκου παρόλο που ο στόχος είναι το πρωτάθλημα.
Η ερώτηση είναι αν ο ΠΑΟΚ μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω: ο Λουτσέσκου είπε «ναι», αλλά τα ματς με την Κοπεγχάγη πχ δεν επιτρέπουν τη βεβαιότητα ότι αυτό θα συμβεί στην Τούμπα. Ιδια είναι και η ερώτηση που αφορά τον Ολυμπιακό. Με 35 λεπτά καλής μπάλας δύσκολα κερδίζεις. Τουλάχιστον ξέρεις πια πως μπορείς να προκριθείς. Αρκεί να κάνεις κάτι που τελευταία αποφεύγεις: να παίξεις για να ευχαριστηθείς το ποδόσφαιρο και να ευχαριστήσεις και τον κόσμο που πιστεύει πως μπορείς να τα καταφέρεις. Κι όχι απλά να παίξεις τόσο όσο για να κερδίσεις. Αυτά στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις δεν γίνονται…