Η μεταφυσική της υπερβολής

Η μεταφυσική της υπερβολής


Η ύπαρξη μετά από χρόνια τεσσάρων ελληνικών ομάδων στους ομίλους των ευρωπαϊκών διοργανώσεων μου ξαναθύμισε αυτό που σε γενικές γραμμές παράγουμε στο ελληνικό ποδόσφαιρο ως αθλητικογραφία – και δεν αναφέρομαι μόνο στους επαγγελματίες της ενημέρωσης. Παράγουμε θαύματα και καταστροφές. Σε υπερβολικές ποσότητες.

Μέθοδος και σχέδιο

Δεν υπήρξε άνθρωπος που να μην έγραψε για το θρίαμβο του ΠΑΟ και το θαύμα της ΑΕΚ – παραδόξως η νίκη του ΠΑΟΚ πέρασε μάλλον χωρίς υπερβολική προβολή, ίσως γιατί αντίπαλος ήταν η άγνωστη Ελσίνκι. Δεν αντιλέγω ότι υπήρξε και πράσινος θρίαμβος και θαύμα της ΑΕΚ, πολύ φοβάμαι όμως πως αυτές οι υπερβολές στην παρουσίαση των αποτελεσμάτων μας απομακρύνουν από την πραγματική διάσταση αυτών των επιτυχημένων αποτελεσμάτων: αν δεν ζούσαμε στην Ελλάδα, όπου την υπερβολή την έχουμε στο αίμα μας, θα στεκόμασταν σε αυτά τα αποτελέσματα για να καταδείξουμε όχι την εξαιρετικότητα τους, αλλά το ότι υπήρξαν αποτελέσματα πολύ καλών σχεδιασμών που υπηρετήθηκαν με μεγάλη επιμονή και σοβαρότητα. Ο Γιοβάνοβιτς για να φτάσει στο εφετινό καλοκαίρι και να δει τον ΠΑΟ να κοιτάζει στα μάτια σοβαρές ευρωπαϊκές ομάδες δούλεψε μεθοδικά τρία χρόνια ορίζοντας ρεαλιστικούς στόχους και πείθοντας τον Γιάννη Αλαφούζο να κάνει υπομονή. Κι ο Ματίας Αλμέιδα, για να κάνει το περίφημο θαύμα του Μπράιτον, χρειάστηκε να κερδίσει εντός της ΑΕΚ υποστήριξη, όχι στην δουλειά του, αλλά στο όραμά του. Που είναι η δημιουργία μιας επιθετικής ομάδας που δεν θα θυμίζει ομάδα του ελληνικού πρωταθλήματος. Στη μέθοδο και στο σχέδιο θα έπρεπε να εστιάζουμε κι όχι στη μεταφυσική της υπερβολής.

Καλύτερος με την Μαρσέιγ και την Μπράγκα

Ο ΠΑΟ δεν έκανε απέναντι στην Βιγιαρεάλ το καλύτερο παιγνίδι του. Τηρουμένων των αναλογιών ήταν καλύτερα τα παιγνίδια του με την Μπράγκα (και τα δυο) αλλά κυρίως αυτό που έκανε κόντρα στην Ολιμπίκ Μαρσέιγ στη Λεωφόρο. Γιατί το λέω; Πρώτα από όλα γιατί και η πορτογαλική ομάδα και η ομάδα της Μασσαλίας έμοιαζαν σε πολύ καλύτερη κατάσταση πριν αντιμετωπίσουν τον ΠΑΟ σε σχέση με την Βιγιαρεάλ. Οι Μαρσεγιέζοι είχαν ξοδέψει του κόσμου τα χρήματα για μεταγραφές κι είχαν δώσει στον κόουτς Μαρθελίνιο ό,τι ήθελε. Η Μπράγκα μοίραζε τριάρες και τεσσάρες στα ευρωπαϊκά προκριματικά και στο πορτογαλικό πρωτάθλημα. Η Βιγιαρεάλ άλλαξε προπονητή σε χρόνο ρεκόρ, έχει κάνει ένα κακό ξεκίνημα και δεν έρχεται από μια σούπερ χρονιά. Ο ΠΑΟ που ακύρωσε στη Λεωφόρο την Μαρσέιγ (και την κέρδισε στο τέλος), και που στην Μπράγκα δεν έκανε αποτέλεσμα γιατί ο Σπόραρ έχασε την ευκαιρία της χρονιάς, στο ματς της Πέμπτης, που δεν είχε βάρος τελικού, έπρεπε να κερδίσει την Βιγιαρεάλ που ψάχνεται. Διότι είναι σε καλύτερη κατάσταση κι αυτό συμβαίνει γιατί έχει συνέχεια.

Ο ΠΑΟ έπαιξε με την Βιγιαρεάλ έχοντας 10 από τους περσινούς του παίκτες στην βασική του ενδεκάδα – ο Χουάνκαρ έλειπε γιατί είναι τραυματίας. Η Βιγιαρεάλ που άλλαξε 9 από τους 11 που έπαιξαν με την Αλμερία καταλαβαίνεις από αυτό και μόνο σε τι σύγχυση βρίσκεται. Ο ΠΑΟ έκανε μια σημαντική και σπουδαία νίκη κατά την γνώμη μου γιατί ανταποκρίθηκε στο προγνωστικό: ήταν φαβορί και το έδειξε. Επρεπε να κερδίσει, όχι γιατί έχει ιστορία στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις ή γιατί θα αγωνιζόταν στο ΟΑΚΑ, αλλά γιατί η φόρμα του την συγκεκριμένη στιγμή είναι εξαιρετική. Κι αυτό είναι το σημαντικότερο κριτήριο σε κάθε προγνωστικό.

Σοβαρός επαγγελματίας, όχι μάγος

Και ο Αλμέιδα για να οδηγήσει την ΑΕΚ στο να κάνει το θαύμα το Μπράιτον βασίστηκε στους περσινούς του παίκτες: δεν υπήρχε στην αρχική ενδεκάδα καμία νέα μεταγραφή. Την ώρα που όλοι μιλούσαμε για στόπερ που λείπουν ο Αλμέιδα έτριβε τα χέρια του γιατί γυρνούσαν ο Λιβάι Γκαρσία (κυρίως) και ο Γκατσίνοβιτς. Η ΑΕΚ πήρε το ματς στο πρώτο ημίχρονο όταν απέναντι σε μια ομάδα που δεν έχει αγωνιστεί στην Ευρώπη ποτέ, εκμεταλλεύτηκε το ότι για την ίδια αυτό ήταν το πέμπτο ευρωπαϊκό ματς από την αρχή της σεζόν.

Αντίθετα από αυτό που έγινε στο ΠΑΟ – Βιγιαρεάλ όλο αυτό που έκανε η ΑΕΚ δεν ήταν προβλέψιμο: ήταν δύσκολο να φανταστείς την νίκη της γιατί οι νίκες ελληνικών ομάδων στην Αγγλία είναι σπάνιες. Αυτό ωστόσο που θα πρεπε να επισημανθεί πριν το ματς είναι ότι η ΑΕΚ έχει ένα δομημένο επιθετικό παιγνίδι που δεν βασίζεται σε ατομικές προσπάθειες,  αλλά σε σαφείς οδηγίες και σε δουλειά στην προπόνηση (βλέπε γκολ του Σιντιμπέ) που γίνεται ένα χρόνο τώρα. Αν το αποτέλεσμα ξάφνιασε, η εμφάνιση έπρεπε να είναι αναμενόμενη. Διότι η αποτελεσματικότητα του ποδοσφαίρου του Αλμέιδα απέναντι σε ομάδες που θέλουν να παίξουν και όχι να καταστρέψουν είναι κάτι που έχουμε δει. Γιατί το ξεχνάμε; Γιατί ο θόρυβος που στην Ελλάδα προκαλούν δυο – τρια άσχημα αποτελέσματα αρκεί για να κάψει το μυαλό όλων. Τρεις νίκες μπορεί να σε κάνουν να βλέπεις μια ελληνική ομάδα ως Μπαρτσελόνα και δυο – τρια στραβά αποτελέσματα οδηγούν στο συμπέρασμα πως μια ομάδα είναι για πέταμα. Κι ας έχει κάνει νταμπλ λίγους μήνες πριν.

Στην ΑΕΚ γίνεται και μια άλλη υπερβολή: τονίζεται η προσαρμοστικότητα του Σιμάνσκι στην άμυνα ως απόδειξη μαγικών λύσεων κτλ. Τίποτα μαγικό δεν υπάρχει. Για ένα – δυο ματς κάθε παίκτης μπορεί να είναι καλός σε μια θέση που δεν είναι δική του: έχουμε δει τα πάντα. Μετά το τρίτο ματς, αν ο παίκτης δεν έχει αποφασίσει να αλλάξει καριέρα θα υποφέρει. Στην περίπτωση του Σιμάνσκι η επισήμανση θα έπρεπε να έχει να κάνει με την επαγγελματική του προσαρμοστικότητα. Βρίσκω πιο κολακευτικό να τονίζεις ότι ένας προπονητής έκανε καλή δουλειά πείθοντας ένα παίκτη του ότι μπορεί να τα καταφέρει να ανταποκριθεί σε ένα ρόλο που δεν είναι δικός του σε ένα ματς ειδικών συνθηκών, από το να μιλάς για μάγους. Αλλά οι μάγοι και οι θαυματοποιοί στην Ελλάδα βρίσκουν κοινό. Οι σοβαροί επαγγελματίες όχι πάντα. Ο Αλμέιδα είναι τυχερός γιατί δουλεύει σε μια ομάδα που παραδοσιακά δεν ψάχνει μάγους. Κι ο Ματίας στην ξεροκεφαλιά, στην σιγουριά και στον αέρα υπεροχής έχει κάτι από Ντούσαν Μπάγεβιτς.

Ολο το θέμα είναι η άμυνα

Φυσικά παράγουμε και καταστροφές. Ο τρόπος αντιμετώπισης της ήττας του Ολυμπιακού δεν ήταν υπερβολικός, ωστόσο καταλαβαίνεις ότι στην επόμενη ήττα της ομάδας του Μαρτίνεθ δύσκολα δεν θα προκύψει μια καταιγίδα ισοπέδωσης. Εδώ το πράγμα έχει να κάνει κυρίως με την καλλιέργεια μεγάλων προσδοκιών κι όχι τόσο με τις προηγούμενες υπερβολικές κρίσεις για νίκες που δεν λένε και πολλά, όπως αυτές που έχει κάνει ο Ολυμπιακός στο πρωτάθλημα κυρίως, αλλά και με την Τσουκαρίσι, που απέχει πολύ από το να χαρακτηρισθεί ευρωπαϊκή ομάδα. Ο Ολυμπιακός μοιάζει να ζει με το αδικαιολόγητο άγχος ότι πρέπει να αποδείξει πως είναι καλύτερος από πέρυσι. Η προσέγγιση είναι λάθος πρώτα από όλα γιατί το «καλύτερος από πέρυσι» δεν σημαίνει τίποτα: πέρυσι ο Ολυμπιακός έκανε δυο ισοπαλίες στον όμιλο του Γιουρόπα λιγκ και στο πρωτάθλημα τερμάτισε τρίτος. Αυτή η προσέγγιση θολώνει την κρίση σχεδόν όσο τα ματς του ελληνικού πρωταθλήματος με τη Λαμία, τον Ατρόμητο, τον Πανσερραϊκό κτλ.

https://www.paok24.com/wp-content/uploads/2023/04/%CE%A1%CE%95%CE%A4%CE%A3%CE%9F%CE%A3.jpg

Ο Μαρτίνεθ προσπαθεί να φτιάξει μια ομάδα από την αρχή – με δεδομένες δυσκολίες που έχω εξηγήσει. Η πρόοδος του Ολυμπιακού θα κριθεί εν τέλει από ένα και μόνο πράγμα: από το αν η ομάδα αυτή θα καταφέρει να έχει μια σοβαρή ανασταλτική λειτουργία στα 15 σοβαρά ματς που έχει να δώσει στην Ελλάδα και στα ευρωπαϊκά της παιγνίδια. Αναφέρομαι σε «λειτουργία» γιατί αυτό και μόνο μπορεί να βοηθήσει τον Ολυμπιακό: παίκτες να του δώσουν σοβαρή αξιοπιστία στα μετόπισθεν δεν διακρίνονται – πράγμα που δεν μπορείς να πεις για την επίθεση. Η επίθεση σε κάθε ομάδα μπορεί να είναι κι αποτέλεσμα εμπνεύσεων κι ατομικών ενεργειών: ο Φορτούνης και ο Ροντινέι κυρίως κάνουν στην αρχή της σεζόν την επίθεση λειτουργική «ταΐζοντας» τον Μασούρα, αλλά κυρίως τον Ελ Κααμπί. Αλλά η άμυνα χρειάζεται πολλά: μετά την Φράιμπουργκ και ενόψει των επόμενων ματς σίγουρα χρειάζεται και και προβληματισμός για την διάταξη της ομάδας και το σχήμα της. Ο Ολυμπιακός είναι πολύ καινούργιος για να διορθώνει η επίθεση τα λάθη της άμυνας κι αν, όπως πέρυσι, προκύψουν αμυντικές ανασφάλειες η σεζόν του θα γίνει δύσκολη. Όχι στην Ευρώπη, στην Ελλάδα.

Παρόλα αυτά η ήττα του από την Φράιμπουργκ δεν ήταν καταστροφή: το ματς με τους Γερμανούς θα πρεπε να βοηθήσει τον προπονητή του και τους υπόλοιπους υπευθύνους του να κατανοήσουν σε ποιο σημείο η ομάδα βρίσκεται. Ο Ολυμπιακός χρειάζεται αποσυμπίεση: χτίσιμο και υποχρέωση για αποτελέσματα δύσκολα πάνε μαζί. Αλλά ζητάω πολλά…