Στην Πόλη θα ήμουν σήμερα...

Στην Πόλη θα ήμουν σήμερα...


Το συνειδητοποίησα χθες που σας έγραφα για την Μπάγερν Μονάχου και τη πιθανότητα να κερδίσει το Τσάμπιονς λιγκ. Αυτές τις μέρες έπρεπε να είμαι στην Κωνσταντινούπολη για να δω τον τελικό της διοργάνωσης. Τα εισιτήρια της πτήσης τα είχα κλείσει τα Χριστούγεννα και το ξενοδοχείο την Πρωτοχρονιά. Ήταν ένα εντυπωσιακό ξενοδοχείο κοντά στην πλατεία Ταξίμ – πάντα όταν πηγαίνω σε τελικούς μου αρέσει να μένω στο κέντρο της πόλης γιατί εκεί το πανηγύρι είναι μεγαλύτερο. Εισιτήρια και ξενοδοχεία τα κλείνω πάντα πολύ νωρίς – άλλωστε το ποιες ομάδες θα φτάσουν στον τελικό ελάχιστη σημασία έχει. Τελικά τον φετινό τελικό θα τον δω, όταν και όποτε γίνει, μάλλον από την τηλεόραση – θα χαλάσω δυστυχώς το σερί. Η Κωνσταντινούπολη είναι σαν να μην μου επιτρέπει να την επισκεφτώ για ποδοσφαιρικούς λόγους: και τον προηγούμενο τελικό που είχε γίνει εκεί και είχε ολοκληρωθεί με τη μαγική κι εκτός λογικής νίκη της Λίβερπουλ κόντρα στη Μίλαν τον είχα δει στην τηλεόραση λόγω δουλειάς – εκπομπή έκανα.

Σου κλέβει την καρδιά

Την λατρεύω την Κωνσταντινούπολη και την έχω επισκεφτεί πέντε φορές τουλάχιστον – ίσως και περισσότερες. Δεν έχω κανένα οικογενειακό δέσιμο ή καταγωγή ή κάτι ανάλογο με την Πόλη: απλά με συναρπάζει. Υπάρχουν πόλεις που θέλεις να τους δώσεις την καρδιά σου ολοκληρωτικά και πριν το κάνεις ανακαλύπτεις ότι καρδιά δεν έχεις να δώσεις γιατί ήδη στην κλέψανε – αυτό συμβαίνει με την Κωνσταντινούπολη.

Πριν μερικά χρόνια, είχα την τύχη να μπω στο λιμάνι της με πλοίο, να τη δω δηλαδή να προβάλλεται μπροστά μου με όλη τη σκηνική της μεγαλοπρέπεια. Είναι μια από τις σκηνές της ζωής μου που θα με συντροφεύει πιστεύω μέχρι να πεθάνω. Είχα γράψει τότε σε ένα περιοδικό πως η διαφορά μιας πόλης από μια σοκαριστικά όμορφη πόλη όπως είναι η Πόλη, είναι ότι μπροστά στην Κωνσταντινούπολη δεν σκέφτεσαι: η ομορφιά της δεν σου επιτρέπει τίποτα άλλο πέρα από το να χαθείς. Οι βόλτες στην Πόλη είναι τεράστιες, οι εικόνες της ολότελα διαφορετικές, οι ήχοι της ένα ανατολίτικο ροκ σάουντρακ που σε περικυκλώνει.

Αν σήμερα ήμουν εκεί θα σας έγραφα ότι η Κωνσταντινούπολη χτίζει τη γοητεία της σαν γυναίκα που έχει αποδεχτεί την ηλικία της: ο Ερτογάν την έκανε πιο μοντέρνα, με τις γέφυρες, τα γιγάντια αεροδρόμια και τις γυάλινες πολυκατοικίες, αλλά η γοητεία της παραμένει στο ότι αντιλαμβάνεσαι πως υπήρξε μια καλλονή. Το Τοπ Καπί, ανέγγιχτο σχεδόν από το χρόνο σε ψήνει ότι τα εκθεσιακά του ψέματα (η ράβδος του Μωυσή π.χ) είναι όλα αληθινά. Η περικυκλωμένη Αγια Σοφιά αποτελεί από μόνη της την εικόνα μιας εποχής χριστιανικού μεγαλείου, την οποία διαδέχτηκε δια της βίας κάτι άλλο. Ομολογώ ότι δεν πόνεσε η ελληνική καρδιά μου κοιτάζοντας τα μωσαϊκά της, γιατί ως καλλιτέχνημα η Αγια Σοφιά έχει μια οικουμενικότητα που ξεπερνά τα δικά μας: αν υπάρχει κάτι που τσιμπάει το νεκροζώντανο εθνικισμό μου αυτό είναι οι ταμπέλες των ελληνικών καταστημάτων που έχουν απομείνει σαν παράσημα σε δημόσια κτήρια στο Πέρα και στο Ταρλάμπασι. Επίσης, αν ένοιωσα την ανάγκη ν ανάψω ένα κερί και να κάνω το σταυρό μου, αυτό μου συνέβη μπροστά στην Αγία Ειρήνη: ο μύθος ότι η πόρτα της σφραγίστηκε από Αγγέλους όταν μπήκαν οι Οθωμανοί στην Πόλη είναι από τους αγαπημένους μου.

Από το κάστρο μέχρι το κάστρο

Αν ήμουν σήμερα εκεί, όπως και θα έπρεπε, θα σας θύμιζα ότι στην Πόλη δεν πας για να ανακαλύψεις τα μονοπάτια μιας χαμένης βυζαντινής ελληνικότητας, γιατί αν περιοριστείς σε κάτι τέτοιο δεν θα την εκτιμήσεις αληθινά ποτέ: είναι σαν να είσαι ξένος και να ψάχνεις στην Αθήνα ανθρώπους με χλαμύδες στην Πνύκα. Στην Κωνσταντινούπολη το ταξίδι στο χρόνο είναι η αληθινή απόλαυση. Ο σκοπός είναι να περιηγηθείς στην πολυτέλεια του μαγικού Σιραγκάν, που έγινε από ανάκτορο ξενοδοχείο και από ξενοδοχείο ανάκτορο, να χαθείς στις μυρωδιές των μπαχαρικών στις ανοιχτές αγορές, να φανταστείς τη μεγαλοπρέπεια του παλατιού του Ντολμάμπαχτσε, να περπατήσεις στο Μπεϊκόζ και στο Μπέιογλου εκεί που σιντριβάνια, παλάτια, τζαμιά και μαυσωλεία σε περιμένουν. Όλα αυτά με το μυαλό πάντα στην εξερεύνηση του Βόσπορου και με βασικό σκοπό να διανύσεις με καραβάκι τη μαγική διαδρομή που ξεχύνεται από το κάστρο του Ρούμελι Χασάρ στην ευρωπαϊκή πλευρά μέχρι το κάστρο της Ανατολίας στην ακτή της Ασίας: ο Βόσπορος είναι σύνορο (αφού χωρίζει την Ανατολική από την Δυτική Πόλη) και κέντρο ταυτόχρονα (αφού γύρω του η Πόλη αναπτύχθηκε). Δεν ξέρω άλλο τέτοιο σημείο.

Ωστόσο πέρα από την μουσειακή της διάσταση θα σας περιέγραφα και μια Πόλη ζωντανή και γεμάτη αντιθέσεις – τις μεγαλύτερες που μπορείς να δεις στη γειτονιά μας. Η Κωνσταντινούπολη είναι τα παζάρια που κάνεις στις αγορές ακόμα και αν δεν αγοράσεις τίποτα. Ο ταξιτζής που θα σε κλέψει αποκαλώντας σε «μπατζανάκ» κι αφού προηγουμένως σε πείσει ότι είσαι ο φίλος που περιμένει. Είναι το τσάι χωρίς ζαχαρη στο γυάλινο μικρό ποτήρι. Είναι το Ρέινα, ένα από τα ωραιότερα κλαμπ της Ευρώπης, στο οποίο οι ουρές για να μπεις θυμίζουν αυτές στο Μερσέντες τη δεκαετία του 90 – το χτύπησε πριν χρόνια ο ISIS ως δυτικό προάστειο αμαρτωλής καλοπέρασης. Είναι το μαγευτικό Ουλους, σε ένα από τους λόφους – το μοναδικό εστιατόριο που καλύπτει μια ολόκληρη πλαγιά γεμάτη από σκαλοπάτια. Η Κωνσταντινούπολη είναι οι χιλιάδες άνθρωποι που κάνουν πικ νίκ με την οικογένεια τους το Σάββατο και την Κυριακή στα παράλια του Βόσπορου αγναντεύοντας τη θάλασσα – θέαμα που δεν μπορείς να φανταστείς σε άλλη πρωτεύουσα.

Παρασυρμένος από την ομορφιά της

Κάθε φορά που πηγαίνω σκέφτομαι πως αυτοί οι ατελείωτοι συνδυασμοί πλούτου και φτώχειας, στενοκεφαλιάς και μεγαλοπρέπειας, κουτοπονηριάς και ελαφράδας, ιστορίας και δυστυχίας, φασαρίας και μουσικότητας, μυστικότητας και φολκλόρ κάνουν την Πόλη σχεδόν αχρονική – ένα μεγαλοπρεπές σκηνικό μιας πολύ γεμάτης από δρώμενα θεατρικής παράστασης που παρακολουθείς περιφερόμενος προσπαθώντας να βάλεις στο αχανές σενάριο τάξη. Θα σας έγραφα ότι όσες φορές έχω πάει καταλήγω για λίγο σε κάποιο τζαμί αναζητώντας στην απόλυτη σιωπή του λίγη εσωτερική ηρεμία στο χάος του κόσμου μας. Εμείς πιστεύουμε σε ένα Θεό στον οποίο διαρκώς μιλάμε και του ζητάμε χάρες για όλα αναμένοντας το βροντερό του παράγγελμα. Οι μουσουλμάνοι λατρεύουν το Θεό τους στη σιωπή – τα έργα του τα βλέπουν, λένε. Και θα έκλεινα το κομμάτι προσπαθώντας να σας πείσω πως αυτή η ανάγκη λίγης σιωπής, μπροστά σε μια φορτωμένη από φωνές, ήχους και ρυθμούς πόλη είναι ό,τι πιο παράξενο μπορεί να σου τύχει στην γιγάντια πλέον Κωνσταντινούπολη…

Παρασυρμένος από την ομορφιά της, αλλά και με τον μυαλό σε ένα τελικό που ποιος ξέρει ποιοι θα έπαιζαν, θα ξεχνούσα ότι σαν σήμερα η Πόλη έπεσε. Θα μου σούρνανε τα εξ αμάξης γιατί θα αποθέωνα την τούρκικη μεγαλοπρέπεια της μια τέτοια δυσάρεστη για τον ελληνισμό μέρα. Δεν θα ήξερα τι να απαντήσω και τι να πω. Μάλλον γλύτωσα το διαδικτυακό λιντσάρισμα, αλλά μακάρι σήμερα να ήμουν εκεί κι ας μου απαγορεύατε την επιστροφή στη χώρα…