Ο Κώστας Βουτσάς δεν θα πεθάνει ποτέ...

Ο Κώστας Βουτσάς δεν θα πεθάνει ποτέ...


Όταν σήμερα το πρωί άκουσα ότι πέθανε ο Κώστας Βουτσάς ένοιωσα μια παράξενη αμηχανία. Ήξερα ότι ήταν εδώ και λίγες μέρες πάλι στα νοσοκομείο, αλλά τι θα πει πέθανε; Πως είναι δυνατόν να πεθάνει ο Βουτσάς; Κοιτούσα τα αφιερώματα που πλημμύρησαν από το πρωί το διαδίκτυο κι άκουγα στο ραδιόφωνο μερικές από τις δεκάδες κινηματογραφικές ατάκες του. Κι όλα αυτά μεγάλωναν ακόμα περισσότερο την βεβαιότητα μου. Ο Κώστας Βουτσάς δεν θα πεθάνει ποτέ.

«Συνάδερφοι είμαστε…»

Δεν ξέρω πως μετρά κανείς την δημοφιλία των ανθρώπων του θεάματος. Είναι κριτήριο τα εισιτήρια στο σινεμά; Είναι η συνεργασία στο θεατρικό σανίδι με μεγάλους ηθοποιούς; Είναι οι τηλεθεάσεις; Είναι αυτό που κάπως αόριστα περιγράφουμε ως «αγάπη του κόσμου»; Δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι ότι ο Βουτσάς συμπλήρωσε φέτος εβδομήντα χρόνια ως πρωταγωνιστής, δηλαδή ως άνθρωπος που περπατά στο παλκοσένικο της ζωής και νοιώθεις ότι αυτό είναι φωταγωγημένο. Η τύχη και κάποια μυστήρια σκηνοθεσία το θελε να τον έχω συναντήσεις τρεις – τέσσερις φορές στο πλατό της εκπομπής του Σπύρου Παπαδόπουλου, συνήθως σε προγράμματα εορταστικά, γεμάτα από κουκλάρες και μάγκες έτοιμους να σηκωθούν και να χορέψουν ζεμπεκιές. Ο Βουτσάς εμφανιζόταν συνήθως με ένα πουλόβερ, ενώ όλοι εμείς οι υπόλοιποι βάζαμε τα καλοραμμένα κουστούμια μας. Και με αυτό το γαλάζιο πουλόβερ ο Βουτσάς έλαμπε κι αρκούσε να γελάσει μια φορά για να μαζέψει στα διαλλείματα όλα τα κορίτσια γύρω του. «Τις κοιτάζεις όμως τις ωραίες» του έλεγαν. «Καλά εδώ κοιτάζω τις άσχημες και δεν θα κοιτάζω τις ωραίες;» απαντούσε κι έψαχνες να δεις που διάβολο είναι η κάμερα – ο Βουτσάς και καφέ στο Κολωνάκι να έπινε νόμιζες ότι γυρνούσε ταινία.

Τον συναντούσα επίσης συχνά στα εστιατόρια του κέντρου της Αθήνας – καλοφαγάς κι αυτός θεωρούσε υποχρέωση να τιμήσει οποιονδήποτε μάγειρα αποδείκνυε ότι ήξερε την τέχνη. Με ρωτούσε πάντα για την ΑΕΚ και με αποκαλούσε «συνάδερφο» γελώντας. Μια φορά δεν άντεξα και του είπα ότι θα ήταν τιμή μου να είμασταν συνάδερφοι, αλλά κάνω δυστυχώς άλλη δουλειά. «Συνάδερφοι είμαστε» μου είπε «κι εγώ κι εσύ είμαστε από αυτούς που ήρθαμε στη ζωή για να διασκεδάζουμε τον κόσμο». Θα το θυμάμαι σαν το μεγαλύτερο κομπλιμέντο που μου χει κάνει άνθρωπος. Κανένας άλλωστε από τους πολλούς σόουμαν που ξέρω δεν ήταν ποτέ του επτά δεκαετίες υπέροχος.

Σκηνοθέτης του εαυτού του

Γεννημένος στην Αθήνα και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη από γονείς πρόσφυγες ο Κώστας Βουτσάς κι ευτύχησε να κάνει τη δουλειά που του ταίριαζε κι αυτό ήταν το μυστικό της επιτυχίας του. Λένε ότι έπαιζε τον Βουτσά, ότι δηλαδή οι κινηματογραφικοί και θεατρικοί ρόλοι του έμοιαζαν πολύ στον ίδιο τον εαυτό του. Δυσκολεύομαι να το πιστέψω: θα λεγα ότι ήταν κυρίως ένας εξαιρετικός σκηνοθέτης του εαυτού του – κι αυτό, πιστέψτε με, είναι κάτι άλλο. Ισως ο «Κλέαρχος» στο «Κάτι να καίει» κι ο «Κώστας Καλιακούδας» στο «Κορίτσια για φίλημα» να έχουν κάμποσα κοινά, αλλά μοιάζουν ελάχιστα στο «Λευτέρη Τσαμπαρδή» που ήταν ο «Φίλος μας ο Λευτεράκης» και στον «Αγησίλαο Ωνάση» τον υπάλληλο ξενοδοχείο που παρίστανε τον δισεκατομμυριούχο. Ισως ο «Χαράλαμπος Γκίζας» κι ο «Ρένος Καρανίκας» να ήταν ο ίδιος κακομαθημένος αληταράς που έπαιζε στον «Κατήφορο» και στο «Νόμο 4000», αλλά δεν έχουν καμία σχέση με τον «Ευλάμπιο Μαντέκα» τον «Δασκαλάκο που ήταν λεβεντιά». Σίγουρα κανείς από όλους αυτούς δεν έχει σχέση με τον «Ευθύμιο Κοπέογλου» ή τον «Ονειροπαρμένο» που είχε μαμά την κυρία Τουμπουζίτσου.

Ο Βουτσάς περιδιαβαίνει για δεκαετίας σε κινηματογραφικά σετ, τηλεοπτικές σειρές και θεατρικές παραστάσεις χτίζοντας κατά καιρούς ρόλους ολότελα διαφορετικούς και με ένα μαγικό τρόπο τους φέρνει στα υποκριτικά του μέτρα: σε ένα σινεμά όπου όλοι πατεντάρονται οι πατέντες του Βουτσά είναι αναρίθμητες – αν προσθέσει κανείς και τους θεατρικούς του ρόλους θα μείνει άναυδος. Εχει επίσης το καταπληκτικό χάρισμα του ποπ τραγουδιστή που μετατρέπει σε απόλυτο σουξέ το σχεδόν τίποτα: τι θα πει φσσσσστ μπόινγκ; Τίποτα! Κι όμως γελάς. Πόσο αστείο μπορεί να είναι να παραγγέλνεις ουίσκι με σαλαμάκι; Μάλλον καθόλου. Όταν όμως ο Βουτσάς το ζητά από την Κατίνα και πεντακόσιες φορές να το έχεις ακούσει είναι αδύνατο να το προσπεράσεις. Ποιος μπορεί να κάνει κάποιον να γελάσει λέγοντας «με λένε Ράμογλου κι έχω και κότερο». Νομίζω κανείς. Κι όμως ο Βουτσάς μετατρέπει την ατάκα σε μια από τις πιο κλασικές του ελληνικού κινηματογράφου. Γιατί είναι ο Βουτσάς.

Ντόναλντ, Κλαρκ Γκέιμπλ, Βουτσάς

Είναι μόνο αυτό ο Βουτσάς; Όχι φυσικά. Η περσόνα του και η περιήγηση του στον κόσμο του θεάματος σφραγίζουν, όχι απλά την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, αλλά το ίδιο το αντρικό life style, πολύ πριν κατανοήσουμε ότι κάτι τέτοιο υπάρχει. Πόσοι μπορούν να είναι ωραίοι σαν τον Αλέκο Αλεξανδράκη; Λίγοι – τέτοιοι ωραίοι είναι σπάνιοι. Πόσοι μπορεί να έχουν την Βουγιουκλάκη της γειτονιάς γιατί είναι μάγκες σαν τον Δημήτρη Παπαμηχαήλ; Ελάχιστοι. Πόσοι μπορεί να έχουν την γοητεία του Αντρέα Μπάρκουλη, τη σκληράδα του Γιώργου Φούντα, την τσαλακωμένη ομορφιά του Νίκου Κούρκουλου; Μόνο οι τυχεροί για τους οποίους για δεκαετίες λειώνουν τα κοριτσόπουλα. Αλλά υπήρχαμε πάντα κι εμείς οι πολλοί, οι όλοι άλλοι. Και για μας ο Κώστας Βουτσάς ήταν πάντα είδωλο: η απόδειξη ότι η επιτυχία του αρσενικού δεν έχει να κάνει μόνο με την πρόζα, το νταϊλίκι, την μαγκιά και την σκληράδα, αλλά και με το χιούμορ, την ευστροφία, το θράσος, την πονηριά, την ικανότητα να δείχνεις σε μια γυναίκα το πόσο ωραία θα περάσει μαζί σου και μόνο.

Ο Βουτσάς μας πήρε από το χέρι σαν μεγάλος αδερφός και μας έμαθε ότι για κάθε Ζωίτσα Λάσκαρη με την οποία δεν έχεις πιθανότητες υπάρχει μια Μάρθα Καραγιάννη που θα σε κυνηγάει, αν ξέρεις τι να κάνεις και που παρεμπιπτόντως είναι και θεά - κουκλάρα. Ο υπέροχος αυτός γυναικάς που υπήρξε μπαμπάς και παππούς ταυτόχρονα μας υπενθύμιζε ότι πρέπει να ζεις τη ζωή κάθε μέρα και μέχρι τέλους κι ότι αν το κάνεις θα είσαι πάντα ο μεγάλος κι απόλυτος πρωταγωνιστής της δικής σου ζωής: η δική του ήταν σίγουρα συναρπαστική – αλλά μην αδικείς και τη δική σου.

Η ζωή είναι ωραία

Τον Κώστα Βουτσά θα τον αποχαιρετήσουν οι δικοί του άνθρωποι. Θα πουν για αυτόν ωραίες ιστορίες, θα τον κλάψουν. Εμείς οι υπόλοιποι που απλά τον αγαπάμε θα συνεχίσουμε να τον αγαπάμε, γιατί από τη δική μας ζωή δεν θα φύγει ποτέ. Θα είναι πάντα εκεί στην οθόνη της τηλεόρασης, σε κάθε ηλικία, έτοιμος να μας θυμίζει με τους ρόλους του ότι η ζωή είναι ωραία…