Ομολογώ ότι, εν μέσω θριάμβων στο μπάσκετ, μου έχει καθίσει πολύ άσχημα η ήττα της Εθνικής ομάδας από την Δανία: χρόνια είχε να με προβληματίσει τόσο πολύ ένα αποτέλεσμα. Διάβασα κι άκουσα διάφορα από την Δευτέρα το βράδυ ψάχνοντας απαντήσεις σε απορίες. Πρώτα άκουσα τον ίδιο τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Στην αναμενόμενη ερώτηση για το εάν θα άλλαζε κάτι αν ξανάπαιζε το ματς είπε τα εξής: «Βαρύ για μας το αποτέλεσμα και κακή εικόνα, εικόνα που δεν την είχαμε μέχρι τώρα σε αυτές τις διοργανώσεις. Μπορούμε να μάθουμε αρκετά, όμως το θέμα είναι να βρούμε τον λόγο που είχαμε τόση νευρικότητα και πολλά λάθη. Δεν ήμασταν καθόλου στο γήπεδο, δεν είχαμε οργάνωση.(…)». Όπως κανείς καταλαβαίνει ο κόουτς αρνήθηκε να απαντήσει. Περιορίστηκε να επισημάνει πράγματα που όλοι είδαμε και δεν είπε τι θα άλλαζε, δηλαδή τι πήγε λάθος. Που σημαίνει ή ότι πιστεύει πως δεν έκανε κανένα λάθος στην προσέγγιση του ματς ή ότι δεν είχε καταλάβει μετά το παιγνίδι τι λάθος έκανε. Πιστεύω κυρίως το δεύτερο.
Το έχουν πάθει όλοι
Έγινε αρκετά αυστηρή κριτική στον Ιβάν Γιοβάνοβιτς μετά το ματς. Κατανοητό. Ο ομοσπονδιακός προπονητής σίγουρα δεν είδε σωστά το παιχνίδι. Όμως αυτό που έπαθε η Εθνική μας δεν είναι η πρώτη φορά που της συμβαίνει ώστε να ρίξουμε όλη την ευθύνη του Γιοβάνοβιτς. Και δεν συμβαίνει μόνο στην Εθνική. Ολες οι μεγάλες ελληνικές ομάδες σε ευρωπαϊκές διοργανώσει έχουν γνωρίσει πολύ σκληρές ήττες μετά από σερί θετικών αποτελεσμάτων.
Ο Παναθηναϊκός κάποτε κέρδισε τον Αγιαξ στο Άμστερνταμ και για να αγωνιστεί στον τελικό του Τσάμπιονς λιγκ έπρεπε απλά να μην ηττηθεί στην Αθήνα: έχασε τελικά 0-3. Μετά ήρθαν κι άλλες ανάλογες βραδιές – αποκλεισμοί σε ρεβάνς από ομάδες όπως η Οντένσε, η Μακάμπι, η Πόρτο, η Μπράγα κτλ. Ο Ολυμπιακός υποδέχθηκε κάποτε την Άρσεναλ την οποία είχε κερδίσει στο Λονδίνο έχοντας στη διάθεσή του δύο αποτελέσματα για να συνεχίσει στο Τσάμπιονς λιγκ: περνούσε με νίκη και ισοπαλία - έχασε κι αυτός 0-3. Του συνέβη κι άλλες φορές (με την Μέταλιστ, την Φράιμπουργκ, την Αντερλεχτ κτλ). Ο ΠΑΟΚ έχει αποκλειστεί με ήττες στην Τούμπα μετά από σερί προκρίσεών σε προκριματικά Τσάμπιονς λιγκ από ομάδες που λέγονται Μπενφίκα, Στουτγάρδη, και Αγιαξ αλλά και Κρασνοντάρ και Μάλμε και Μέταλιστ. Στην Τούμπα χάνοντας από την Μαρσέιγ με 1-2 το 2022 έχασε την ευκαιρία να φτάσει στον ημιτελικό του Conference League μετά από μια ήττα με 1-0 στην Μασσαλία που έμοιαζε ανατρέψιμη. Η ΑΕΚ την χρονιά που έπαιξε πολύ ωραίο ποδόσφαιρο με τον Αλμέιδα αποκλείστηκε χάνοντας στην έδρα της στα play off του Τσάμπιονς λιγκ από την Αντβέρπ παρά την καλή της εμφάνιση στο πρώτο παιχνίδι στο Βέλγιο.
Υπάρχουν πολλές τέτοιες αποτυχίες. Το κοινό σε αυτές είναι ότι οι ελληνικές ομάδες παρουσιάζονται συνήθως απροετοίμαστες για την δυσκολία που έχουν μπροστά τους – συνήθως στην έδρα τους. Με διαφορετικούς προπονητές, διαφορετικούς παίκτες, διαφορετικό στυλ παιχνιδιού την έχουν πατήσει με τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιο λόγο.
Στατιστικά και πραγματικά απίθανο
Είναι όλοι προπονητές ακατάλληλοι στο να προετοιμάσουν ομάδες ικανές να πάρουν αποτελέσματα εντός έδρας σε μια στιγμή μάλιστα που όλα δείχνουν ότι πάνε καλά; Δεν μπορώ να το πιστέψω. Καβαλάνε το καλάμι όλοι οι Ελληνες ποδοσφαιριστές μετά από ένα μικρό σερί θετικών αποτελεσμάτων και καταρρέουν μπροστά στον πρώτο αντίπαλο που τους βάζει δύσκολα; Δύσκολο. Και άντε ας πούμε ότι τα μυαλά των Ελλήνων ποδοσφαιριστών μπορεί να φουσκώσουν, γιατί οι δημοσιογράφοι γράφουν υπερβολές, γιατί παρασύρονται από την οπαδική υπεραισιοδοξία, γιατί απλά δεν μπορεί να σηκώσουν το βάρος της αποστολής αφού στο ελληνικό πρωτάθλημα δεν αντιμετωπίζουν ομάδες που παίζουν ποδόσφαιρο κάνοντας παρατεταμένη κατοχή μπάλας πρεσάροντάς και δημιουργώντας. Να το δεχτώ κι αυτό. Αλλά οι ελληνικές ομάδες είναι γεμάτες από ξένους παίκτες και μάλιστα από παίκτες που πριν να έρθουν στην Ελλάδα έχουν παίξει κι αλλού. Η δε ομάδα του Γιοβάνοβιτς στην ραχοκοκαλιά της έχει παίκτες που αγωνίζονται στο εξωτερικό και μάλιστα κάποιοι δεν έχουν παίξει ποτέ στο ελληνικό πρωτάθλημα. Πως γίνεται λοιπόν να δείχνουν όλοι ανικανότητα στην διαχείριση της ευθύνης; Σε αυτά τα ματς οι ελληνικές ομάδες μοιάζουν να έχουν παίξει όλες με τους ίδιους παίκτες και τους ίδιους προπονητές.
Πολλές διαφορές, μια ομοιότητα
Η αλήθεια είναι ότι όλες αυτές οι ιστορίες καταρρεύσεων δεν είναι κοινές. Κατά περίσταση έχουν συμβεί στις ελληνικές ομάδες τελείως διαφορετικά πράγματα. Θυμάμαι ότι όταν ο Παναθηναϊκός κέρδισε 0-1 τον Αγιαξ στο Αμστερνταμ ο Βαν Γκααλ έβγαινε κάθε μέρα και έλεγε ότι η ελληνική ομάδα είναι τεράστιο φαβορί για την πρόκριση και ότι για τον Αγιαξ η αποστολή που λέγεται Τσάμπιονς λιγκ έχει σχεδόν τελειώσει. Μετά το ματς είπε πολύ κυνικά ότι ήταν βέβαιος ότι με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργούσε στους παίκτες του Παναθηναϊκού ακόμα μεγαλύτερο άγχος. Είχε δίκιο, αλλά βρισκόμασταν στο 1995 - σήμερα λογικά η διαχείριση της πίεσης θα έπρεπε να είναι ευκολότερη καθώς οι εμπειρίες των παικτών είναι μεγαλύτερες.
Θυμάμαι επίσης ότι όταν ο Ολυμπιακός είχε χάσει από την Άρσεναλ 0-3 στο Καραϊσκάκη (ενώ προκρίνονται ακόμα και με ισοπαλία) είχα ρωτήσει έναν από τους συνεργάτες του Σίλβα γιατί ο κόουτς είχε εμφανίσει μια τόσο πολύ επιθετική εντεκάδα. Μου είχε πει ότι ο Πορτογάλος ήταν βέβαιος ότι ο Ολυμπιακός θα σκοράρει και ότι αυτό το ένα γκολ αρκούσε για να του δώσει τουλάχιστον την ισοπαλία. Παραδόξως την ίδια ακριβώς εξήγηση μου είχαν δώσει και για το παιχνίδι που κάποτε έχασε ο Ολυμπιακός από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με 3-0 στο Ολ Τράφορντ με προπονητή τον Μίτσελ και μετά από μια νίκη του στο Καραϊσκάκη με 2-0. Και τότε η εξήγηση ήταν ότι ο Ισπανός ήθελε να δει την ομάδα του να βάζει ένα γκολ και ότι ήταν βέβαιος πως έτσι θα έπαιρνε την πρόκριση. Για την κάποτε βαριά ήττα του ΠΑΟΚ από την Μπενφίκα στην Τούμπα (1-4) μετά από ισοπαλία στο πρώτο ματς και δυο ευρωπαϊκές προκρίσεις καλοκαιριάτικα μου είχε δοθεί μια άλλη εξήγηση: τότε ο Λουτσέσκου ήταν βέβαιος πως η άμυνα του δεν θα δεχτεί γκολ και ότι η νίκη θα ήταν απλή υπόθεση αν ο ΠΑΟΚ προηγηθεί. Προηγήθηκε. Και κατέρρευσε.
Δυο απλά συμπεράσματα
Όλα αυτά για να είμαι ειλικρινής με δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο στο να έχω μία εξήγηση για το τι ακριβώς έχει συμβεί σε αυτές τις ιστορίες. Καταλήγω σε δυο συμπεράσματα. Το πρώτο είναι ότι οι ελληνικές ομάδες πέφτουν θύματα μιας παράξενης σιγουριάς που γεννιέται μετά τα θετικά αποτελέσματα: της σιγουριάς ότι έκαναν ένα βήμα μπροστά και πλέον όλα εξαρτιόνται από δαύτες. Λαχταράμε τόσο πολύ να αλλάξουμε επίπεδο που νομίζουμε ότι το έχουμε καταφέρει μόνο και μόνο γιατί τρέχουμε ένα μικρό σερί. Παραμυθιαζόμαστε κομμάτι μόνοι μας. Και μετά, οδυνηρά, ανακαλύπτουμε ότι δεν είναι έτσι.
Όπως μου αρέσει να λέω η προετοιμασία ενός παιχνιδιού έχει καταλήξει να είναι κάτι σημαντικότερο και από το ίδιο το ματς. Ξέρετε γιατί; Γιατί αυτή η προετοιμασία απαιτεί πολλά. Δεν έχει να κάνει μόνο με το αμιγώς αγωνιστικό κομμάτι αλλά και με το μυαλό και με την ψυχολογία των παικτών. Μοιάζει μάλιστα τόσο πολύπλοκη που ίσως είναι αδύνατον να την κάνει ένας άνθρωπος, όσο καλός προπονητής και να είναι. Οποιος πιστεύει πως μπορεί να τα καταφέρει μόνος του βλέπει καταρρεύσεις. Όλα αυτά θα πρεπε να μας οδηγήσουν στο συμπέρασμα πως χρειάζονται ακόμα καλύτερα τιμ, ακόμα πιο πολλοί ειδικοί, ακόμα πιο πολλοί γνώστες. Αλλά ποιος προπονητής που δουλεύει στην Ελλάδα μπορεί να το δεχτεί αυτό, όταν πιστεύει πως δουλειά του είναι να μην ακούει κανένα;
Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι οι αντίπαλοι ασχολούνται πολύ με τις ελληνικές ομάδες – ειδικά όταν πρέπει να τις αντιμετωπίσουν εκτός έδρας. Περιμένουν πως τα ματς θα είναι δύσκολα και πράττουν αναλόγως. Η Δανία πχ σε σχέση με το ματς με την Σκοτία άλλαξε πολύ. Οι ελληνικές ομάδες πληρώνουν κατά κάποιο τρόπο την εντύπωση πως έχουν δύσκολες έδρες: όλοι τις μετράνε προσεχτικά και τις υπολογίζουν πολύ. Αυτά τα αποτελέσματα είναι και λίγο αποδείξεις ότι η φήμη και η εικόνα των ελληνικών ομάδων είναι καλύτερη από αυτή που νομίζουμε. Το λέω και το ακούω ως παρηγοριά.
Γράφτηκε πολύ ότι η ήττα της Εθνικής είναι μάθημα κτλ κτλ. Δεν ξέρω αν είναι. Αυτό που ξέρω είναι ότι πρόκειται για καμπανάκι συναγερμού ενόψει των ευρωπαϊκών υποχρεώσεων των ελληνικών ομάδων στους μεγάλους πλέον ομίλους. Λάθος προετοιμασία απαγορεύεται. Και γιατί αν σε βρουν χαλαρό, όχι μόνο θα σε κερδίσουν, αλλά θα σε φορτώσουν και γκολ. Οι αντίπαλοι δεν σταματούν. Και τα γκολ στις βαθμολογίες μετράνε.