Ωραίοι, επιτέλους, ως Ελληνες...

Ωραίοι, επιτέλους, ως Ελληνες...


Είναι η πρώτη μέρα της άνοιξης και νομίζω ότι όλοι κάπως διαφορετική την περιμέναμε την εφετινή. Αντί να έχουμε βγει στους δρόμους για να χαρούμε αυτό τον ωραίο ήλιο, που δίνει λάμψη στη μέρα σκεφτόμαστε ότι συμπληρώσαμε μια εβδομάδα σε καραντίνα, συζητώντας σχεδόν αποκλειστικά για τον ιό. Η τελευταία μας συνήθεια, όσων τουλάχιστον μένουμε σπίτι, είναι να απορούμε με όσους αυτό δεν το κάνουν – σε κάποιες περιπτώσεις τους βρίζουμε ή τους καταριόμαστε. Αλλά εγώ δεν θέλω να γράψω τόσο για αυτούς: θέλω σήμερα απλά να υπενθυμίσω πως υπάρχουν πολλοί, πάρα πολλοί, εκατομμύρια πολλοί, που στα μέτρα υπάκουσαν ευλαβικά βάζοντας πάνω από όλα το κοινό καλό. Κι αυτό στην Ελλάδα δεν είναι τόσο συνηθισμένο: για την ακρίβεια είναι πρωτοφανές.

Ο ιός της διαφωνίας

Θυμάμαι κάμποσες εθνικές περιπέτειες και κάμποσες παγκόσμιες, τις οποίες ακόμα κι αν τις ζήσαμε εξ αποστάσεως, πήραμε τελικά θέση. Το κάναμε σχεδόν πάντα με φανατισμό και πάθος – είτε μιλούσαμε για την είσοδο στην ΕΟΚ, είτε για τον εμφύλιο στη Γιουγκοσλαβία χωριζόμασταν πάντα σε στρατόπεδα, μικρά ή μεγάλα. Δεν έχουμε τόσο κουλτούρα ανυπακοής (όπως οι Ισπανοί π.χ) αλλά έχουμε στο αίμα μας τον ιό της διαφωνίας: μας αρέσει τις πιο πολλές φορές να διαφωνούμε για να διαφωνούμε – πιστεύουμε ότι οι ενστάσεις μας απέναντι και στα πιο λογικά πράγματα μας διαφοροποιούν από τους πολλούς και πάντοτε θεωρούσαμε σε αυτή τη χώρα ότι οι μειοψηφίες που διαμαρτύρονται το κάνουν για το λαό. Έχουμε επίσης και μια ευκολία στο να υιοθετούμε απόψεις εξωφρενικές: τον Φεβρουάριο του 2015 οι δημοσκοπήσεις έλεγαν ότι το 16% των Ελλήνων είναι βέβαιο ότι μας ψεκάζουν – στην συνέχεια το ποσοστό μπορεί να μεγάλωσε περισσότερο. Μέσα στην οικονομική κρίση για χρόνια πιστέψαμε του κόσμου τα παράλογα: ακόμα κι ο Σώρρας βρήκε οπαδούς. Οι εκλογές μας, ακόμα και οι δημοτικές στα χωριά μας, είναι σχεδόν πάντα διχαστικές και οι αντιρρήσεις μας είναι πάντα περισσότερες από τις προτάσεις μας. Δεν είμαστε ούτε καλοί, ούτε κακοί: απλά έτσι είμαστε. Νοιώθουμε ότι δυναμώνουμε διαφωνώντας – κυρίως δεν θέλουμε κανείς να μας λέει τι να κάνουμε.

Όσο εγώ θυμάμαι δεν υπήρξε ποτέ απαγόρευση που να γίνει αμέσως σεβαστή, ακόμα κι αν αφορούσε την υγεία: θυμηθείτε πόσο χρόνια πέρασαν για να υπάρξει ένας στοιχειώδης σεβασμός του αντικαπνιστικού νόμου. Εχουμε επίσης την ωραία συνήθεια, όταν υπάρχουν περιορισμοί να ψάχνουμε πως θα τους αποφύγουμε: όταν μπήκε ο δακτύλιος αγοράσαμε δυο αυτοκίνητα – τότε είχαμε και λεφτά. Γενικά θυμάμαι μια ζωή τον Ελληνα να αντιδρά (είτε γιατί ευημερεί και νοιώθει άτρωτος, είτε γιατί ζορίζεται και νοιώθει αδικημένος) και να είναι δύσπιστος απέναντι σε οποιαδήποτε οδηγία που έχει να κάνει ακόμα και με την υγεία του: αν κάτι δεν πάει καλά άλλωστε, δεν φταίει αυτός που κάνει μπάνιο σε παραλίες μολυσμένες, αλλά φταίει το Κράτος που δεν τον προστάτευσε. Ωσπου ήρθε ο ιός. Και οι κάτοικοι αυτής της χώρας όχι μόνο πειθάρχησαν στα μέτρα της Κυβέρνησης, αλλά δεν θεωρούν πια και σπουδαίους και μάγκες όσους δεν πειθαρχούν: τους θεωρούν απλά επικίνδυνους.

Μόλις δεκαπέντε μέρες πριν…

Δεν έγινε τίποτα αμέσως και δεν έγινε τίποτα γιατί συντελέστηκε κάποια εθνική τραγωδία: οι νεκροί ευτυχώς είναι ακόμα ελάχιστοι, αν και ο αριθμός ώρα με την ώρα μεγαλώνει. Όμως είναι ενδιαφέρον πως όσο οι μέρες περνάνε κι όσο τα μέτρα γίνονται σκληρότερα, τόσο μεγαλώνει ο δείκτης της πειθαρχίας και τόσο μικραίνει ο αριθμός των ανυπάκουων. Δεκαπέντε μέρες πριν νομίζω η Ελενα Ράπτη κοινωνούσε για να μας δείξει ότι είναι θεοσεβούμενη και πιστή – σήμερα κάθεται σπίτι και για το ότι σταμάτησαν οι θείες λειτουργίες  δεν λέει κουβέντα. Δεκαπέντε μέρες πριν οι εκκλησιαστικοί άρχοντες δεν συζητούσαν καν για την πιθανότητα να κλείσουν οι εκκλησίες: τελικά το δέχτηκαν σχεδόν αδιαμαρτύρητα. Δεκαπέντε μέρες πριν ο Σταμάτης Κραουνάκης μας διαβεβαίωνε ότι έχει μια αλοιφή που τα θεραπεύει όλα και ισχυριζόταν πως όλα αυτά που ακούγονται είναι υπερβολικά: σήμερα υποθέτω πως μένει σπίτι γιατί δεν τον βλέπω στις τηλεοράσεις να παρέχει επιστημονικές εξηγήσεις. Δεκαπέντε μέρες πριν ο Κυριάκος Βελόπουλος πουλούσε κάτι βυζαντινές κρέμες: σήμερα το σκέφτεσαι και γελάς. Μια μόλις εβδομάδα πριν έγινε επιδρομή στα σουπερμάρκετ και είδαμε εικόνες πανικού: αλλά κι αυτό ακόμα κράτησε μόνο κάτι ώρες – σε χρόνο ρεκόρ όλοι σχεδόν κατάλαβαν πως χρειάζεται απλά ψυχραιμία. Για όσους έχουν ζήσει τις επιδρομές στα σουπερμάρκετ τη δεκαετία του ’80 «για νουνού και μακαρόνια» επειδή έβγαινε για έρευνες στο Αιγαίο το Χόρα, ακόμα κι αυτό που έγινε το περασμένο Σάββατο ήταν λίγο. Δεν έπρεπε φυσικά να γίνει, αλλά έχω δει και πολλά χειρότερα.   

Ισως για πρώτη φορά στην νεότερη ελληνική ιστορία δεν θα χρειαστεί να δοθούν μάχες στο μέτωπο της λογικής γιατί δεν υπάρχουν στρατόπεδα: η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων καταλαβαίνει το πρόβλημα. Δικαίως ανησυχεί. Σίγουρα δεν είναι ευχαριστημένη. Αλλά κάθεται σπίτι χωρίς αντιρρήσεις. Ποιος θα το έλεγε…

Υπάρχουν πάντα όσοι δεν καταλαβαίνουν

Φυσικά υπάρχουν και αρκετοί ακόμα που δεν το κάνουν, αλλά είναι κατά κανόνα ή επιπόλαιοι ή απερίσκεπτοι: θα λεγα μάλιστα ότι είναι ένα μικρό ποσοστό επιπόλαιων και απερίσκεπτων καθώς είναι δεδομένο ότι η χώρα έχει πάρα πάρα πολλούς περισσότερους. Αυτοί που πήραν τα αυτοκίνητα π.χ και φύγαν στα χωριά τους δεν είναι εν τέλει πολλοί, αν τους συγκρίνεις με όσους αυτό θα μπορούσαν να το κάνουν. Κάποιοι από αυτούς είναι άνθρωποι που προτιμούν να περάσουν την καραντίνα στο εξοχικό στο χωριό τους, αγνοώντας (;) ότι εκεί η κοινωνικότητα θα είναι μεγαλύτερη και επομένως και η αντιμετώπιση της επιδημίας δυσκολότερη. Κάποιοι άλλοι απλά δεν καταλαβαίνουν, είτε γιατί δεν το θέλουν, είτε γιατί δεν μπορούν: ο άνθρωπος, όταν αντιμετωπίζει κρίσεις, μπορεί και να μπει σε φάση άρνησης. Φυσικά υπάρχουν και οι τελείως βλαμμένοι που θεωρούν ότι είναι πανίσχυροι, που δεν καταλαβαίνουν τι θα πει «ασυμπτωματικός», που δεν τους φτάνει το μυαλό να κατανοήσουν ότι άθελά τους μπορεί να στείλουν στο νοσοκομείο τη μάνα τους ή τον πατέρα τους ή το γείτονά τους. Είναι στατιστικά λίγοι, είναι φυσικά επικίνδυνοι, αλλά ζουν αναμεσά μας: ας προσευχηθούμε να μην τινάξουν στον αέρα το εγχείρημα της καραντίνας κι ας τους εξηγήσουμε όσο μπορούμε τον κίνδυνο. Αλλά ας αποφύγουμε τον πειρασμό να ακολουθήσουμε το δρόμο της δικής τους απερισκεψίας κι ας μην κάνουμε το πρόβλημα πιο μεγάλο από όσο είναι: το λέω γιατί στα χωριά κυκλοφορούν και κάμποσες καραμπίνες και το μόνο που δεν χρειάζεται είναι να αρχίσουν να εμφανίζονται σερίφηδες, που να κυνηγούν απερίσκεπτους εκδρομείς.

Ψυχραιμία, πειθαρχία, ατομική ευθύνη

Είναι πάρα πολύ νωρίς να γίνει ο οποιοσδήποτε απολογισμός: οι ειδικοί (οι μόνοι που πρέπει να ακούμε) συμφωνούν ότι θα χρειαστούν εβδομάδες οικειοθελούς αποκλεισμού – ίσως να γίνει λίγο πιο δύσκολο το πράγμα, όταν πραγματικά ‘ρθει η άνοιξη κι ο πειρασμός να βγεις μεγαλώσει: τη μεγάλη μάχη με τον εαυτό μας, όσοι δεν θα έχουμε συμπτώματα, θα τη δώσουμε το Πάσχα – είμαι βέβαιος. Αλλά για την ώρα δείχνουμε ψυχραιμία, πειθαρχία και ατομική ευθύνη. Και μπορώ να το πω: ανεξάρτητα από το ποια θα είναι η συνέχεια της δραματικής αυτής ιστορίας και μολονότι είμαι βέβαιος πως θα είναι σκληρή, νοιώθω ξαφνικά μια μεγάλη υπερηφάνεια που είμαστε όλοι σχεδόν μόνοι και συγχρόνως όλοι μαζί. Ωραίοι, επιτέλους, ως Ελληνες…