Στο κοντινό μέλλον θα είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσεις σε κάποιον που δεν είδε το χθεσινό ματς της Εθνικής μας στο Χάμπτον Πάρκ πως αυτή ηττήθηκε από τη Σκωτία με 3-1 χάνοντας πολλές από τις ελπίδες της για πρόκριση στο μουντιάλ του 2026. Η Εθνική του Ιβάν Γιοβάνοβιτς για να τα καταφέρει πλέον πρέπει να συμβούν πολλά και σχεδόν απίθανα. Απίθανο βέβαια έμοιαζε πριν από ένα μήνα να χάσει και τα δυο ματς που είχε μπροστά της, να ηττηθεί δηλαδή και από την Δανία και από την Σκοτία και να δεχτεί μάλιστα έξι γκολ στα δυο αυτά ματς.
Πιστεύω πως παρόλο που η Εθνική μας στα δυο αυτά παιγνίδια δεν είχε ακριβώς την ίδια εικόνα (χθες ήταν πολύ καλύτερη για μια ώρα απέναντι) εν τούτοις ο βασικός λόγος που έφερε την ήττα είναι ίδιος: είναι μια ποιοτική ομάδα (δηλαδή έχει πολλούς παίκτες με καλή σχέση με την μπάλα) αλλά είναι ποικιλοτρόπως soft. Αμυντικά και ψυχολογικά ευάλωτη. Δυστυχώς ικανή να καταρρεύσει μπροστά στην πρώτη αναποδιά. Αυτό κυρίως είδαμε στα ματς με την Δανία στο Καραϊσκάκη, την Σκωτία χθες, αλλά και με την Αγγλία στο ΟΑΚΑ και την Σκωτία στο Καραϊσκάκη. Σε όλα αυτά τα παιγνίδια αρκούσε ένα γκολ των αντιπάλων για να την κλονίσει. Σαν τον μποξέρ που ανεβαίνει στο ρινγκ με την παράξενη βεβαιότητα ότι δεν θα δεχτεί ούτε μια γροθιά και πέφτει νοκ άουτ από την πρώτη που δέχεται.
Τίποτα δεν τελειώνει στο 62΄
Ο Γιοβάνοβιτς σε σχέση με το ματς με την Δανία τελικά άλλαξε απλά τον Κωνσταντέλια με τον Μπακασέτα καθώς η παρουσία του Μασούρα αντί του Καρέτσα (η δεύτερη αλλαγή του δηλαδή) είχε να κάνει με την ίωση που πέρασε ο μικρός και την απουσία του στις προπονήσεις. Ο Μπακασέτας είχε κέφια και παρουσία: νωρίς νωρίς έδωσε στον Παυλίδη μισό γκολ αλλά αυτός δεν πρόλαβε να μπει με την μπάλα στα δίχτυα. Ο Μασούρας δεν κρύφτηκε, κράτησε πίσω τον Ρόμπερτσον και είχε συμμετοχή στο καλό παιγνίδι της Εθνικής μας που βασίστηκε πολύ στην κίνηση στις πλάγιες γραμμές καθότι οι Σκωτσέζοι περιμένοντας την και παίζοντας με πολλούς παίκτες στην άμυνα δεν επέτρεπαν πολύ κάθετο ποδόσφαιρο.
Η ομάδα του Γιοβάνοβιτς ξεκίνησε το δεύτερο ημίχρονο καλύτερα από το πρώτο και στο 62΄, προηγήθηκε με το πρώτο γκολ του Τσιμίκα στην Εθνική (με το δεξί) μετά από μια συνολική προσπάθεια πίεσης στην οποία η μπάλα πέρασε από τα πόδια οκτώ παικτών: αν υπάρχει απόδειξη ποιότητας αυτό το γκολ είναι η καλύτερη. Αλλά δυστυχώς κάπου εκεί η ομάδα πρέπει να πίστεψε ότι το ματς τελείωσε ενώ υπήρχαν 30 λεπτά ακόμα.
Οι Σκωτσέζοι έχουν μόνο δυο τρόπους να παίζουν επίθεση. Ο ένας είναι οι βαθιές μπαλιές και το συνακόλουθο πρέσινγκ από τον ΜακΤόμινι, τον Μακ Γκιν και τον Τσε Ανταμς κι αυτό δεν λειτούργησε. Ο δεύτερος είναι οι στημένες φάσεις: αποδείχτηκε αποτελεσματικός. Μόλις βρέθηκαν πίσω στο σκορ οι γηπεδούχοι βρήκαν δύο γκολ από δυο στημένες φάσεις που κέρδισαν: καθοριστικό το γκολ της ισοφάρισης που ήρθε πριν καλά καλά τελειώσουν τα ελληνικά πανηγύρια. Μόλις στο 64΄ο Κρίστι εκτέλεσε κόρνερ και σκόραρε ο ίδιος (!) κυνηγώντας μια μπάλα που τρεις – τέσσερεις παίκτες της Εθνικής μας δεν κατάφεραν να διώξουν. Στο 80΄ η καταστροφή ολοκληρώθηκε, όταν μετά από μια εκτέλεση φάουλ ο Φέργκιουσον έκανε το 2-1 από την μικρή περιοχή γιατί πάλι κανείς δεν βγήκε στην μπάλα αρχικά και δεν την έδιωξε στη συνέχεια. Και στις δύο φάσεις έγιναν παιδαριώδη λάθη αλλά το χειρότερο έγινε από τον Τζολάκη στο τέλος. Στο 94' έχασε επιπόλαια την μπάλα γλιστρώντας δίνοντας στους γηπεδούχους και στον Ντάικ το τρίτο γκολ κι ενώ προηγουμένως ο δικός τους τερματοφύλακας Ανγκους Γκουν έχει κάνει την επέμβαση της βραδιάς σε μια καταπληκτική προσπάθεια του Καρέτσα που μπήκε στο ματς μαζί με τον Κωνσταντέλια, τον Ιωαννίδη, τον Μουζακίτη και τον Μάνταλο. Μια κεφαλιά για να ισοφαρίσει είχε κι ο Κωνσταντέλιας – αλλά η απόδοση της ομάδας του Γιοβάνοβιτς μετά το 0-1 μικρή σχέση είχε με όσα είδαμε την πρώτη ώρα.
Η ερώτηση είναι βέβαια πάντα γιατί συνέβησαν όλα αυτά. Καταθέτω μερικές εξηγήσεις.
Τρέχει στην κατηφόρα, ανέτοιμη στην ανηφόρα
Ο Γιοβάνοβιτς είπε πριν το ματς πως θα χρειάζεται να αλλάξει τα πάντα στην ομάδα μετά το ματς με την Δανία. Επί της ουσίας άλλαξε μόνο τον Κωνσταντέλια. Τον τρόπο προσέγγισης των παιγνιδιών από ένα προπονητή τον καταλαβαίνεις στα δύσκολα. Ο Γιοβάνοβιτς μοιάζει να μην ενδιαφέρεται για το τι κάνουν οι παίκτες του στις ομάδες που παίρνουν μέρος και κρίνει έχοντας στο μυαλό του αποκλειστικά τις εμφανίσεις τους με την Εθνική. Ο Κωνσταντέλιας με την Δανία δεν ήταν καλός κι έμεινε εκτός. Οι επιστροφές στην βασική ενδεκάδα των Μπακασέτα και Μασούρα δείχνουν πως ο κόουτς πόνταρε στην πείρα τους: δεν είναι παράξενο.
Επειδή μου αρέσει να γράφω για τα παιγνίδια και πριν αυτά γίνουν χθες επεσήμανα δυο πράγματα: το πρώτο ότι δεν είναι απλό για μια ομάδα που λείπει χρόνια από τα τελικά μεγάλων διοργανώσεων να την κουβαλήσουν πολλοί νέοι παίκτες, μολονότι αυτοί είναι τεχνικά πιο προικισμένοι από τους παλιότερους. Το είδαμε και χθες: με τον Ιωαννίδη, τον Κωνσταντέλια, τον Καρέτσα και «κιτρινισμένους» τον Ζαφείρη και τον Κουρμπέλη στο τελευταίο μισάωρο η Εθνική μας έγινε πιο soft. Οι Σκωτσέζοι μετά την ισοφάριση ανέπνευσαν: η ευκαιρία του Κωνσταντέλια, η πρώτη απάντηση της Εθνικής μας στο 2-1 των γηπεδούχων γίνεται 25 ολόκληρα λεπτά μετά το γκολ του Τσιμίκα – το νεκρό αυτό διάστημα είναι μεγάλο για μια ομάδα όπως η Εθνική μας που όταν δεν μπορεί να παίξει και να δημιουργήσει έχει πολλά θέματα.
Αυτό είναι το όριο της: χθες έγραφα ότι καλή είναι η ποιότητα, αλλά δεν ήταν ποτέ αυτή που έδωσε στην Εθνική Ελλάδος τα καλύτερά της αποτελέσματα και ως κατάσταση το να ποντάρει η Εθνική μας στην ποιότητα της για να κερδίσει είναι καινούργιο. Η Εθνική μας έχει όντως κάμποσα προικισμένα παιδιά που ξέρουν να δημιουργούν με την μπάλα στα πόδια. Αλλά η μαχητικότητα της λείπει και μαζί με αυτή απουσιάζει και ο κυνισμός που είναι σε αυτό το επίπεδο χρήσιμος. Η Εθνική μας είναι ωραία στο μάτι όταν έχει την μπάλα: τρέχει στην κατηφόρα. Αλλά σε ένα παιγνίδι υπάρχουν και ανηφόρες. Και για αυτές αυτή η ομάδα αποδείχτηκε ανέτοιμη.
Ένα μεγάλο μάθημα
Το ματς μου θύμισε σε πολλά τα ματς του ΠΑΟ με τους Ρέιτζερς το περασμένο καλοκαίρι. Η Εθνική μας έδειξε για μια ώρα την ποιότητα της. Αλλά σε μια ομάδα δεν αρκεί μόνο η ποιότητα. Οι Σκωτσέζοι ποιότητα δεν έχουν, αλλά μας υπενθύμισαν ότι μια ομάδα πρέπει να έχει μια κεντρική ιδέα και να την υπηρετεί με όλη την πίστη της. Η δική τους είναι το να βασίζεσαι στην άμυνα και να περιμένεις την στιγμή σου. Είναι απλοϊκό ίσως, αλλά το χαμε υιοθετήσει κάποτε κι εμείς με όχι άσχημα αποτελέσματα.
Οι γηπεδούχοι αμύνθηκαν όσο καλύτερα μπορούσαν, κατέθεσαν σκληράδα, είχαν στο μυαλό τους ένα τρόπο για να σκοράρουν και το είδαμε. Κέρδισαν παίζοντας με δυο (!) αριστερά μπακ στην ενδεκάδα (ο Κλαρκ έριξε στο ματς τον Τέρνι για να παίξει μπροστά από τον Ρόμπετσον μετά τις αλλαγές του Γιοβάνοβιτς, γιατί δεν ξέχασε τι του έκαναν ο Καρέτσας και ο Κωνσταντέλιας τον περασμένο Μάρτιο), χωρίς να πάρουν τίποτα από τους ΜακΤόμινι, Τσε Ανταμς, Ρόμπερτσον και Ντόουακ που θεωρητικά είναι οι καλύτεροι παίκτες τους, αλλά με τους Φέργκιουσον και Κρίστι να τρώνε το γήπεδο, τον Σούταρ να διευθύνει όσο καλύτερο μπορούσε την άμυνα και τον Γκαν να κάνει την επέμβαση της βραδιάς. Και δεν έκλεψαν τίποτα και πήραν μεγάλο αβαντάζ για την συνέχεια και μας έδωσαν κι ένα μεγάλο μάθημα.
Η Εθνική μας έχει μπροστά την Δανία. Κυρίως όμως έχει να μάθει πολλά: δεν αρκεί να χαίρεσαι το παιγνίδι, χρειάζεται κι αυτό που λέμε χαρακτήρας. Η Εθνική μας είναι μια πριγκηπέσσα: άλλα θέλει κι άλλα κάνει. Κι έφτασε ως εδώ για να πληρώσει λάθη, στραβά και πάθη. Εχει μόνο να μάθει, αλλά δυστυχώς πιο πολλά από όσα πίστευα…
(Gazzeta, Οκτώβρης του 2025)