Τάιλερ Time

Τάιλερ Time


Η Εθνική μας ομάδα μπάσκετ κέρδισε και τους γηπεδούχους Ιταλούς με τον ίδιο περίπου τρόπο που κέρδισε τους Κροάτες – κι ας ήταν κομμάτι διαφορετικό το παιγνίδι. Όπως και στο ματς της πρεμιέρας η Εθνική μας πήρε ένα μεγάλο αβαντάζ, που της επέτρεψε να φτάσει στη νίκη, παρά την εμφανέστατη κούραση στο φινάλε. Η πρωτιά στον όμιλο μοιάζει δεδομένη, αφού οι αντίπαλοι που απομένουν (Μεγάλη Βρετανία, Εσθονία και Ουκρανία) είναι του χεριού της. Η μεγάλη ελπίδα είναι αυτά τα ματς να βοηθήσουν όσους επέστρεψαν ή θα επιστρέψουν από τραυματισμούς (Παπαγιάννη, Παπαπέτρου, Σλούκα και Κώστα Αντετοκούνμπο) να βρουν ρυθμό. Διότι όσο κι αν είναι ωραία τα πανηγύρια, με εμφανίσεις όπως οι δυο πρώτες το μετάλλιο που όλοι ονειρευόμαστε μπορεί να μείνει όνειρο. Στην Εθνική μας έχει τύχει δυο φορές πολύ πρόσφατα σε μεγάλες διοργανώσεις να αποκλείεται σε νοκ άουτ ματς στο οποίο έχει φτάσει αήττητη. Το υπενθυμίζω για να το ξορκίσω ως ενδεχόμενο.

Από τον Ρίβα στον Φοντέκιο

Το παιγνίδι με την Ιταλία ξύπνησε μνήμες σε μας τους παλιούς που έχουμε ζήσει την άνοδο αυτής της ομάδας στην κορυφή της Ευρώπης από τα γεννοφάσκια της. Την δεκαετία του ’80, αν οι Ισπανοί ήταν ο κακός δαίμονας της ομάδας του Γκάλη και του Γιαννάκη, οι Ιταλοί ήταν αυτό το μεγάλο εμπόδιο που θέλαμε να περάσουμε για να πείσουμε τον εαυτό μας ότι δυναμώσαμε τόσο, ώστε μπορούμε να κοιτάζουμε τους πάντες στα μάτια. Αντίθετα από τους Ισπανούς που παίζουν γρήγορα και μας μπερδεύουν, οι Ιταλοί μας «δέρνουν»: έχουν για χρόνια ομάδες όχι πιο ποιοτικές, αλλά πιο σκληρές κι όσο πιο χαμηλό είναι το σκορ τόσο μεγαλύτερες οι πιθανότητές τους να κερδίσουν. Πριν την ιστορική νίκη κόντρα στον Αντονέλο Ρίβα και τους υπόλοιπους στο Ευρωμπάσκετ του ’87, μετράμε μόνο ήττες: κάποιες νίκες της Εθνικής μας χάνονται στην προϊστορία του μπάσκετ. Μετά το ‘87 τους παίρνουμε τον αέρα έστω κι αν πάντα γίνεται χαμός στα παιγνίδια μας: η αγαπημένη μου νίκη παραμένει μια στο Προολυμπιακό του Ρότερνταμ το 1988 με 91-88 – ένα σόου αξέχαστο του Ρίβα και του Γκάλη. Η δική μας ομάδα ήταν αποκλεισμένη, αυτοί ήθελαν τη νίκη για να προκριθούν, ο Ρίβα έκλαιγε στο τέλος.

Παραδόξως τις δυο τελευταίες φορές που η Εθνική μας είχε συναντηθεί μαζί τους σε Eurobasket είχαν γελάσει αυτοί – λέω «παραδόξως» γιατί όπου αλλού τους βρίσκαμε τους κερδίζαμε. Στη Στοκχόλμη το 2003 και στο Κόπερ το 2013 ήταν πιο διαβασμένοι και κέρδισαν στις λεπτομέρειες – το 2003 (με Μπαζίλε, Ριγκέτι, Μπουλάρα, Ντε Πολ κτλ) είχαν και μια εργατική ομαδάρα καθώς βγήκαν τρίτοι, για να τα λέμε όλα. Μας είχαν κερδίσει και το 1991 στη Ρώμη και μας είχαν κόψει το δρόμο για τρίτο σερί μετάλλιο: όχι όμως χθες. Το να βλέπεις τους Ιταλούς να τρέχουν και να μην φτάνουν, όταν τους έχεις δει πολλές φορές να γελάνε υπεροπτικά στο φινάλε των ματς, είναι πάντα ωραίο.

Προσφορά καθοριστική

Η νίκη της Εθνικής μας έχει βέβαια τη σφραγίδα του Τάιλερ Ντόρσεϊ. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο έκανε πάλι πάρα πολλά και στις δυο πλευρές του παρκέ (25 πόντοι, 11 ριμπάουντ, 3 κλεψίματα) κι ο Αγραβάνης βρήκε τα σουτ που οι Ιταλοί δεν υπολόγιζαν (5 στα 6!) – η προσφορά τους ήταν κάτι παραπάνω από καθοριστική. Αλλά χωρίς την τρέλα και τους 23 χειρουργικούς πόντους του Ντόρσεϊ δεν θα γινόταν τίποτα. Το «Ταίλερ time» του Βαγγέλη Ιωάννου είναι η περίληψη και η εικόνα του ματς. Ειδικά τα τρελά του σουτ στο φινάλε ήταν για τους Ιταλούς τα κροσέ που τους γονάτισαν την στιγμή που φαινόταν πως μπορεί να σηκώσουν κεφάλι.

Ευτυχώς που υπάρχει αυτός

Σκεφτόμουν ότι η Εθνική μας είναι εξαιρετικά τυχερή που έχει τον Ντόρσεϊ γιατί μετά το Γιάννη είναι το είδος του παίκτη που δεν θα μπορούσε να έχει ποτέ. Ο Γιάννης έχει τρομακτικά προσόντα και από τη στιγμή που διάλεξε να παίξει μπάσκετ ήταν περίπου βέβαιο πως θα τον ανακάλυπταν οι Αμερικάνοι και θα τον μετέτρεπαν στον καταπληκτικό παίκτη που είναι σήμερα. Ο Ντόρσεϊ είναι εντελώς άλλη ιστορία: αν δεν μάθαινε το μπάσκετ που παίζει στις ΗΠΑ και είχε την ατυχία να γεννηθεί στην Ελλάδα και να μπλέξει με τους Ελληνες προπονητές, σήμερα η Εθνική μας δεν θα απολάμβανε τις υπηρεσίες του. Απλά θα είχε παραπάνω ένα ακόμα από αυτούς τους Ελληνες γκαρντ, που μετά τα χρόνια του Σπανούλη και του Σλούκα η χώρα παράγει αφειδώς. Και που τρέχουν, μαρκάρουν, παίζουν πικ εν ρόλ, κυλιούνται ως ήρωες στο παρκέ, σταματάνε την ντρίπλα πέντε μέτρα μακριά από τη ρακέτα για να δείξουν το σύστημα και δεν σκοράρουν ποτέ!

https://resources.sport-fm.gr/supersportFM/images/news/22/09/03/3588071_235912.jpg?w=880&f=bicubic

Τον λατρεύω τον Ντόρσεϊ διότι μολονότι πέρασε από την Ευρωλίγκα και δούλεψε με Ελληνες προπονητές ποτέ δεν αρνήθηκε την υπέροχη φύση του και ποτέ δεν προσαρμόστηκε σε τίποτα από όσα του ζητάνε. Είναι ένας σκόρερ που απολαμβάνει το να σκοράρει γιατί μπορεί να το κάνει. Εκβιάζει σουτ καμιά φορά, σουτάρει στα δέκα δευτερόλεπτα ενώ υπάρχει χρόνος για να κυκλοφορήσει η μπάλα, όπως λένε οι τηλεσχολιαστές που ονειρεύονται όλα τα σουτ να γίνονται με τη λήξη του χρόνου για να φωνάζουν ωραία, δεν πασάρει πάντα μολονότι υπάρχει συμπαίκτες του «οπλισμένοι», αλλά όλα αυτά που ζητάμε από τον Ντόρσεϊ να κάνει τα κάνουν όλοι: το θέμα είναι ότι κανείς δεν κάνει όσα ο Ντόρσεϊ. Για αυτό και έχει υπογράψει τις δυο νίκες της πρωτιάς: γιατί στο σχηματοποιημένο, προβλέψιμο και υπεροργανωμένο ευρωπαϊκό μπάσκετ, ο τύπος είναι αυτός που καταστρέφει σχέδια άμυνας που χτίζονται μανιωδώς.

Από τη δική του τρέλα είναι πιθανό να κριθεί και η τύχη της Εθνικής. Να τον «διαβάσουν» αντίπαλοι αποκλείεται – δεν γεννήθηκε κάποιος ικανός να μπει στο μυαλό του. Αν στα κρίσιμα ματς βάλει τα σουτ, όπως συνέβη στα δυο πρώτα ματς, θα πάμε μακριά – κι όχι απλά σε αυτή τη διοργάνωση αλλά σε όλες που η Εθνική μας θα πάρει μέρος με αυτόν στην αποστολή. Γκαρντ σουτέρ όπως είναι αυτός, το σύστημα παραγωγής παικτών που υπάρχει στην Ελλάδα δεν πρόκειται να βγάλει για να αποθέσουμε τις ελπίδες μας πάνω του. Ψηλούς θα έχουμε πάντα, ρολίστες πιο πολλούς από όσους χρειαζόμαστε, αθλητικά «τριάρια» αρκετά, αλλά Ντόρσεϊ αποκλείεται.

https://www.basket.gr/wp-content/uploads/2022/09/CM2_9479.jpg

Τα έκαναν όλα σχεδόν σωστά

Οι Ιταλοί ήταν ένας απίθανος κακός μπελάς. Επαιζαν χωρίς κανονικό «πεντάρι», αλλά ήταν εξαιρετικοί στο γύρω γύρω όλοι και γιατί ο Σλούκας που σιγά σιγά συνέρχεται και ο Καλάθης ήταν δύσκολο να τους ακολουθήσουν. Βρήκαν ένα πρωταγωνιστή, τον Φοντέκιο κι ένα ήρωα της μιας βραδιάς, τον Τόνουτ. Αφησαν σωστά τα σουτ στον ακόμα άρρυθμο Παπαπέτρου κι ευτυχώς δεν ήξεραν τον Αγραβάνη. Ο κόσμος τους γέμισε το γήπεδο κι όλοι ήθελαν να δουν τον Γιάννη (που κατά τα άλλα λατρεύουν) να χάνει. Άλλη τέτοια ομάδα δεν θα βρούμε στο τουρνουά, αλλά ο Ιτούδης πρέπει να προβληματιστεί για δυο πράγματα. Το πρώτο πως ο Γιάννης θα βγει να παίξει και περιφερειακή άμυνα βοηθώντας τον Παπανικολάου – είναι ο μόνος που μπορεί να το κάνει. Και πως σε κλειστά ματς οι επιλογές του τέλους θα είναι πιο λογικές: χθες η μπάλα γύρισε στο φινάλε για να σουτάρει τρίποντο (!) ο Καλάθης και η ομάδα δεν ξόδεψε ούτε τα φάουλ που είχε στην διάθεσή της.

Ο κόουτς που χθες έδωσε χρόνο και στο Λαρετζάκη και που χειρίζεται τον Γιάννη πολύ καλά – το τριαντάλεπτο που μένει στο παρκέ είναι ο σωστός χρόνος – έχει τώρα τρία ματς για να κάνει δοκιμές και προετοιμασία πριν τα νοκ άουτ. Το πρώτο θα είναι εύκολο, στο δεύτερο θα κριθούν τα πάντα…