Μπορεί να το πάρει ο Μέσι μόνος του;

Μπορεί να το πάρει ο Μέσι μόνος του;


Αν η βραδιά της Τρίτης ανήκε στους Αγγλους η χθεσινή είχε ως πρωταγωνίστρια την Μπαρτσελόνα – σε αυτή ήταν τα φώτα στραμμένα. Η Γιουβέντους, το γνωρίζαμε πως θα δυσκολευτεί με τον νεανικό και ενθουσιώδη Αγιαξ. Η ισοπαλία που πήρε από τους Ολλανδούς μεγάλωσε τις πιθανότητες της να προκριθεί, αλλά εξ αρχής έμοιαζε ότι για να αποκλειστεί πρέπει να αυτοκτονήσει. Το μεγάλο ματς ήταν στο Ολντ Τράφορντ διότι η Μπαρτσελόνα δεν θέλει απλά να προκριθεί, αλλά και να κερδίσει το Τσάμπιονς λιγκ. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι ο πιο δύσκολος αντίπαλός της μέχρι τώρα στη διοργάνωση και το ματς περίμενα ότι θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε αν η ομάδα του Ερνέστο Βαλβέρδε είναι έτοιμη να επιστρέψει στο θρόνο της Ευρώπης ή αν το φινάλε της στη διοργάνωση θα είναι άδοξο και φέτος, όπως συμβαίνει από το 2015 και μετά. Η Μπαρτσελόνα κέρδισε, αλλά η απορία μου παραμένει.

Σταθερή περισσότερο από θεαματική

Το γραφα πριν το ματς και στην εφημερίδα. Οσο κι αν ακούγεται παράξενο να το λες για μια ομάδα που ουσιαστικά κατέκτησε το ισπανικό πρωτάθλημα ένα μήνα πριν την ολοκλήρωσή του,  η εφετινή Μπαρτσελόνα προχωρά με όπλο την σταθερότητά της και όχι τόσο την ποιότητα της. Σίγουρα (και) η εφετινή της ομάδα δεν μοιάζει με εκείνη που κατέκτησε το Τσάμπιονς λιγκ για τελευταία φορά. Εκείνη η ομάδα, με προπονητή τον Λουίς Ενρίκε, είχε δώσει μια σπουδαία παράσταση κόντρα στη Γιούβε στον τελικό στο Βερολίνο, και ήταν γενικά η μεγάλη ατραξιόν της  διοργάνωσης σε κάθε περίπτωση. Οι τότε τρεις κυνηγοί της (ο Νεϊμάρ, ο Μέσι και ο Σουάρες) όλο το χρόνο χαλούσαν κόσμο και ήταν θέμα συζήτησης. Εκαναν μπροστά τα πάντα μόνοι τους αφού η μεσαία γραμμή πιο πολύ βοηθούσε την άμυνα παρά την επίθεση. Η Μπάρτσα τότε έχτιζε επιθέσεις, όταν και εφόσον η μπάλα έφτανε στα πόδια του Μέσι και το παιγνίδι της μπορεί να μην θύμιζε πολύ την ομάδα του Πεπ Γκουαρντιόλα, πλην όμως ήταν θεαματικότατο. Η τωρινή είναι μια ομάδα λιγότερο θεαματική και κάπως κυνική. Ικανή, όπως όλες οι ομάδες με πολλούς παίκτες να κερδίσει εύκολα το πρωτάθλημα, χάρη στην καλή διαχείριση του υλικού από τον προπονητή της, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο ικανή να κερδίσει και το Τσάμπιονς λιγκ. Σε αυτό το μεγάλο ρόστερ παίζει μικρότερο ρόλο από το παιγνίδι και τις προσωπικότητες που το υπηρετούν.

Παλιοί και νέοι

Δεν έχει η Μπάρτσα προσωπικότητες; Φυσικά και έχει – το κακό είναι ότι μιλάμε για παλιοσειρές! Ο Μέσι, ο Σουάρες, ο Πικέ, ο Μπουσκέτς, ακόμα κι ο Ράκιτιτς είναι σπουδαίοι παίκτες, αλλά κανείς δεν κουβαλάει τον αέρα του νέου πρωταγωνιστή που αυτή η διοργάνωση έχει ανάγκη. Η Μπάρτσα συνέχισε να προσθέτει καλούς παίκτες στο ρόστερ της: οι τελευταίες μεταγραφές της είναι και ακριβές και ψαγμένες. Πήρε τον Κουτίνιο από την Λίβερπουλ, ενώ πρόσφατα για παίκτες όπως ο Ντεμπελέ, ο Μάλκομ, ο Αρτουρ, ο Βιδάλ, ο Μπόατενγκ ξόδεψε δεκάδες εκατομμύρια. Όμως οι παλιοί είναι πάντα οι καλύτεροι: ακόμα και παίκτες όπως ο Σεμέδο και ο Σέρτζι που προσφέρουν πολλά δεν μπορούν να συγκριθούν μαζί τους.  Με όλους τους «παλιούς» όμως σε κάθε ομάδα υπάρχει πάντα ένα πρόβλημα: φέρνουν την ομάδα στα μέτρα τους. Κι έτσι η ομάδα, η κάθε ομάδα, αρχίζει να εξαρτάται από το κέφι τους – ειδικά η Μπάρτσα εξαρτάται από το κέφι των κυνηγών της: παίζει  με συνεχώς λιγότερη αγωνιστική ένταση.

Αλλαγή του τρόπου

Η χαρακτηριστικότερη απόδειξη αυτής της αλλαγής είναι η «μαραντονοποίηση» του Μέσι, για την οποία έχω γράψει παλιότερα. Ξεκίνησε νομίζω όταν την Μπάρτσα την ανέλαβε κάποτε ο Τάτα Μαρτίνο, που ήταν δική του επιλογή. Από τότε ο Μέσι τρέχει λιγότερο, παίζει πιο πολύ σαν «δεκάρι» παρά σαν κυνηγός – όπως κάποτε ο Ντιέγκο. Τον καιρό του MSN ξεκινούσε στα δεξιά, αλλά η θέση δεν έχει σημασία: μετράει ο τρόπος. Ο Μέσι ψάχνει πλέον την ατομική ενέργεια που θα ανοίξει την αντίπαλη άμυνα και η ομάδα του έχει μάθει αυτό να περιμένει – όμως το παιγνίδι του είναι εκτός μηχανισμού: κάθε φορά βλέπουμε κυρίως εμπνεύσεις. Βέβαια επειδή μιλάμε για τον καλύτερο ίσως ποδοσφαιριστή του καιρού μας εξακολουθεί να σκοράρει πολύ διότι οι ενέργειες αυτές είναι συχνά υπέροχες: φέτος χτυπάει και καταπληκτικά φάουλ. Αλλά η αλλαγή του παιγνιδιού του φαίνεται και ίσως είχε να κάνει και με την κόπωση των συνεχόμενων ματς και με τους μικροτραυματισμούς του: όπως και αν χει, από το 2015 και μετά ο Αργεντίνος προσπαθεί να είναι καθοριστικός παίζοντας σχεδόν μόνο με τη μπάλα ως ο ένας και απόλυτος δημιουργός.

Ο πρακτικός Ερνέστο

Η μεγάλη τύχη της Μπαρτσελόνα ήταν ο Ερνέστο Βαλβέρδε και η πρακτικότητα του. Τρία χρόνια μετά το τελευταίο Τσάμπιονς λιγκ (και με τον Μέσι από τότε να κουβαλάει σχεδόν 150 ματς παραπάνω) ο Βαλβέρδε μετέβαλε το σχήμα σε 4-4-1-1 για να δώσει στο Μέσι ακόμα πιο πολλές ανάσες, ελπίζοντας ότι οι ποιοτικές στιγμές του θα κάνουν την διαφορά σε μια ομάδα αμυντικά πιο προσεχτική – η Μπάρτσα πρεσάρει λιγότερο, περιμένει πιο πολύ, δεν έχει πρόβλημα ν αφήσει τη μπάλα στον αντίπαλο, όπως έκανε και με την Ατλέτικο το περασμένο Σάββατο. Η Μπάρτσα κάνει μικρότερη κατοχή μπάλας κι επομένως και λιγότερες οργανωμένες επιθέσεις. Περιμένει πιο πολύ για να έχει καλύτερη κάλυψη στα μετόπισθεν και όλα αυτά της αρκούν για να κερδίζει στο πρωτάθλημα ομάδες κατά κανόνα χειρότερές της. Αλλά τα ερωτηματικά για το Τσαμπιονς λιγκ παραμένουν. Χθες στη φάση του γκολ που σημειώνει θυμάται το παλιό της παιγνίδι: κοιμίζει την γηπεδούχο με μια σειρά από πάσες. Αλλά το κάνει σπάνια πια.

Η ερώτηση είναι αν μπορεί

Για να είμαι δίκαιος η διαφοροποίηση του παιγνιδιού της Μπαρτσελόνα δεν ξεκίνησε με τον Βαλβέρδε: ξεκίνησε από τη στιγμή που ο Γκουαρντιόλα έφυγε. Με τη φυγή του Πεπ, αργά αλλά σταθερά, η Μπάρτσα άλλαξε ρότα. Ο Γκουαρντιόλα έδιωχνε όποιον δεν πρέσαρε και δεν πάσαρε γρήγορα, ακόμα κι αν λεγόταν Ιμπραϊμοβιτς. Όταν ο κόουτς έφυγε, η Μπάρτσα σταμάτησε να βγάζει παίκτες από τις Ακαδημίες κι άρχισε να γεμίσει με καλούς παίκτες, που όμως δεν έχουν διδαχτεί το ποδόσφαιρι της Μπαρτσελόνα στη Μασία. Θα μπορούσαν να το μάθουν; Είναι δύσκολο - ειδικά όταν και οι παλιοί της ομάδας μεγαλώνοντας το άφησαν στην άκρη Ο Βαλβέρδε προσπαθεί πολύ να μετατρέψει σε πλεονέκτημα το καινούργιο χαρακτηριστικό της ομάδας – το γεγονός δηλαδή ότι δεν χρειάζεται να κάνει μεγάλη κατοχή μπάλας για να σκοράρει. Αλλά έτσι ο Μέσι γίνεται ακόμα πιο καθοριστικός: πέρυσι το μοναδικό κακό του ματς – αυτό με τη Ρόμα - έφερε ένα αποκλεισμό! Η ερώτηση που πλέον αφορά το Τσάμπιονς λιγκ δεν είναι αν μπορεί να το κερδίσει η Μπάρτσα, αλλά αν μπορεί να το κερδίσει ο Μέσι. Που να με κάψει ο Θεός, αλλά τον βλέπω να παίζει και στη Μπάρτσα όπως περίπου και στην Εθνική Αργεντινής…