Ενα παιδί μετράει τα άστρα

Ενα παιδί μετράει τα άστρα


Ο Ολυμπιακός κόντρα στα προγνωστικά κέρδισε εύκολα την ΑΕΚ, και της έδωσε κι ένα καλό μάθημα. Το τελικό 3-0 με το οποίο επικράτησε κατέδειξε πιο πολύ κι από τις δικές του αρετές όλες τις αδυναμίες της ΑΕΚ, αδυναμίες που αφορούν τη νοοτροπία κυρίως. Ο πρωταθλητής δεν έλυσε ως δια μαγείας τα αγωνιστικά του προβλήματα: πιθανότατα την επόμενη αγωνιστική στη Νέα Σμύρνη να έχει πάλι μεγάλες δυσκολίες κόντρα στον Πανιώνιο. Όμως ο θρίαμβος στο πρώτο ντέρμπι της χρονιάς ήρθε για να βοηθήσει τους πάντες να καταλάβουν πως όλα είναι για την ομάδα πιο απλά όταν την παίρνει από το χέρι το τελευταίο μεγάλο «δεκάρι» που έχουμε σε αυτή τη χώρα και που λέγεται Κώστας Φορτούνης.

Αντιμετωπίζονται ως νούμερα

 Η παραγωγή «δεκαριών» που παρατηρείτε στην Ελλάδα τελευταία συνέβη κόντρα στη γενικευμένη αντίληψη που υπάρχει για το ποδόσφαιρο, σε παράγοντες, προπονητές αλλά και οπαδούς μετά το θρίαμβο του 2004. Εκείνο το θαύμα παγίωσε την αντίληψη ότι οι Ελληνες μπορεί να παίξουν ποδόσφαιρο μόνο με ένα δεδομένο τρόπο, ο οποίος είναι ένα κακέκτυπο των παραδόσεων της ιταλικής σχολής. Παγιώθηκε ντε φάκτο στο μυαλό αρκετών ότι οι αρετές του Ελληνα ποδοσφαιριστή είναι το πάθος, η συγκέντρωση, ο τσαμπουκάς, το όποιο τσαγανό, η πονηράδα, η θέληση για νίκη. Όλα αυτά είναι όντως αρετές. Αλλά δεν μπορεί να είναι οι μόνες πάνω στις οποίες οικοδομείται (και παιδεύεται να προκόψει) ποδοσφαιρικά μια χώρα.  Μετά το 2004 το «παίζω για το αποτέλεσμα αδιαφορώντας για το θέαμα» έγινε κανόνας. Παλιότερα στην Ελλάδα ο αγωνιστικός κυνισμός ήταν κατακριτέος. Πιθανότατα με τις υπερβολές μας να αδικούσαμε καλούς επαγγελματίες, αλλά η απαίτηση ήταν να παιχτεί ποδόσφαιρο. Στον ΠΑΟ ο κόσμος δεν αγαπούσε τον κυνικό Πεζάολα, ή τον Μπένγκστον  που παρουσίαζαν «τετράγωνες» ομάδες. Λάτρευε τον Οσιμ (κι ας μην κέρδισε τίποτα), τον Γκμοχ (γιατί η ομάδα έπαιζε ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας), τον Μπόμπεκ που κάποτε έδινε ευκαιρίες σε πιτσιρικάδες. Στον Ολυμπιακό κάποτε τον Μπιγκον τον διώξανε με τις κλωτσιές. Αν υπήρχε τώρα και κέρδιζε το πρωτάθλημα, θα πρόβαλαν ως μυθικό το κατόρθωμά του να παρουσιάσει ένα Ολυμπιακό που δεν δέχτηκε γκολ για κοντά δέκα ματς! Στην ΑΕΚ και τον ΠΑΟΚ δεν είχαν πρόβλημα με το ποδόσφαιρο του Σάντος όσο αυτός κέρδιζε: και τώρα τον αγαπούν και καλά κάνουν, αλλά η ζημιά που έκανε δημιουργώντας τη λατρεία για το 1-0 είναι τεράστια.  Αυτή η νοοτροπία οδηγεί και σε μια συγκεκριμένη παραγωγή ποδοσφαιριστών. Θες να δεις το γιο σου να κάνει καριέρα; Καν τον αμυντικό χαφ ή στόπερ και θα στον αξιοποιήσουν όλοι οι προπονητές. «Δεκάρια», ακραία χαφ, ακόμα και ακραία μπακ με τάσεις επιθετικές, σε αυτή τη χώρα αντιμετωπίζονται ως «νούμερα».          

 Να τον στρώσουμε

Μην συγκρίνουμε την Ελλάδα με την Ιταλία. Εκεί βγάζουν σκληρούς αμυντικούς αλλά η χώρα παραληρεί μόνο για «δεκάρια» ή φορ περιοχής. Οι Ιταλοί λατρεύουν τους τεχνίτες και τους υπολογίζουν και τους σέβονται τόσο πολύ, ώστε εμπνεύστηκαν συστήματα και τακτικές για να τους κάνουν τη ζωή δύσκολη. Εμείς τους τεχνίτες τους θεωρούμε περίπου «νούμερα» και δεν τους επιτρέπουμε ούτε καν μια ντρίπλα παραπάνω αν είναι Ελληνες. Όταν ο Γιώργος Σαμαράς είχε ξεκινήσει να βάζει γκολ στη Χέρενφέιν ένας φίλος Ελληνας διεθνής έλεγε ότι «πρέπει να τον πάρει ο Γερμανός τώρα στην Εθνική για να τον στρώσουμε». Που σε απλά ελληνικά σημαίνει να τον ψήσουμε να κόψει τις ντρίπλες, να μάθει να δίνει αμέσως τη μπάλα οριζόντια και να μην επιχειρεί το επιπλέον, το γοητευτικά περιττό. Αυτό κυρίως είναι ασυγχώρητο: έχω τη βεβαιότητα ότι τον Κριστιάνο Ρονάλντο και τον Ροναλντίνιο πχ κάποιοι από τους ήρωες του Euro δεν θα τους ήθελαν για συμπαίκτες. Ακόμα και τον Βασίλη τον Τσάρτα κάμποσοι συμπαίκτες του τον αντιμετώπιζαν σαν ιδιαίτερη περίπτωση. Ηταν ένας αδιόρθωτος τρελός ανάμεσα σε ορθολογικούς εργάτες.

 Τρελός με το δέκα

Ενας τρελός είναι και ο Φορτούνης: ένας τρελός με το «δέκα» κι ας μην έχει ακόμα φορέσει τη φανέλα με το νούμερο, που από παιδάκι ονειρεύεται. Στις δηλώσεις στη Nova μετά το τέλος του ματς είναι αφοπλιστικά ειλικρινής: ισχυρίζεται ότι θέλει να παίζει ελεύθερος πίσω από το φορ και ότι στο πλάι καταπιέζεται – το λέει μετά από ένα ματς που και όταν από το πλάι επιχειρεί (ακόμα και από δεξκιά) σπέρνει τον πανικό. Το λέει χωρίς να έχει απόλυτη γνώση του τι έχει κάνει, αλλά έχοντας απόλυτη βεβαιότητα του πως θέλει να παίζει. Γιατί ο Φορτούνης, όπως όλα τα «δεκάρια» είναι πρώτα από όλα «δεκάρι» στο μυαλό: έχει χτίσει στο μυαλό του το ρόλο του από μικρός και οτιδήποτε άλλο απλά δεν τον αφορά. Ο Φορτούνης δεν αντιμετωπίζει το ποδόσφαιρο ορθολογικά, αλλά αισθητικά  - ίσως και χωρίς να το ξέρει. Για τον ίδιο υπάρχει μόνο ένας ρόλος, μόνο ένας τρόπος, μόνο μια θέση: η θέση του.

Πολλά στο μέλλον

Θα ζήσουμε πολλές ποδοσφαιρικές ιστορίες με πρωταγωνιστή το Φορτούνη στο μέλλον: ο τύπος καλά καλά δεν είναι ακόμα 24 χρονών. Αυτή τη στιγμή η πιθανότητα να κάνει καριέρα τεράστια είναι περίπου ίδια με την πιθανότητα να γίνει ένας ωραίος ιδιαίτερος αρτίστας, ένας από εκείνους τους παίκτες που στη μέρα τους κάνουν θαύματα, αλλά που ποτέ δεν είναι δεδομένο ποια είναι η μέρα αυτή.  Το «δέκα» είναι ο συνηθέστερος αριθμητικός συμβολισμός του άριστα και το «δεκάρι» στο ποδόσφαιρο πρέπει να είναι όσο πιο κοντά στο άριστα γίνεται. Το «δεκάρι» πρέπει να έχει κυρίως ποιότητα και να προσπαθεί εκ φύσεως και χαρακτήρα να κάνει το παιχνίδι όλων καλύτερο, να θέτει δηλαδή την ποιότητά του στην υπηρεσία της ομάδας: αυτό έκανε ο Φορτούνης κόντρα στην ΑΕΚ. Το αν ωστόσο θα κάνει την καριέρα που πρέπει εξαρτάται από κάτι άλλο: από το αν θα καταφέρει να κάνει το βηματάκι μπροστά και να γίνει ηγέτης πραγματικός κι αυτό με τα «δεκάρια» δεν είναι ποτέ δεδομένο, αφού πολλές φορές η εσωστρέφεια τους δεν τους επιτρέπει να ολοκληρωθούν. Τα μεγάλα «δεκάρια» ήταν άνθρωποι της λογικής «εγώ είμαι εδώ». Οι ηγετικές τους ικανότητες έκαναν την ποιότητά τους ωφέλιμη: χωρίς αυτές το πράγμα θα κατρακυλούσε προς τη φιγούρα, που είναι το αντίθετο του ποδοσφαίρου. Γιατί το ποδόσφαιρο μολονότι είναι και θέαμα, εν τούτοις παραμένει κυρίως ένα άγριο παιχνίδι ικανοτήτων και στρατηγικής.

 Αν αγαπήσει τη φανέλα

 Το Δομάζο τον αποκαλούσαν «Στρατηγό» για το ηγετικό της παρουσίας του: χωρίς αυτό το χαρακτηριστικό η ποιότητά του θα ήταν χωρίς αντίκρισμα. Ο Μαραντόνα, χωρίς τη σχεδόν μανιακή ανάληψη πρωτοβουλιών στα δύσκολα, θα ήταν ένας μεγάλος επιδειξίας. Ο Πελέ, αν κρυβόταν πίσω από επιδείξεις τεχνικής χωρίς να ζητάει τη μπάλα στους τελικούς των Μουντιάλ, θα ήταν ακατανόητος αρτίστας. «Δεκάρι» ήταν ο Ζιντάν, που πάντα δήλωνε παρών στα δύσκολα. «Δεκάρι» ήταν ο Ριβάλντο, «δεκάρι» ήταν ο Κακά: υπέγραφαν νίκες. «Δεκάρια» όμως ήταν και πάρα πολλοί που μετέτρεπαν απλά παιγνίδια σε μεγάλα προσωπικά σόου και μετά χάνονταν στο λαβύρινθο της εσωστρέφειας, παίζοντας για τα μπράβο της εξέδρας, αδυνατώντας να γίνουν ηγέτες. «Δεκάρια» χαρισματικά, που ποτέ δεν ωρίμασαν, έχουμε δει πολλά: αν δεν έκαναν το παραπάνω βήμα είναι γιατί το μυαλουδάκι τους δεν τους το επέτρεψε. Η καλλιτεχνική ανεμελιά τους έγινε η φύση τους, το προσωπείο αντικατέστησε το πρόσωπο.

Ο Κώστας Φορτούνης είναι ένα χαρισματικό παιδί που μετράει τα άστρα. Μπορεί να γίνει μεγάλο αστέρι: έχει όλα τα προσόντα. Πρέπει απλά να λυθεί πιο πολύ, να δουλέψει περισσότερο, να σκληρύνει λιγάκι στο βλέμμα, να μάθει να ελέγχει τους ενθουσιασμούς του και τις απογοητεύσεις του. Αν αγαπήσει τη φανέλα του Ολυμπιακού και της Εθνικής λίγο περισσότερο από όσο αγαπάει τον ρόλο του, θα γίνει ηγέτης: αυτό είναι το απλό μυστικό. Όχι της επιτυχίας, αλλά της καταξίωσης. Που είναι κάτι σημαντικότερο…