Συνιστώ ψυχραιμία

Συνιστώ ψυχραιμία


Εχει φουντώσει η συζήτηση για τον Ολυμπιακό του μπάσκετ, που έχει μπερδέψει φέτος τον κόσμο του. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ σήμερα υπάρχει στο πρόγραμμα και μια συζήτηση ανάμεσα στους μετόχους της ομάδας, τους αδερφούς Αγγελόπουλους, με τον προπονητή Γιάννη Σφαιρόπουλο, που θα κληθεί να εξηγήσει τι συμβαίνει. Η θέση του είναι δύσκολη. Εγώ απλά συνιστώ ψυχραιμία.   

Εχει τρελάνει τον κόσμο

Ποιος είναι ο πραγματικός Ολυμπιακός; Αυτός που κερδίζει την Ρεάλ και την ΤΣΣΚΑ βάζοντας 90 πόντους ή αυτός που χάνει από την Μπάμπεργκ ενώ δυσκολεύεται να βάλει 70; Αυτός που ρίχνει τριάντα πόντους στην Μακάμπι ή αυτός που χάνει χωρίς να παίξει με την Χίμκι και την Μπασκόνια; Εγώ λέω ότι σε κάθε περίπτωση ο Ολυμπιακός είναι ένας και όλα αυτά είναι τα πεπραγμένα του. Θετικά και αρνητικά.  

Εχω κάνει από την αρχή διάφορες επισημάνσεις για την ομάδα του Σφαιρόπουλου: ομολογώ ότι τίποτα από ότι συμβαίνει δεν μου προκαλεί κάποια έκπληξη. Για να κατανοήσει κάποιος τι συμβαίνει στον Ολυμπιακό πρέπει να έχει λίγη γνώση του κύριου χαρακτηριστικού του παιγνιδιού του: ο Ολυμπιακός δεν είναι ούτε μια ομάδα που παίζει σούπερ άμυνα (γιατί αν ήταν τέτοια δεν θα έχανε ματς με τριάντα πόντους διαφορά), ούτε είναι ομάδα που δεν ξέρει να παίζει επίθεση (γιατί αν αυτό συνέβαινε δεν θα κέρδιζε με επιθετικά ρεσιτάλ ομάδες όπως η Ρεάλ, η ΤΣΣΚΑ, η Φενέρ, η Χίμκι). Το χαρακτηριστικό του Ολυμπιακού είναι ότι για να κερδίσει πρέπει να κάνει ματς μεγάλης έντασης: αυτό συμβαίνει τα τελευταία χρόνια. Η ένταση φαίνεται πιο πολύ στην άμυνα και η άμυνα δημιουργεί καταστάσεις επίθεσης: στο σετ παιγνίδι οι ιδέες δεν είναι πολλές. Αν οι παίκτες του Ολυμπιακού δεν πιέζουν ασφυκτικά, δεν κουράζουν τον αντίπαλο και δεν βγαίνουν από το γήπεδο έχοντας δώσει ό,τι έχουν, ο Ολυμπιακός έχει πρόβλημα: είναι ελάχιστα τα ματς στην Ευρωλίγκα που κερδίζει διαδικαστικά – φέτος χωρίς αίμα και ιδρώτα εκτός έδρας δεν έχει κερδίσει κανένα που να θυμάμαι. Ακόμα και με ομάδες όπως η Αρμάνι, η Βαλένθια, η Εφές, οι νίκες του ήρθαν μετά από ένα ξόδεμα ενέργειας, που έχει κάνει τον Στρέλνιεκς πχ να δηλώσει κουρασμένος. «Αλλα χρόνια αυτό μου συνέβαινε όταν βρισκόμασταν στο τέλος Φεβρουαρίου κι όχι τον Ιανουάριο» είπε χαρακτηριστικά.

Ξόδεμα και αποτελέσματα

Αυτό το υποχρεωτικό ξόδεμα ενέργειας από το πρώτο κιόλας ματς της σεζόν έχει δυο αποτελέσματα: το πρώτο ότι όταν η ομάδα αδειάζει, η πτώση της απόδοσής της είναι θεαματική – αυτό συμβαίνει τώρα και μην σας ξεγελούν διάφορα ξεσπάσματα σε εντός έδρας ματς απέναντι σε μέτριες ομάδες, που δεν πιστεύουν πως στο ΣΕΦ μπορούν να διεκδικήσουν το παραμικρό. Το δεύτερο πρόβλημα είναι οι τραυματισμοί και κυρίως οι καθυστερημένες επιστροφές των παικτών. Ενας παίκτης κουρασμένος και άδειος, όταν παθαίνει ένα διάστρεμμα πχ, επιστρέφει μόνο όταν νοιώθει ψυχολογικά έτοιμος. Σε κάποιες περιπτώσεις, στον τραυματισμό του Μακ Λιν π.χ, αρκεί ένα απλό χτύπημα αντιπάλου για να προκαλέσει ένα πρόβλημα που ένας φορμαρισμένος παίκτης θα ξεπερνούσε με μια ένεση πχ. Και σε άλλες, όταν προκύπτει η κόπωση εμφανίζονται πόνοι στη μέση ή στα γόνατα, που κάποιος αθλητής μπορεί να κουβαλάει από προηγούμενες περιπέτειες. Τα βλέπουμε όλα.

 

Τίποτα από αυτά δεν είναι παράξενο: το κακό είναι ότι όποιος απλά παρακολουθεί τον Ολυμπιακό όλα αυτά τα περιμένει. Κι όταν τα βλέπει, αναρωτιέται πως διάβολο γίνεται να μην τα περιμένουν όσοι έχουν τις τύχες της ομάδας.

Ξέρουν να διαλέγουν

Πάμε παρακάτω. Επειδή το τι μπορεί κανείς να περιμένει από τον Ολυμπιακό είναι σχετικά απλό, θα περίμενε κανείς ένα καλύτερο χτίσιμο του ρόστερ. Ο Ολυμπιακός θέλει να τρέχει από την αρχή, όταν οι άλλοι ακόμα περπατάνε, και να τρέχει κι ακόμα περισσότερο στο τέλος, όταν στα καθοριστικά ματς τρέχουν και οι άλλοι. Τι προϋποθέτει αυτό; Ότι στη διάρκεια της χρονιάς η ομάδα θα γίνει ακόμα καλύτερη. Η εξέλιξη μια ομάδας είναι σαν ένα τρένο: η προηγούμενη σεζόν είναι το βαγόνι που περνάει και η επόμενη αυτό που ακολουθεί. Τι είχε δείξει η προηγούμενη σεζόν; Ότι για να αντέξει ο Ολυμπιακός μέχρι το τέλος, παίζοντας σταθερά το μπάσκετ της υψηλής έντασης που ξέρει, χρειάζεται στον περίφημο κορμό του να προσθέσει παίκτες που να μπορούν με τη σειρά τους ως σολίστες σε δεδομένες στιγμές να κάνουν κι αυτοί τη διαφορά βοηθώντας τους Ελληνες παίκτες του. Την χρονιά του Ιβκοβιτς π.χ προστέθηκαν στον Σπανούλη, στον Πρίντεζη, στον Αντιτς, στον Παπανικολάου, στον Σλούκα, στον Μάντζαρη, στον Χάινς, ο Λο και ο Ντόρσεϊ, που αποδείχτηκαν υπερχρήσιμοι. Φέτος ο Ολυμπιακός απέκτησε πάλι συμπληρωματικούς και όχι πρωταγωνιστές ξένους – με τη διαφορά ότι ο Σπανούλης και ο Πρίντεζης δεν είναι πιά 30 χρονών. Επιπλέον αντί να κλείσουν περσινές τρύπες είδαμε κι άλλες. Δείτε πχ την γραμμή των ψηλών. Αν λείψει ένας από τους Μιλουντίνοφ, Μακ Λιν γίνονται τα απερίγραπτα πειράματα, αφού ο Μπόγρης παίζει συνήθως όταν τα ματς τελειώνουν. Λένε ότι τα χρήματα που δίνει για ξένους ο Ολυμπιακός είναι λίγα. Ισως. Αλλά δεν είναι λιγότερα από αυτά που δίνει η Μπάμπεργκ, ο Αστέρας, η Μάλαγα, η Βαλένθια, η Μπασκόνια, ακόμα και ο ΠΑΟ. Ολοι έχουν ξένους που στον Ολυμπιακό θα ήταν βασικότατοι γιατί έχουν ανθρώπους που ξέρουν να διαλέγουν παίκτες.

Λέγονται κουταμάρες

Όταν ο Ολυμπιακός ξεμείνει από βενζίνη και ενέργεια, όπως εδώ και κανά δίμηνο, μπορεί να χάσει ακόμα και ματς στο ελληνικό πρωτάθλημα: δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη αδυναμίας. Είναι κουταμάρα να λέγεται ότι τα χάνει γιατί έτσι κι αλλιώς είναι δεύτερος – δεύτερος είναι γιατί τα χάνει.

Η λογική λέει πως με ξένους που προσφέρουν λίγα, με ένα πρόγραμμα βουνό και τους Σπανούλη και Πρίντεζη μακριά από τον καλό τους εαυτό, η συνέχεια είναι ακόμα πιο δύσκολη. Στο πρόγραμμα υπάρχουν ματς εκτός έδρας με ΤΣΣΚΑ, Ρεάλ και Παναθηναϊκό, ενώ είναι πλέον κατανοητό σε όλους πως και στο Βελιγράδι ή στη Μάλαγα ο Ολυμπιακός θα φτύσει αίμα για να κερδίσει – αν τα καταφέρει. Δεν θα είναι επίσης απλά στο ΣΕΦ τα ματς με την Φενέρ, την Ζαλγκίρις, ακόμα και την Μπαρτσελόνα, έστω κι αν είναι αποκλεισμένη ή αποδεκατισμένη. Η λογική λέει ότι με ήττα στο Βελιγράδι την άλλη Παρασκευή η τετράδα γίνεται δύσκολη υπόθεση – αλλά για μια στιγμή: από πότε η λογική και ο Ολυμπιακός πάνε μαζί; Αν κάτι μας διδάσκει η πρόσφατη ιστορία είναι ότι ο Ολυμπιακός είναι συνηθισμένος και υποχρεωμένος να κάνει υπερβάσεις: αν μπορείς κάτι τέτοιο να το περιμένεις από μια ομάδα, οφείλεις να τον πιστεύεις.

Λάθος συζητήσεις

Η συζήτηση για τον Σφαιρόπουλο αυτή τη στιγμή είναι λάθος: έπρεπε να γίνει το περασμένο καλοκαίρι ψύχραιμα και ήρεμα – κακώς δεν έγινε. Οι εξηγήσεις που δόθηκαν για την περσινή κατάρρευση είχαν την πικρή γεύση της δικαιολογίας: το κακό ξεκίνησε από εκεί. Τώρα η ομάδα πρέπει να βρει τη φόρμα της και να προσπαθήσει να κάνει ό,τι μπορεί, άλλωστε πάντα στον Ολυμπιακό η πίστη ήταν σημαντικότερη από τη λογική – ας μην το ξεχνάμε.
Κι ας μην ξεχνάμε και κάτι άλλο: δεν χρειάζεται καμία απολύτως γκρίνια για τους Αγγελόπουλος. Εγώ είμαι πρώτα από όλα με αυτούς, όπως και με τον καθένα που στην Ελλάδα συντηρεί εταιρίες που μπαίνουν μέσα. Διότι προπονητή και παίκτες βρίσκεις: «κορόιδα» να συντηρούν ομάδες, δεν υπάρχουν πια σε αυτή τη χώρα. Πριν αρχίζουμε να ουρλιάζουμε ας το χουμε στα υπόψην μας…