Ο χαμένος ισπανικός δρόμος...

Ο χαμένος ισπανικός δρόμος...


Οι χθεσινοβραδινές ήττες του Ολυμπιακού και του ΠΑΟΚ ήταν αναμενόμενες – μάλιστα και οι δυο έχασαν, όπως ακριβώς θα περίμενε κάποιος που παρακολουθεί τις δυο ομάδες. Ο Ολυμπιακός έκανε ένα αξιοπρεπέστατο ματς απέναντι σε μια καλή ομάδα όπως η Μπέτις δείχνοντας για μια ακόμα φορά τις αδυναμίες του στο σκοράρισμα: με λίγη τύχη θα μπορούσε να πάρει κι ένα βαθμό από τη γηπεδούχο, που ωστόσο ήταν καλύτερή του, αφού έχασε πέναλτι και εκτός από το γκολ είχε κι άλλες ευκαιρίες. Ο ΠΑΟΚ αντιθέτως παράτησε το ματς σε χρόνο ρεκόρ: μετά την αποβολή του Χατσερίντι στο 7ο λεπτό, το μόνο που είχε ενδιαφέρον ήταν πότε θα σταματήσει η Τσέλσι. Ευτυχώς για τον ΠΑΟΚ σταμάτησε σχετικά νωρίς – το 4-0 θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο. Για την αγωνιστική εικόνα των ομάδων δεν υπάρχουν πολλά να πεις – δράττομαι της ευκαιρίας για δυο γενικότερα σχόλια.

Μια ισπανική ομάδα

Ο Ολυμπιακός έχασε ένα ακόμα ματς στην Ισπανία. Από τότε που τον θυμάμαι στη Ισπανία χάνει: δυο ισοπαλίες σε ομίλους του Τσάμπιονς λιγκ με την Κορούνια δεν είναι παρά οι τυπικές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Ο Ολυμπιακός δεν χάνει στην Ισπανία μόνο από τα μεγαθήρια που λέγονται Ρεάλ Μαδρίτης, Μπαρτσελόνα κι Ατλέτικο, αλλά χάνει από όποια ομάδα βρίσκει μπροστά του. Εχει χάσει κι από την Βαλένθια, την Σαραγόσα, την Λεβάντε, την Τενερίφη και ίσως κι από άλλες που ούτε που θυμάμαι. Είναι σαν κάθε φορά που πατάει το πόδι του στην Ισπανία κάποιος Θεός να τον τιμωρεί γιατί δεν καταλαβαίνει πως θα πρεπε να παίζει ισπανικό ποδόσφαιρο: να έχει την νοοτροπία και την αγάπη για το θέαμα, που χαρακτηρίζει το ποδόσφαιρο των Ισπανών.

 

Πάντα πίστευα ότι ο Ολυμπιακός έπρεπε να βλέπει τον εαυτό του σαν μια ισπανική ομάδα που τυχαία βρέθηκε στην Ελλάδα. Εχει πολύ και πιστό ποδοσφαιρόφιλο κόσμο που θέλει να έχει λόγο ακόμα και για τα διοικητικά της ομάδας: είναι (μαζί με τον Αρη) η μόνη ομάδα στην οποία το σύστημα των μελών δούλεψε. Είναι ομάδα έδρας – πάντα τέτοια ήτανε. Αντιμετωπίζει στο ελληνικό πρωτάθλημα κατά βάση ομάδες που του αφήνουν την μπάλα κι επομένως θα έπρεπε με αυτή να ξέρει τι να κάνει. Στον κόσμο του αρέσουν οι μεταγραφές και τα νέα παιδιά: ακριβώς όπως και στους Ισπανούς που τρελαίνονται και με τα δυο. Η βασική διοικητική επιλογή θα πρεπε να είναι το πώς ο κόσμος που πάει στο γήπεδο θα διασκεδάσει, ακριβώς γιατί το κοινό του Ολυμπιακού είναι μεγάλο και έχει υπάρξει από πολύ νωρίς αρκετά χορτασμένο από τίτλους. Στον Ολυμπιακό, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην Ισπανία, πάντα αγαπούσαν τους παίκτες πιο πολύ από τους προπονητές και πάντα ήθελαν τρελούς με την ομάδα προέδρους.

Η απόδειξη της θεωρίας  

Η τεράστια απόδειξη αυτής της θεωρίας που βρίσκεται στο μυαλό μου εδώ και δεκαετίας ήταν και παραμένει ο Ερνέστο Βαλβέρδε. Είναι ο καλύτερος προπονητής που έχει δουλέψει στον Ολυμπιακό, αυτός που στο κοινό της ομάδας έδειξε ένα δρόμο, αυτός που εκμεταλλεύτηκε την έδρα της καλύτερα ίσως από όλους. Τον Ολυμπιακό στον ισπανικό δρόμο προσπάθησε να τον κρατήσει και ο Μίτσελ - αλλά ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος κι όταν είδαν στροφές μπροστά τον φοβήθηκαν. Προσοχή: όταν μιλάω για ισπανικό ποδόσφαιρο δεν αναφέρομαι απαραίτητα στο τίκι τάκα του Γκουαρντιόλα (που δεν το βλέπεις πια ούτε από τη Μπαρτσελόνα). Αναφέρομαι σε ένα ποδόσφαιρο στο οποίο η δημιουργία είναι σημαντικότερη από την άμυνα, οι συνεργασίες είναι κανόνας και η συμμετοχή όλων στην ανάπτυξή έχει μεγαλύτερη σημασία από την ατομική ενέργεια. Αναφέρομαι σε ένα ποδόσφαιρο στο οποίο όταν χτίζεις μια ομάδα ξεκινάς από την επίθεση: ψάχνεις πρώτα ποιοι είναι αυτοί που θα βάλουν τα γκολ κι έπειτα όλα τα υπόλοιπα. Αναφέρομαι σε ένα ποδόσφαιρο στο κέντρο του οποίου είναι ο πιστός θεατής κι όχι απαραίτητα ο φανατικός οπαδός. Δεν λέω ότι είναι το καλύτερο ποδόσφαιρο του κόσμου, αλλά πιστεύω ότι είναι αυτό που ιστορικά ταιριάζει στον Ολυμπιακό και το καταλαβαίνεις και από την ευκολία με την οποία σε αυτόν προσαρμόζονται οι Ισπανοί παίκτες: ανεξάρτητα από το πόσο ικανοί είναι, όλοι τους (από τον Φουστέρ και τον Ορμπάιθ μέχρι τον Ρομπέρτο και τον Μποτία) εδώ πέρασαν υπέροχα και εδώ σε πρώτη ευκαιρία επιστρέφουν. Κάθε φορά που ο Ολυμπιακός πάει στην Ισπανία χάνει, γιατί δεν τολμά να ακολουθήσει το δρόμο των Ισπανών – κι αυτό δεν είναι κριτική στον Πέδρο Μαρτίνς που κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί με το υλικό που έχει. Μιλάω γενικότερα.

Είναι η χρονιά του

Κάτι γενικό θέλω να πω και για τον ΠΑΟΚ. Οι ευρωπαϊκές του εμφανίσεις μέχρι τώρα είναι εντυπωσιακά διαφορετικές: άσπρο και μαύρο, όπως τα χρώματα της φανέλας του. Ο ΠΑΟΚ που το καλοκαίρι έπαιξε σπουδαία παιγνίδια με τη Βασιλεία και την Σπάρτακ Μόσχας και που άντεξε στο Ντα Λουζ απέναντι στην Μπενφίκα, στη φάση των ομίλων έχασε δυο φορές από την Βίντι και στα ματς με την Τσέλσι παραλίγο να χρειαστεί αριθμητήριο. Η διαφορά της απόδοσης σε αυτά τα ματς είναι πραγματικά γιγάντια, όπως ακριβώς και η διαφορά της προσέγγισής τους.

Χθες ο Ρασβάν Λουτσέσκου κάνει κάτι απίθανο: μετά την αποβολή του Χατσερίντι χρησιμοποιεί ως στόπερ τον Βέρνμπλουμ και είναι σαν να λέει στην Τσέλσι ότι άμα θέλει μπορεί να βάλει και δέκα γκολ. Οι Λονδρέζοι ουσιαστικά σταμάτησαν στο πρώτο ημίχρονο: στο δεύτερο όρεξη είχαν μόνο τα πιτσιρίκια τους κι έφτανε ένα από αυτά, ο Οντόι, για να βάλουν άλλα δυο γκολ. Όμως παρόλο που ο ΠΑΟΚ έχει τέσσερις ήττες σε πέντε ματς (και μάλιστα πικρές και δίκαιες διότι σε κανένα από αυτά δεν ήταν καλός) παραμένει ζωντανός στο κυνήγι της πρόκρισης, γεγονός που, αν μη τι άλλο, μαρτυρά μια ρέντα χωρίς προηγούμενο! Πιστεύω πως θα καταφέρει να προκριθεί απλά κερδίζοντας δυο φορές την Μπάτε: είμαι βέβαιος γιατί φέτος είναι η χρονιά του.

Τελικός με τη Μίλαν

Πιθανότατα η εικόνα των δυο ομάδων ήταν αυτή που ήταν χθες βράδυ εξαιτίας ενός ματς που ακολουθεί κι ενός ματς που προηγήθηκε. Ο Ολυμπιακός γνωρίζοντας ότι έχει μπροστά ένα τελικό με τη Μίλαν, ό,τι κι αν γίνει στη Σεβίλλη, έπαιξε αρκετά ανοιχτά κυνηγώντας μια ισοπαλία που θα του έκανε ευκολότερο το ματς του μεγάλου φινάλε. Ο ΠΑΟΚ γνωρίζοντας ότι η Βίντι έχασε, έκανε στο Λονδίνο τουρισμό και γύρισε με τέσσερα γκολ στις αποσκευές του. Ο Ολυμπιακός θα πρεπε να δικαιωθεί τουλάχιστον για τον ιδρώτα του. Αλλά ποιος είπε ότι το ποδόσφαιρο είναι δίκαιο;