Ιταλοί, «ma chi sono questi?»

Ιταλοί, «ma chi sono questi?»


Αδύνατον να καταλάβεις τους Ιταλούς και τις θεαματικές μεταμορφώσεις τους αν δεν τους έχει ζήσει. Δυο ωστόσο πράγματα που χαρακτηρίζουν την παράξενη αυτή ποδοσφαιρική φυλή είναι απολύτως κατανοητά. Το πρώτο ότι οι ποδοσφαιριστές και οι προπονητές τους γουστάρουν να παίζουν άμυνα και οι υποστηρικτές τους χαίρονται, αν η άμυνα αυτή είναι αποτελεσματική, όσο ψυχοφθόρα κι αν είναι. Το δεύτερο ότι όσο μεγαλύτερη είναι η δυσκολία του ματς, τόσο μεγαλύτερη είναι και η πιθανότητα να τους δεις να ανατρέπουν τα προγνωστικά. Υπό αυτό το πρίσμα το ματς με το Βέλγιο είναι ένα κλασσικό παιγνίδι της ιταλικής ποδοσφαιρικής ιστορίας: πολλοί ήταν αυτοί που τους θεωρούσαν ξεγραμμένους, αλλά αυτοί ήξεραν ότι αν παίξουν σωστά άμυνα μπορεί να γυρίσουν το πράγμα. Όπως και έγινε. Να παρατηρήσω και κάτι ακόμα που έδωσε στο ματς την εικόνα μιας άλλης εποχής: την τεράστια διαφορά σωματικών προσόντων μεταξύ των δυο ομάδων. Αν ο ζούσε ο μακαρίτης ο Τζιάνι Μπρέρα, θεωρητικός του κατενάτσιο, αλλά και μεγάλος σχολιαστής, είναι σίγουρο ότι θα περιέγραφε το ματς μεταξύ της Ιταλίας και του Βελγίου ως μια αναμέτρηση ανάμεσα σε αγροτόπαιδα από τον Πάδο, τη Λομβαρδία και τη Νάπολι, μικροκαμωμένα αλλά σκληροτράχηλα που λέγονται Νταρμιάν, Τζακερίνι, Ντε Σίλιο, Ιμόμπιλε κτλ και την βασιλική φρουρά του Ναπολέοντα που εμφανίστηκε με γίγαντες με παράξενα ονόματα: Αλντερβάιρελντ, Βερμάελεν, Βερτόνγκεν, Βίτσελ, Φελαϊνί,  Λουκάκου κτλ. Αν οι γίγαντες νικήθηκαν, θα κατέληγε ο Μπρέρα, είναι γιατί το φούτμπολ παίζεται με το μυαλό.

Καρδιά, μυαλό, πρωτιά

Διάβαζα χθες βράδυ τα πρώτα σχόλια στην Γκαζέτα Ντελο Σπόρτ: «μια μεγάλη πρεμιέρα δεν εγγυάται την κατάκτηση του τροπαίου», έγραφαν οι ανταποκριτές από το μέτωπο «αλλά αυτό που μετράει είναι ότι η Ιταλία με καρδιά και μυαλό είναι πρώτη». Καρδιά, μυαλό και πρωτιά – μέσο, τρόπος και στόχος: αυτό το τρίπτυχο του σκοπού είναι το ιταλικό ποδόσφαιρο. Η (μόνιμη) απορία πολλών είναι πότε αυτό το «Εν τούτο νίκα» εμφανίζεται και λειτουργεί και πότε πάει στην άκρη κι ακολουθούν χαστούκια από ομάδες όπως η Κόστα Ρίκα πχ. Η απάντηση είναι απλή: όταν δεν υπάρχει μυαλό, ειδικά οι Ιταλοί είναι αδύνατο να φτάσουν σε οποιοδήποτε αποτέλεσμα – άλλοι, πιο τεχνητές, πιο δυνατοί, πιο προικισμένοι και χωρίς μυαλό κερδίζουν. Ετούτοι όχι.

Να κάνει την ερώτηση

Για να καταλάβετε το ιταλικό ποδόσφαιρο πρέπει ν ακούσετε ένα Ιταλό, (οποιονδήποτε Ιταλό) να κάνει την ερώτηση «ma chi sono questi?» όταν αναφέρεται σε αντιπάλους. Κατά λέξη η ερώτηση σημαίνει «και ποιοι είναι ετούτοι;» αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτό που έχει σημασία δεν είναι οι λέξεις, είναι η εκφορά τους. Η ίδια ακριβώς ερώτηση μπορεί να περιέχει απορία, αλλά μπορεί να είναι από μόνη της κι απόδειξη θάρρους. Μπορεί να γίνεται ώστε κάποιος να εξηγήσει τον αντίπαλο και τις δυνατότητες του, μπορεί όμως να χρησιμοποιείται και για να φανούν οι υπερβολές, που έχουν να κάνουν με την παρουσίαση των δυνατοτήτων του αντιπάλου. Το «και ποιοι είναι ετούτοι;» μπορεί να είναι ερώτηση κι απάντηση: το «ποιοι είναι» σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζουμε σε δαύτους τίποτα που θα πρεπε να μας προβληματίσει. Αυτή είναι η ιστορία του ματς Ιταλία – Βέλγιο, αλλά και η ουσία πολλών άλλων ιταλικών ιστοριών. Όταν η ερώτηση θ ακουστεί η απάντηση δεν είναι ποτέ δεδομένη: μπορεί να οδηγήσει σε εφησυχασμό (και στραπάτσα σαν αυτά στην Απω Ανατολή ή στην Νότιο Αφρική) και μπορεί να οδηγήσει και σε αντιδράσεις που φέρνουν τρόπαια ή έστω νίκες απρόσμενες, όπως η χθεσινή.

Κανείς δεν τους υποτίμησε

Κάπου πήρε το μάτι μου ότι το Βέλγιο υποτίμησε, λέει, την Ιταλία: ας γελάσω. Δεν υπάρχει καμία ομάδα στον κόσμο που να υποτίμησε ποτέ της τους Ιταλούς: όλοι ξέρουν με τι διαβόλους έχουν να κάνουν κι όποιος μπόρεσε να τους συντρίψει ποτέ δεν τους χαρίστηκε. Δεν είχε κανένα ρόλο το ταλαντούχο Βέλγιο χθες: όλο το παιγνίδι ήταν μια σκηνοθεσία των Ιταλών – από τον Κόντε μέχρι τον Ιμόμπιλε όλοι έκαναν το κομμάτι τους, χωρίς μάλιστα κανείς να μπορεί να ισχυριστεί ότι έκανε κάτι παραπάνω. Στη συγκεκριμένη ιστορία οι Ιταλοί, όχι απλά δεν τους φοβήθηκαν τους πολυδιαφημισμένους Βέλγους, αλλά δεν ασχολήθηκαν και μαζί τους παρά ελάχιστα: το παιγνίδι τους έκαναν. Οι Ιταλοί ασχολούνται με τους Γερμανούς, τους Ισπανούς, τους Αγγλους, τους ξάδερφους Γάλλους, τους Βραζιλιάνους, τους Αργεντίνους: οι Βέλγοι ποιοι είναι; Η για να το πω στη γλώσσα τους «ma chi sono questi;». Κι από πού προκύπτει ότι σε ένα ματς μαζί τους είναι και φαβορί; Κέρδισαν ποτέ κανένα παγκόσμιο κύπελλο; Εχουν μια προσωπικότητα σαν τον Μπουφόν; Και θα τολμούσε ποτέ προπονητής τους να εμφανιστεί με περουκίνι όπως ο Κόντε;

Τις απαντήσεις τις έδωσαν ο Τζακερίνι και ο Πελέ, αλλά μην βιάζεστε να πιστέψετε ότι θα κάνουν κι ένα μεγάλο τουρνουά. Μπορούν άνετα να χάσουν από Σουηδούς και Ιρλανδούς και μετά να αναρωτιούνται κλαψιάρικα αυτή τη φορά «ma chi sono questi?». Αυτή είναι η απλή, αλλά περιπετειώδης προσέγγιση του ποδοσφαίρου  από τη μεριά τους. Πάντα ιδιαίτερη, πάντα της μόδας.