Η υψοφοβία του ΠΑΟ

Η υψοφοβία του ΠΑΟ


Η σχέση των οπαδών με τους προπονητές δεν είναι πολύ διαφορετική από τις άλλες σχέσεις: έχει και πάθος και πίεση, και κατανόηση και μουρμούρα. Αλλά να είμαστε δίκαιοι με τους ανθρώπους και να εκτιμάμε σωστά τις καταστάσεις. Κανείς δεν είναι υπεράνω κριτικής ωστόσο καλό είναι να μην ξεχνάμε τα δεδομένα. Το λέω γιατί δεν μου αρέσει το είδος της κριτικής που ασκείται εδώ και λίγο καιρό στον Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Κάθε φορά που ο ΠΑΟ χάνει ένα ματς πολλοί εστιάζουν απλά στα λάθη του. Λες κι αν ήταν άλλος στην θέση του ο ΠΑΟ θα κέρδιζε ασταμάτητα.  

Να ξεκαθαρίσω ότι δεν θεωρώ πως στον Γιοβάνοβιτς ασκείται υπερβολική κριτική – ίσα ίσα. Οι οπαδοί του ΠΑΟ τον έχουν αντιμετωπίσει πολύ καλύτερα από πολλούς προηγούμενους προπονητές και του αναγνωρίζουν πως επί των ημερών του η ομάδα έκανε βήματα μπροστά και μεγάλα. Νοιώθω όμως στα κόκαλα μου πως σιγά σιγά δημιουργείται η γνωστή παρανοϊκή κατάσταση που θέλει τον προπονητή πρωταγωνιστή στο ρόλο του μοναδικού φταίχτη κάθε φορά που προκύπτει ένα στραβό αποτέλεσμα. Σήμερα οι φωνές είναι λίγες και αντιμετωπίσιμες. Αλλά πληθαίνουν. Και ό,τι ακούγεται δεν είναι ακριβώς κριτική: θα λεγα ότι είναι ένα παράξενο παράπονο.

Θέλω να του κάνω κι εγώ κριτική του Γιοβάνοβιτς για να μην νομίζει κανείς πως τον θεωρώ αλάνθαστο ή κάτι ανάλογο. Για να γίνει ωστόσο κριτική σε κάποιον προπονητή πρέπει να είναι ξεκάθαρη η δουλειά του: δεν μπορείς να τον κατηγορείς απλά γιατί η ομάδα δεν κέρδισε. Η ήττα από τον Αρη είναι μια ωραία ευκαιρία για να γίνει κατανοητό τι ακριβώς συμβαίνει αγωνιστικά στον ΠΑΟ φέτος.

https://resources.sport-fm.gr/supersportFM/images/news/22/04/18/3475812_002116.jpg?w=880&f=bicubic

Η διαφορά με πέρυσι

Υπάρχει μια σημαντική διαφορά στο παιγνίδι του εφετινού ΠΑΟ σε σχέση με πέρυσι. Πέρυσι ο Γιοβάνοβιτς έχοντας κρίνει ό,τι η ομάδα του έχει κάνει τα απαραίτητα βήματα μπροστά μεταμόρφωσε τον Παναθηναϊκό από ομάδα που στην πρώτη σεζόν του έπαιζε ένα ποδόσφαιρο αναμονής και αντεπιθέσεων, σε ομάδα που έπαιζε ένα ποδόσφαιρο στο οποίο η τοποθέτησή της στο γήπεδο είναι η βασική της αγωνιστική προτεραιότητα. Ο ΠΑΟ, σταδιακά, άρχισε να κυκλοφορεί τη μπάλα πολύ, να κάνει κατοχή παίζοντας πιο κάθετο ποδόσφαιρο, να δουλεύει πιο πολύ για τα φορ του. Όλο αυτό ξεκίνησε κυρίως μετά τον τραυματισμό του Αϊτόρ: χωρίς ένα εξτρέμ με την ικανότητα στις αντεπιθέσεις και στο κατέβασμα της μπάλας, που έχει ο Ισπανός, ο Γιοβάνοβιτς έκρινε πως ο ΠΑΟ για να γίνει πιο παραγωγικός πρέπει να ανεβεί πιο ψηλά στο γήπεδο. Παρόλα αυτά η ομάδα του δεν είχε αφήσει κατά μέρους τα προηγούμενα που έμαθε. Πέρυσι σε δύσκολες έδρες, όπως η Τούμπα, το Βικελίδης, η ΟPAP Arena, ο ΠΑΟ έπαιξε και ματς αντεπιθέσεων και μάλιστα πολύ καλά: και σωστά περίμενε τον αντίπαλό του, και σωστά πίεζε. Εμεινε ως εικόνα της σεζόν του ότι ανεβαίνοντας στο γήπεδο κυνηγούσε το γκολ μέχρι το τέλος, «διαβάζοντας» πολλές φορές τις αδυναμίες του αντιπάλου, αλλά δεν έκανε μόνο αυτό: ήξερε να παίζει και άμυνα με την καρδιά του πχ. Για αυτό και μακριά από την Λεωφόρο, έκανε πέρυσι στα ματς με τους πέντε πρώτους πιο πολλούς βαθμούς από όσους εντός έδρας. Και για αυτό και εντός έδρας, στα play off, έχασε το πρωτάθλημα: είχε θέληση, αλλά όχι και μεγάλη αγωνιστική συνέπεια. Πολλές φορές δεν ήταν κατανοητό τι ήθελε να κάνει.  

Περίμενε και χτυπούσε

Φέτος ο ΠΑΟ δυνάμωσε, δηλαδή απέκτησε περισσότερους παίκτες έτοιμους να βοηθήσουν. Ο Γιοβάνοβιτς θεωρώντας ότι η ομάδα του είναι πιο έτοιμη, κατέληξε σε ένα και μόνο τρόπο: το ποδόσφαιρο των αντεπιθέσεων το άφησε σχεδόν στην άκρη. Μόνο στο Καραϊσκάκη για ένα ημίχρονο και στο ματς με την Βγιαρεάλ στην Αθήνα, είδα κάτι που θύμισε τον ΠΑΟ στα περσινά του εκτός έδρας ντέρμπι, δηλαδή μια ομάδα που περίμενε σωστά και χτυπούσε γρήγορα. Σε όλα σχεδόν τα άλλα ματς ο στόχος της ομάδας είναι σταθερά ένας: τοποθέτηση ψηλά, κάλυψη του μισού γηπέδου και πρωτοβουλία. Ο ΠΑΟ καμιά φορά μοιάζει να παίζει ένα ποδόσφαιρο που θυμίζει το γνωστό ποδοσφαιράκι με τις σούστες: ο καθένας έχει τον χώρο του και η μπάλα πρέπει να γυρνά μέχρι να καταλήξει στον φορ ή στον παίκτη που συγκλίνει. Δεν είναι κακό, αλλά στα ντέρμπι δεν είναι τόσο αποδοτικό (γιατί ομάδες όπως ο ΠΑΟΚ και η ΑΕΚ ξέρουν να χτυπάνε στους κενούς χώρους), και κυρίως είναι προβλέψιμο: ο Ακης Μάντζιος ήξερε ακριβώς τι θα κάνει ο ΠΑΟ και τον μπλόκαρε. Αλλά δεν είναι αυτό το μεγάλο πρόβλημα του ΠΑΟ: το πρόβλημα του είναι ότι στα τελευταία ματς δεν υπηρετεί αυτό το παιγνίδι με την πρέπουσα αγωνιστική ένταση. Βιάζεται να κερδίσει. Κι αν κερδίσει νοιώθει περισσότερο ανακούφιση παρά χαρά.  

https://www.ekirikas.com/wp-content/uploads/2023/10/5988855-1568x1045.jpg

Ο ΠΑΟ είναι σαν να έπαθε υψοφοβία. Από την ώρα που έφυγε από το Καραϊσκάκη με την σιγουριά της νίκης στις δικαστικές αίθουσες και την πρωτιά στην βαθμολογία οι παίκτες του μοιάζουν να έχουν κάνει ως στόχο τη νίκη αφήνοντας κομμάτι κατά μέρους το ίδιο το παιγνίδι που με κόπο ο προπονητής τους τους έμαθε. Που οφείλεται αυτό; Σε κάτι απλό: στο γεγονός ότι ο ΠΑΟ έχει χρόνια να κερδίσει το πρωτάθλημα. Και το θέλει πολύ. Στο μυαλό όλων κάθε νίκη τους φέρνει πιο κοντά σε αυτό. Εστω κι αν το φινάλε του είναι μετά από μήνες.                       

Την μεγαλύτερη πίεση

Η δυσκολία του Γιοβάνοβιτς είναι στην πραγματικότητα δυσκολία του ίδιου του οργανισμού του Παναθηναϊκού. Η ομάδα κυνηγά ένα πρωτάθλημα που το θέλει πολύ γιατί έχει να το κερδίσει χρόνια ψάχνοντας συγχρόνως μια συνταγή για να τα καταφέρει. Φέτος ποντάρει πολλά όχι τόσο σε Ελληνες παίκτες, όσο κυρίως σε έμπειρους ξένους: το πρόβλημα είναι ότι πολλοί από αυτούς πρωτάθλημα δεν έχουν κερδίσει και σίγουρα αρκετοί νεοφερμένοι δεν καταλαβαίνουν και τι πρωτάθλημα είναι αυτό το δικό μας που και πρώτος να είσαι επιβάλλεται να κερδίζεις κάθε Κυριακή. Επειδή ζυμωμένοι σε αυτό που λέμε πρωταθλητισμό είναι λίγοι, η διαχείριση της πρωτιάς τους φαίνεται κάτι το δύσκολο. Ολοι τους μοιάζουν, μόλις η ομάδα πάρει κεφάλι, να αφήνουν κατά μέρους το ζήτημα της απόδοσης και να εστιάζουν αποκλειστικά στην ανάγκη της νίκης – το λάθος που γίνεται είναι ότι για να ρθει η νίκη χρειάζεται καλή απόδοση πρώτα από όλα. Ο κόσμος στέκεται στους παίκτες νομίζοντας κάθε φορά πως κάποιοι άλλοι θα ήταν καλύτεροι: οι απόντες στην Ελλάδα είναι πάντα οι κατάλληλοι, αλλά το πράγμα δεν είναι έτσι απλό. Και το διαρκές rotation δεν είναι η λύση για όλα: ένας παίκτης μπορεί να γκρινιάζει και να χάνει το κέφι του όταν δεν ξέρει αν θα είναι βασικός στο επόμενο ματς.  

Πριν κάνετε κριτική στον Γιοβάνοβιτς σκεφτείτε ότι πέρα από μια καλή ομάδα πρέπει να φτιάξει και παίκτες πρωταθλητές. Και ότι φέτος από τους προπονητές των τεσσάρων ομάδων που διεκδικούν το πρωτάθλημα είναι αυτός που έχει την μεγαλύτερη πίεση. Όχι από την διοίκηση της ομάδας. Αλλά από την ιστορία της.