Η πρωταπριλιά, μια εθνική γιορτή

Η πρωταπριλιά, μια εθνική γιορτή


Η πρωταπριλιά, ως γιορτή του ψέματος, είναι ξενόφερτη. Κάποιοι λένε ότι μας έρχεται από την Ιρλανδία. Πρωταπριλιά ξεκινούσε η περίοδος του ψαρέματος και οι ψαράδες, που έχουν την υπερβολή στο αίμα τους, έβαζαν τέτοια μέρα λίγη σάλτσα στις περιγραφές των πρώτων κατορθωμάτων τους. Κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται ότι η γιορτή μας έρχεται από τη Γαλλία. Κάποτε στη Γαλλία η πρωτοχρονιά ήταν η πρώτη μέρα του Απριλίου. Η πρωτοχρονιά άρχισε κι εκεί να γιορτάζεται 1η Ιανουαρίου το 1564, μετά από απόφαση του βασιλιά Κάρολου του 9ου. Πολλοί δεν πίστεψαν την απόφαση και συνέχισαν να γιορτάζουν κανονικά την πρωταπριλιά ως πρωτοχρονιά: η πρωταπριλιά έγινε η ψεύτικη πρωτοχρονιά – η ταύτιση της ημέρας με το ψέμα ήρθε εύκολα, με τον καιρό. Όμως δεν πρέπει να μας ενδιαφέρει από πού ξεκίνησαν όλα: σημασία έχει ότι στη χώρα μας έπρεπε να γιορτάζεται ως Εθνική γιορτή. Το ψέμα το λατρεύουμε όσο λίγοι και ιστορικά κανείς δεν έχασε πουλώντας σε τούτη τη χώρα ψέματα.

Μια κανονική παρέλαση

Ονειρευόμουν την πρωταπριλιά ως μια κανονική Εθνική γιορτή με παρέλαση στο Σύνταγμα π.χ. Μπροστά θα πηγαίνουν ο Τσίπρας με τον Καμμένο και θα σκίζουν μνημόνια, πίσω θα προχωράει περήφανος ο Γιώργος Παπανδρέου φωνάζοντας «λεφτά υπάρχουν». Οποιος πολιτικός απουσίαζε από τη γιορτή, αρνούμενος τον χαρακτήρα της, θα κέρδιζε αυτόματα τον τίτλο του μεγάλου ψεύτη. Θα ακολουθούσε τους πολιτικούς μια περήφανη εργατιά: οι δημοσιογράφοι και γενικά οι άνθρωποι του Τύπου, για τους οποίους μια κανονική γιορτή δεν υπάρχει. Οι διασημότεροι από δαύτους θα έλεγαν και ποιήματα. Πίσω τους ποδοσφαιροπαράγοντες, μάνατζερ ποδοσφαιριστών, ηθοποιοί της ζωής και του έρωτα, καφετζούδες, αστρολόγοι, μετεωρολόγοι, διαφημιστές, ασφαλιστές, ταξιτζήδες, ο Σώρρας με τον Τσάκα και τον λαό τους. Ενας λαός, μια ψυχή, μια ευτυχία. Τους πολιτικούς θα τους υποδεχόταν στο Ζάππειο ο Σαμαράς, εμείς οι υπόλοιποι θα πηγαίναμε στο Σύνταγμα για να χορέψουμε για την Αλλαγή, το «Όχι» στο δημοψήφισμα, το Χρηματιστήριο, που θα ξεπερνούσε τις δέκα χιλιάδες μονάδες. Για μια μέρα θα αφήναμε κατά μέρους υποκρισία και σοβαροφάνεια: οι γκέι θα βγαίναν από τις ντουλάπες και σε αυτές θα μπαίνανε οι παντρεμένες με το γκόμενό τους για να κάνουν ζουζουνιές, ενώ οι σύζυγοι θα περνούσαν την ώρα τους με διηγήσεις για το στρατό με πρωταγωνίστριες κάτι Βουλγάρες, που οι ίδιοι είχαν βάλει κρυφά στη μονάδα.

Εθνικό προϊόν

Τίποτα από αυτά δεν θα γίνει ποτέ και είναι κρίμα, γιατί η χώρα ένα τέτοιο πάρτι κάθε χρόνο το χει ανάγκη για να τιμάει το ψέμα, που είναι κομμάτι εθνικό προϊόν. Δεν είναι κακό ότι μας αρέσουν τα ψέματα: κακό είναι που δεν έχουμε την ειλικρίνεια να παραδεχτούμε πως μας αρέσουν και να τα λέμε και να τα καταπίνουμε αμάσητα. Το ψέμα είναι απείρως σημαντικότερο από την αλήθεια στην ιστορία της ανθρωπότητας: το ψέμα κινεί στην ιστορία για αυτό όλοι οι ιστορικοί ψάχνουν την αλήθεια. Μας αρέσει να δίνουμε στο ψέμα άλλα ονόματα για να παίζουμε κρυφτούλι από την λατρεία μας για αυτό, αλλά και για τη χαρά μας να το διακινούμε. Το λέμε «ουτοπία», «αυταπάτη», «ιδεοληψία», «ιδεολογία», «θα με αγαπάει για πάντα», όταν απλά το χουμε πιστέψει παράφορα. Του δίνουμε μεγαλοπρέπεια μιλώντας για «παραμόρφωση της πραγματικότητας», «μυθοπλασία», «φαντασιακό υπόβαθρο». Το κάνουμε ν ακούγεται γλυκό, όταν το αποκαλούμε «παραμύθι» ή «μαγεία» ή «παραίσθηση». Το ψέμα μπορεί να έχει κοντά ποδάρια, αλλά δεκάδες συνώνυμα. Η μεθυστική δύναμή του, του επιτρέπει να διεισδύει παντού: στην πολιτική, στην οικονομία, στη δουλειά, στην οικογένεια, στον έρωτα. Κι όπου εμφανίζεται κάνει κάθε μπανάλ ιστορία ξαφνικά πολυσύνθετη. Αν πεις σε μια γυναίκα «σ αγαπώ» και της έχεις πει αλήθεια, η αγάπη σου είναι σημαντικότερη από την αλήθεια – η αλήθεια απλά τη συνοδεύει. Αν σου πει μια γυναίκα «σ αγαπώ»  και σου έχει πει ψέματα, οι προεκτάσεις της ιστορίας μπορεί να είναι τεράστιες. Το γιατί στο είπε, το τι θέλει να κάνεις, το ποιος είναι ο σκοπός της, δημιουργούν από το πουθενά ένα δράμα. Η μια κωμωδία. Ανάλογα πως το βλέπει κανείς.

Πες το κι έγινε

Ο άνθρωπος αντέχει το ψέμα. Ενα τραγούδι που λατρεύω λέει «κι αν ρωτήσεις πως περνάω, θα σου πω δυο ψέματα»: ένα δεν φτάνει ποτέ. Το ψέμα χρειάζεται έμπνευση, δομή, ερμηνεία. Η αλήθεια απαιτεί ευθύτητα και ειλικρίνεια: σιγά το δύσκολο. Είναι και μονοδιάστατη: η αλήθεια είναι πάντα η αλήθεια - ποτέ δεν αλλάζει την πραγματικότητα. Απλά την περιγράφει. Μπορεί να πονέσει ή να σε κάνει χαρούμενο, όμως αυτά τα αποτελέσματα δεν έχουν να κάνουν με αυτή, αλλά με τη ζωή την ίδια – η πραγματικότητα είναι ένα τραίνο που σε κυνηγάει και ποτέ δεν γλυτώνεις, αν δεν μπεις μέσα σε αυτό. Αν επιχειρήσεις να την αφήσεις να ρθει κατά πάνω σου σε κάνει κομμάτια: η αλήθεια δεν έσωσε ποτέ κανένα. Το ψέμα, όμως, έχει αυτοτέλεια και δεν έχει ποτέ σχέση με την πραγματικότητα: μπορεί να είναι πικρό ή καταπραϋντικό, ευχάριστο ή θλιβερό, αλλά είναι πάντα ψέμα. Είναι δικό σου, ακόμα κι αν το μοιράζονται κι άλλοι μαζί σου, παραμένεις ιδιοκτήτης του. Το τρως ή το παράγεις. Το δέχεσαι ή το χτίζεις. Το κρατάς ή βοηθάς να διαδοθεί. Το ψέμα μπορεί να σε προστατέψει ή να σε καταστρέψει, να σε ανεβάσει στα ουράνια ή να σου διαλύσει την ψυχολογία. Μόνο του και με τη δύναμή του. Η πραγματικότητα δεν είναι ψέμα. Ένα ψέμα, όμως, μπορεί έστω για λίγο να ωραιοποιήσει την πραγματικότητα: καμιά φορά είναι πιο δυνατό από δαύτη για λίγο έστω.

Δεν είναι αμαρτία

Χαρείτε τη μέρα. Μην αυτόμαστιγώνεστε αν έχετε πιστέψει σε ψεύτες: όλοι το πάθαμε. Αν το ψέμα το ανακαλύψεις, μπορείς να τιμωρήσεις πάντα αυτόν που σου το πούλησε: είναι μια παρηγοριά, αλλά να ξέρεις ότι σύντομα θα βρεθεί κι άλλος. Μην θυμώνετε για τα ψέματα που σας έχουν πει, μην μετανιώνετε για αυτά που είπατε. Δεν είναι καν αμαρτία το ψέμα: στις δέκα εντολές ο Θεός δεν είπε «μην λες ψέματα», είπε «ου ψευδομαρτυρήσεις»: η ψευδομαρτυρία είναι ειδική μορφή ψέματος ποινικά κολάσιμη – αλλά δεν φταίει το κακόμοιρο το ψέμα, αν μπορεί να αποκτήσει και χαρακτήρα διαστροφής. Αν ο Θεός ήθελε να πει ότι το ψέμα είναι αμαρτία θα το λεγε: Θεός είναι, ό,τι θέλει λέει και στο Μωυσή τα εξήγησε ωραία. Για αυτό μας άφησε να λέμε και ν ακούμε όσα ψέματα θέλουμε. Κι όταν ακούει νυχτιάτικα κάποιες να φωνάζουν «τι μου κάνεις Θεέ μου…» πεθαίνει στα γέλια. Γιατί ξέρει ότι λένε ψέματα, αλλά γουστάρει κι αυτός να τα ακούει…