Δύσκολο ν αλλάξεις ζωή Τζίτζι Μπουφόν...

Δύσκολο ν αλλάξεις ζωή Τζίτζι Μπουφόν...


Ο Τζίτζι Μπουφόν αποχαιρέτησε την Γιουβέντους, δίνοντας την απαραίτητη συγκίνηση στην γιορτή της κατάκτησης του έβδομου συνεχόμενου πρωταθλήματος. Όταν ένας αληθινά μεγάλος ποδοσφαιριστής φεύγει από μια ομάδα, λέμε ότι η ομάδα του δεν θα είναι ποτέ ίδια – το κάνουμε για να τονίσουμε την προσφορά του, αλλά και για να τον κολακέψουμε για τελευταία φορά. Στην πραγματικότητα η Γιουβέντους ανήκει στον αστερισμό εκείνων των ομάδων, που είναι πάντα μεγαλόπρεπα τεράστιες, όποιοι κι αν είναι οι ποδοσφαιριστές που έχουν την τιμή σε αυτές ν αγωνίζονται. Η Γιουβέντους θα είναι η Μεγάλη Κυρία και χωρίς τον μεγαλύτερο – πιθανότατα – τερματοφύλακα της ιστορίας της. Η μεγάλη μου περιέργεια είναι τι θα κάνει ο Μπουφόν.

Μικροί λεκέδες 

Τα τελευταία χρόνια όσο πιο πολύ παραμένει σε μια ομάδα ένας Ιταλός (συνήθως…) ποδοσφαιριστής, τόσο πιο δύσκολα λέει αντίο στην καριέρα του. Όχι τυχαία, πριν τον μεγάλο Μπουφόν, πέρασαν τα 40, πριν πουν το αντίο στο ποδόσφαιρο και ο Πάολο Μαλντίνι, που κρέμασε τη φανέλα της Μίλαν το 2009 και ο Φραντσέσκο Τότι, που αποχαιρέτησε τη Ρόμα πέρυσι. Και οι δυο, όπως άλλωστε και ο Μπουφόν, ταλαιπωρήθηκαν πολύ να πάρουν την δύσκολη τελευταία απόφαση και το φινάλε της καριέρας τους υπήρξε τόσο επεισοδιακό, που άφησε ένα μικρό λεκέ στην μεγάλη ιστορία τους.

Μαλντίνι και Τότι 

Τα όσα έγιναν με τον υπέροχο Μαλντίνι την τελευταία χρονιά της καριέρας του δεν θέλω να τα θυμάμαι. Ο ωραίος Πάολο είχε υποφέρει με αντίπαλο τον Αντριάνο σε ένα ντέρμπι Μίλαν – Ιντερ. Στο επόμενο ακριβώς ματς, νομίζω κόντρα στη Ρόμα, το πέταλο των οργανωμένων της Μίλαν τον αποδοκίμασε σφυρίζοντας τον κάθε φορά που ακουμπούσε τη μπάλα. Την επόμενη μέρα οι οργανωμένοι του έστειλαν μια επιστολή καλώντας τον δημόσια να αποχωρήσει γιατί ήταν πλέον βάρος στην ομάδα: ο σκληρότατος τίτλος της  ήταν μάλιστα «αρχηγός ήταν μόνο ο Μπαρέζι» .

Ο τότε πρόεδρος της ιταλικής ομοσπονδίας κ. Αμπέτε είχε πει ότι «οι αποδοκιμασίες στον Μαλντίνι είναι για το ιταλικό ποδόσφαιρο ένα όνειδος μεγαλύτερο και από το σκάνδαλο των στημένων ματς». Ο αντιπρόεδρος της ομοσπονδίας και πρώην συμπαίκτης του Πάολο  Ντεμέτριο Αλμπερτίνι είχε προτείνει να διακοπούν συμβολικά για δέκα λεπτά τα ματς της επόμενης αγωνιστικής γιατί «το ποδόσφαιρο τραυματίστηκε από τη συμπεριφορά των οπαδών της Μίλαν». Ο ίδιος ο παίκτης απαντώντας στις επικρίσεις των οργανωμένων είπε ότι νοιώθει περήφανος που δεν μοιάζει σε αυτούς που τον αποδοκίμασαν. Η χώρα πήρε θέση στο πλευρό του, ξεχνώντας όπως συμβαίνει όταν προκύπτουν αυτού του τύπου οι καυγάδες, να δει τι αληθινά έγινε και γιατί έγινε. Η αλήθεια ήταν ότι ο τρομερός αυτός αμυντικός, που αγωνίστηκε για είκοσι τέσσερα χρόνια στην ίδια ομάδα, μετά τον τελικό της Αθήνας, όπου κέρδισε το τελευταίο του Τσάμπιονς λιγκ, δεν μπορούσε να την βοηθήσει:  η κατηγορία των οπαδών ότι η ματαιοδοξία του έμοιαζε μεγαλύτερη από την αγάπη του για την ομάδα ήταν άδικη, η παρότρυνση που του έκαναν να σταματήσει ήταν όμως ορθότατη. Το ότι δεν βρήκαν στη Μίλαν κανένα ανάλογα σπουδαίο στη θέση του δεν σημαίνει ότι έπρεπε να παίζει ακόμα.

Ανάλογος χαμός είχε γίνει στη Ρόμα με τον Τότι. Οι Ρωμαίοι δεν έχουν τίποτα άλλο να θυμούνται πέρα από κάποιους καλούς παίκτες που τους αγαπούν πολύ κι ο μόνιμος αρχηγός της Ρόμα ήταν ο πιο αγαπητός. Αλλά τα τρία – τέσσερα τελευταία χρόνια της καριέρας του περπατούσε κι έκανε λίγα. Ο Σπαλέτι, που ήταν ο τελευταίος προπονητής του, τον θεωρούσε κακό παράδειγμα και για τους μικρότερους: ο Τότι έπαιζε ποδόσφαιρο στα τελευταία του κάνοντας μια – δυο ενέργειες, αρκετές για να του χαρίσουν χειροκροτήματα, αλλά λίγες όταν μιλάμε για μοντέρνο ποδόσφαιρο. Η Ρόμα έζησε μέρες απερίγραπτου οπαδικού διχασμού: οι πιο πολλοί ήταν με τον Τότι, αλλά και ο Σπαλέτι είχε τους φανατικούς του υποστηρικτές. Σύντομα το πράγμα κατρακύλησε στην γελοιότητα με τους δημοσιογράφους να παίζουν το ρόλο του διαμεσολαβητή που προκαλεί, όμως, μόνο μεγαλύτερες εντάσεις. Οι δυο δίνανε δημόσια ραντεβού για να τα βρούνε, οπαδοί σταματούσαν προπονήσεις για να ζητήσουν από τον προπονητή εξηγήσεις, ο Σπαλέτι σταμάτησε να αποκαλεί τον Τότι με το όνομά του κτλ. Στο τέλος έφυγαν και οι δυο – ο Τότι όπως ο Μπουφόν έλεγε ότι θα συνεχίσει αλλού, αλλά πρυτάνευσε η λογική και σταμάτησε, πράγμα που ομολογώ ότι με εξέπληξε γιατί νόμιζα ότι μυαλό δεν είχε ποτέ του.

Ολα γύρω σου γυρίζουν

Γιατί τόσο μεγάλοι παίκτες δεν καταλαβαίνουν πως φτάνει μια στιγμή που πρέπει να πουν αντίο; Νομίζω για δυο λόγους. Ο πρώτος είναι γιατί όταν περνάς πάνω από είκοσι χρόνια σε μια ομάδα, όλα γυρίζουν τόσο πολύ γύρω σου, που στο τέλος ζαλίζεσαι και χάνεις την αίσθηση του χρόνου – δεν σκέφτεσαι ότι απλά πρέπει να σταματήσεις τη μπάλα, αλλά ότι θα πρέπει ν αλλάξεις ζωή κι αυτό είναι πιο δύσκολο. Το δεύτερο που κάνει το αντίο δυσκολότερο είναι ότι δεν υπάρχει μια στιγμή που να σου φαίνεται τόσο σημαντική, όσο η καριέρα σου, για να το πεις. Ολοι θέλουν να φύγουν με κάποιο τίτλο, όμως η κατάκτηση του τίτλου τους μοιάζει η καλύτερη απόδειξη ότι μπορούν να συνεχίσουν – ο Μαλντίνι π.χ κερδίζοντας το Τσάμπιονς λιγκ στην Αθήνα έπρεπε να πει ότι σταματά, όμως πώς να το έκανε όταν ένοιωθε πως σε εκείνο το θρίαμβο η δική του συμβολή ήταν τεράστια; Οι ποδοσφαιριστές είναι σαν τους χαρτοπαίκτες: όσο κερδίζουν τους είναι δύσκολο να σηκωθούν από το τραπέζι κι αν χάνουν θέλουν πρώτα να ρεφάρουν.

Στην μοναδική Κυρία 

Ο Μπουφόν έζησε στη Γιουβέντους ένα ονειρεμένο φινάλε. Κέρδισε το νταμπλ, όχι ως κομπάρσος που έμπαινε στο γήπεδο για τα χειροκροτήματα, αλλά ως πρωταγωνιστής. Δεν ξέρω αν θα συνεχίσει σε κάποια άλλη ομάδα, αλλά ως ποδοσφαιρόφιλος δεν θα ήθελα να τον δω να κολλάει τα τελευταία ένσημα σε κάποια ομάδα επιπέδου Τσάμπιονς λιγκ, καθισμένος στον πάγκο και περιμένοντας μήπως και οι συμπαίκτες του καταφέρουν να το κερδίσουν και να του το κάνουν δώρο γιατί του λείπει από τη συλλογή του. Δεν είναι οι τίτλοι που τον έκαναν μεγάλο: ήταν το βλέμμα του νικητή, οι ψαρωτικές του εμφανίσεις, τα λογιών λογιών  πάθη του, η πίστη του τελικά στην Γιουβέντους, που υπήρξε η μια και μοναδική Μεγάλη Κυρία του. Η πρωταθλήτρια Ιταλίας θα τον αντικαταστήσει. Ο ίδιος, όμως, δεν θα είναι ποτέ ίδιος χωρίς την φανέλα της Γιούβε…