Born to be μπάχαλος...

Born to be μπάχαλος...


Είχα περάσει τις προάλλες από το Σύνταγμα πρωί γιατί είχα μια δουλειά και χάζεψα ένα κομμάτι των γυρισμάτων της ταινίας «Born to be murdered» για το χατίρι των οποίων είχε κλείσει η πλατεία – όποιος έτυχε να περάσει από εκεί θα με καταλάβει. Οι Αμερικάνοι έκαναν μια εξαιρετική δουλειά σε ό,τι έχει να κάνει με την αναπαράσταση πρόσφατων σκηνών που έζησε η Αθήνα και η Ελλάδα γενικότερα – δεν χωράει αμφιβολία και δεν νομίζω πως κανείς για αυτό αμφέβαλε. Ο τρόπος που μετέτρεψαν την πλατεία Συντάγματος σε τόπο απερίγραπτων επεισοδίων ήταν υποδειγματικός. Μπορούσες να ξαναδείς ένα πλήθος από εικόνες του πρόσφατου παρελθόντος: βόμβες μολότοφ να πέφτουν στο κέντρο της πόλης, ΜΑΤατζήδες να κυνηγάνε κόσμο, κάδους σκουπιδιών παίρνουν φωτιά, διαδηλωτές να τα κάνουν όλα γυαλιά καρφιά – ακούστηκαν ακόμα και παλιά ξεχασμένα συνθήματα. Η διαφορά μας είναι ότι για τους Αμερικάνους όλο αυτό ήταν ένα είδος επαναστατικού φολκλόρ, ενώ εγώ δεν ήξερα αν πρέπει να βάλω τα γέλια ή τα κλάματα.

Παιδιά και δελφίνια

Η Ελλάδα στο εξωτερικό δεν είχε ποτέ μια και μόνη εικόνα. Ελλάδα ήταν πάντα ο Παρθενώνας, η φωτογραφία του από απόσταση τον δείχνει πάντα λαμπερό, ανέγγιχτο ακόμα και από το αθηναϊκό νέφος που δημιουργήθηκε με τα χρόνια. Ολες οι άλλες φωτογραφίες της χώρας όμως διέφεραν κατά περιόδους και διέφεραν πολύ.

Οι φιλέλληνες που ήρθαν να βοηθήσουν κάποτε την ελληνική επανάσταση νόμιζαν ότι θα βρουν εδώ απόγονους του Περικλή να κυκλοφορούν με χλαμύδες. Αν ποτέ πάτε στο «Μουσείο του Οθωνα» στο Μόναχο θα δείτε ότι οι Βαυαροί έβλεπαν την Ελλάδα σαν μια χώρα καραβοκύρηδων και τσομπάνηδων – στα κάδρα του μουσείου βλέπεις καράβια και βοσκοτόπια, φυσικά και τα πρόσωπα της βασιλικής οικογένειας. Μας πήρε δεκαετίες για να προβάλουμε την ομορφιά της χώρας – τα νησιά, βλέπετε, τα χρειαζόμασταν για να στέλνουμε κόσμο εξορία. Μετά κόπων και βασάνων (και με κάμποση τύχη είναι αλήθεια) μας προέκυψε η «Ελλάδα του Αιγαίου», όπου παιδιά και δελφίνια μπορούσαν να γοητεύουν ακόμα και τη Σοφία Λόρεν: η συγκεκριμένη ταινία, «το Παιδί και το δελφίνι»  είχε γυριστεί στην Υδρα και η επίδρασή της είχε υπάρξει παγκόσμια. Ο μύθος της ύπαρξης μιας Ελλάδας στην οποία μπορούσες να βρεις μια σταλιά ευτυχίας στάθηκε αιτία για βιβλία, τραγούδια και ταινίες – η τελευταία που έγινε μεγάλο σουξέ ήταν το οσκαρικό Mediterraneo του αυθεντικού φιλέλληνα Γκαμπριέλ Σαλβατόρες. Ο μύθος αυτός είχε μεγαλώσει πολύ κι όταν οι ξένοι ανακάλυψαν και την «Ελλάδα του Ζορμπά», αυτή του Χατζηδάκη και του Θεοδωράκη, που σε προκαλούσε, ακόμα κι αν ήσουν περαστικός από εδώ, να σηκωθείς και να χορέψεις στον ήλιο της. Φυσικά η Ελλάδα δεν ήταν αυτό ακριβώς ποτέ: είχε διχασμούς, προβλήματα, φτώχια, δυσκολίες, αλλά οι μύθοι της ήταν χρήσιμοι για να τραβάει το βλέμμα του έξω κόσμου, τον οποίο πάντα έχει ανάγκη, όπως άλλωστε όλες οι χώρες της γης. Είναι όμως κομμάτι διαφορετικό να περνάς στις συνειδήσεις των ανθρώπων ως προορισμός ευτυχίας και χαράς και άλλο να σε καταγράφουν παγκοσμίως ως τη χώρα του μπάχαλου. Το ότι θέλουν μάλιστα να γυρίσουν και ταινίες στο χώρο που το μπάχαλο αποθεώθηκε, ώστε να γίνει κατανοητή σε όλους η επίδρασή του, είναι και κομμάτι πρόβλημα.

Λεφτά από τον ουρανό

Εδώ και μια δεκαετία (και βάλε…) χτίζουμε στα μάτια των ξένων την εικόνα μιας χώρας που υπόσχεται επαναστατική γυμναστική με την πρώτη ευκαιρία. Καταφέραμε να δείξουμε ότι απολαμβάνουμε το μπάχαλο και ότι έχουμε πια και συγκεκριμένες ημέρες που το γιορτάζουμε – είναι για τη χώρα κάτι σαν εθνικές γιορτές. Τα γυρίσματα της συγκεκριμένης ταινίας στο Σύνταγμα αποδεικνύουν πως η βεβαιότητα των ξένων ότι εδώ υπάρχει μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα είναι πλέον τσιμεντωμένη: μας κοιτάζουν περιμένοντας πότε θα υπάρξει το επόμενο σόου. Μας αδικούν; Μπορεί. Αλλά έτσι κι αλλιώς το τι εικόνα έχουν οι άλλοι για σένα συνήθως έχει να κάνει με τις αφορμές που δίνεις για να την φτιάξουν. Όταν λες «Βραζιλία», στο μυαλό των περισσότερων έρχονται οι λέξεις «καρναβάλι του Ρίο», «ποδόσφαιρο» και «φαβέλες». Μιλάμε για μια χώρα με εικόνες πολύ δυνατότερες, αλλά ποιος τις ξέρει; Όταν λες «Παρίσι» δεν σκέφτεσαι (ακόμα…) ότι τα Κίτρινα Γιλέκα θα κάνουν τη νέα γαλλική επανάσταση – το μυαλό σου (ακόμα…) πάει στον Πύργο του Αϊφελ, το Λούβρο, τη μόδα. Όταν λες Ταϊλάνδη ή Κούβα, αμφιβάλω αν σου έρχεται στο μυαλό τίποτα διαφορετικό από το σεξοτουρισμό – στην περίπτωση της Κούβας αυτός πρέπει να γίνεται φορώντας t shirt με τον Φιντέλ Κάστρο.

Αν πλέον λες «Ελλάδα» και το μυαλό των ξένων πάει στο μπάχαλο, μην μας κάνει εντύπωση που σε αυτή τη χώρα επένδυση πλέον θεωρούμε το να αγοράσουν σπίτια οι Κινέζοι και οι Τούρκοι αντιφρονούντες για να τους δώσουμε διαβατήρια. Ποιος και γιατί να έρθει να επενδύσει σε μια χώρα που αύριο μπορεί να αρχίσουν να μπαίνουν φωτιές στο κέντρο της πρωτεύουσας μόνο και μόνο γιατί θα βρεθεί κάποιος που θα χει θράσος να υπόσχεται πολιτικάντικα ότι θα πέσουν λεφτά από τον ουρανό;

Από τι γλύτωσαν

Μου λένε ότι το «Born to be murdered» είναι μια καλογραμμένη περιπέτεια που διαδραματίζεται στην Αθήνα και μπορεί να φτάσει μέχρι και τα Οσκαρ – δεν αποκλείω τίποτα. Αν οι παραγωγοί μείνουν κάποιες μέρες παραπάνω εδώ μπορεί να βρουν κι άλλες ιστορίες να γυρίσουν στην Ελλάδα. Κάθε μέρα κάποιος εκτελείται στη Γλυφάδα και στις γύρω περιοχές – έχουμε τόσες συμμορίες που κάπου έχει χαθεί το μέτρημα. Η χώρα τραβάει Ρώσους, Αλβανούς, Γεωργιανούς και λοιπούς σκληρούς γκάνγκστερ – «παιδιά μπουμπούκια» δηλαδή, την ώρα που τα δικά της παιδιά φύγανε για το εξωτερικό. Όταν με το καλό γίνει παγκόσμιο σουξέ το «Born to be murdered» θα το βλέπουν σε κάποια πόλη της Ευρώπης με τους φίλους τους και θα τους λένε από πού έφυγαν. Από τι γλύτωσαν, για την ακρίβεια.

Ευτυχώς παραμένει κάτι να μας θυμίζει ο Παρθενώνας. Καιρός να αρχίσουμε ν αγοράζουμε καρτ ποστάλ με την εικόνα του και τα στέλνουμε μεταξύ μας ο ένας στον άλλο…